Είναι ένα τυπικό εγγλέζικο βροχερό πρωινό. Οι χρωματιστές ομπρέλες που στεγνώνουν πάνω στα πολύχρωμα μεταλλικά ερμάρια στον χώρο φύλαξης αντικειμένων των επισκεπτών στο υπόγειο της Βρετανικής Βιβλιοθήκης θυμίζουν εγκατάσταση σύγχρονου καλλιτέχνη. Eναν όροφο πιο πάνω, ένα πολύμορφο πλήθος καταλαμβάνει κάθε εκατοστό της Βιβλιοθήκης. Τουρίστες περιεργάζονται από κοντά την πρώτη έντυπη έκδοση των έργων του Σαίξπηρ ή χειρόγραφα σημειώματα των Beatles, ή θαυμάζουν εντυπωσιακά εικονογραφημένα βιβλία ιερών κειμένων κάθε θρησκείας. Aλλοι, μικροί και μεγάλοι, οικογένειες και μαμάδες με καροτσάκια, επισκέπτονται την περιοδική έκθεση χαρτών, ημερολογίων, θαυμαστών αντικειμένων και άλλου αρχειακού υλικού από τα ταξίδια του Tζέιμς Κουκ. Παντού, σε κάθε διαθέσιμο χώρο, στο αίθριο του ισογείου, στους διαδρόμους, πλάι στα κλιμακοστάσια των ορόφων, τραπεζάκια και καρέκλες είναι κατειλημμένα από ανθρώπους όλων των χρωμάτων, των φύλων και των ηλικιών. Eξω από τη Βιβλιοθήκη η ουρά των επισκεπτών που περιμένουν υπομονετικά να περάσουν τον έλεγχο στην είσοδο του κτιρίου έχει γίνει πλέον γνώριμη εικόνα στα social media. Κιβωτός της εθνικής πολιτιστικής κληρονομιάς, διεθνές ερευνητικό κέντρο, υποστηρίκτρια της τεχνολογικής καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας, του μοναχικού στοχασμού αλλά και της ανθρώπινης αλληλεγγύης, η Βρετανική Βιβλιοθήκη πρωτοπορεί στον τομέα της. Με περισσότερα από 150 εκατομμύρια τεκμήρια στις περισσότερες από τις γνωστές γλώσσες, με έσοδα 120,8 εκατομμύρια στερλίνες για το 2017-2018, εκ των οποίων τα 93,4 εκατομμύρια προέρχονται από τον κρατικό προϋπολογισμό, και 1,476 εκατομμύρια φυσικούς επισκέπτες για το ίδιο διάστημα, θεωρείται η μεγαλύτερη εθνική βιβλιοθήκη στον κόσμο. Ο διευθυντής της, Ρόλι Κίτινγκ, συμπλήρωσε μόλις έξι χρόνια στο τιμόνι της, ύστερα από μια μακρά θητεία ως στέλεχος του BBC. Μερικούς μήνες προτού έρθει στην Αθήνα, για το 85ο Παγκόσμιο Συνέδριο Βιβλιοθηκών της Διεθνούς Ομοσπονδίας Ενώσεων Βιβλιοθηκονόμων και Ιδρυμάτων (IFLA) τον ερχόμενο Αύγουστο, μιλήσαμε μαζί του για το όραμα, τα διλήμματα και τις αποφάσεις που διαμόρφωσαν το δυναμικό πρόσωπο της περίζηλης βιβλιοθήκης.
Η Βritish Library έχει τη φήμη μιας υψηλού επιπέδου ερευνητικής βιβλιοθήκης αλλά ταυτόχρονα ο επισκέπτης περνώντας τις πύλες της έχει την αίσθηση ότι βρίσκεται σε έναν ζωντανό πολυχώρο πολιτισμού με πολύ κόσμο και κίνηση. Hταν ένα δίλημμα αν θα εστιάσετε στον ερευνητικό ή στον ανοιχτό χαρακτήρα της Βιβλιοθήκης και πώς ισορροπείτε ανάμεσα στα δύο;
 «Πολύ ενδιαφέρον ερώτημα, αυτό ακριβώς μου έθεσαν ορισμένοι όταν ανέλαβα τη διοίκηση της Βιβλιοθήκης πριν από έξι χρόνια, ότι η Βιβλιοθήκη έπρεπε να αποφασίσει αν θα είναι ένα ανοιχτό κέντρο πολιτισμού ή μια μεγάλη εθνική ερευνητική βιβλιοθήκη. Πίστευα τότε, όπως και τώρα, ότι πρόκειται για ψευδοδίλημμα. Προφανώς είμαστε και τα δύο, όπως όλες οι μεγάλες βιβλιοθήκες, και όσο περισσότερο στηρίζουμε την έρευνα τόσο περισσότερο ελκυστική ως κέντρο πολιτισμού γίνεται η Βιβλιοθήκη, ενώ η επαφή μας με ένα ποικιλόμορφο κοινό, που διαρκώς διευρύνεται, αυξάνει την απήχησή μας ως ερευνητικής βιβλιοθήκης. Προσπαθούμε λοιπόν να προσφέρουμε μια ποιοτική εμπειρία και στις δύο περιπτώσεις, χωρίς να υποβαθμίσουμε τη μία για χάρη της άλλης. Ετσι, διατηρούμε την ποιότητα των υπηρεσιών στα έντεκα διαφορετικά αναγνωστήρια της Βιβλιοθήκης, την πρόσβαση στις φυσικές συλλογές και στα χειρόγραφα, αλλά επίσης σιγά-σιγά ανοιγόμαστε σε ένα όλο και πιο ευρύ κοινό, στην τοπική κοινωνία, σε ανθρώπους κάθε ηλικίας και προέλευσης. Μάλιστα αυτή την εποχή έχουμε ξεκινήσει μια εκστρατεία ενημέρωσης για το διαφοροποιημένο κοινό που είναι ευπρόσδεκτο στη Βιβλιοθήκη, από τον πιο σοβαρό ερευνητή ως τον τυχαίο άνθρωπο που θα βρείτε στον δρόμο. Διοργανώνουμε μόνιμες και περιοδικές εκθέσεις για αυτό το κοινό και τα τελευταία χρόνια έχουμε διαμορφώσει σε κάθε διαθέσιμο σημείο μέσα στη Βιβλιοθήκη άτυπους χώρους μελέτης, ελεύθερα διαθέσιμους σε όλους, επτά ημέρες την εβδομάδα. Οι άνθρωποι εκεί δεν είναι σιωπηλοί ούτε έχουν πρόσβαση στις φυσικές συλλογές, έχουν την ευκαιρία όμως να συνυπάρξουν με άλλους σε έναν χώρο περισυλλογής και αυτοσυγκέντρωσης και ταυτόχρονα, μόλις δρασκελίσετε το κατώφλι των αναγνωστηρίων, θα διαπιστώσετε ότι επανέρχεται αυτόματα η σιωπή, ότι είναι έντονη η αίσθηση πως βρίσκεται κανείς σε έναν πολύ ιδιαίτερο δημόσιο χώρο μελέτης και έρευνας. Πρόκειται για μια σύνθετη εμπειρία που γεφυρώνει την απόσταση ανάμεσα στον τουρίστα που επισκέπτεται τη Βιβλιοθήκη για να δει τη Μάγκνα Κάρτα και στον αφοσιωμένο ερευνητή, και μπορεί ο χρήστης της Βιβλιοθήκης να επιλέξει μεταξύ των δύο τον χώρο και τις συνθήκες που του ταιριάζουν κάθε δεδομένη στιγμή».
Το καλοκαίρι, κατά τους εορτασμούς για τη συμπλήρωση 20 χρόνων από τη μετεγκατάσταση της Βιβλιοθήκης στο κτίριο του Σεντ Πάνκρας, υποστηρίξατε σε ομιλία σας ότι όσο εντείνεται η ψηφιοποίηση τεκμηρίων τόσο αυξάνεται η προσέλευση επισκεπτών στη Βιβλιοθήκη οι οποίοι επιθυμούν να βρίσκονται και να συνυπάρχουν με άλλους εκεί. Διαμορφώνεται μια νέα κατάσταση, ένας νέος ρόλος για τις εθνικές βιβλιοθήκες;
«Διαπιστώσαμε ότι η ψηφιοποίηση και η ελεύθερη διάθεση του ψηφιοποιημένου υλικού, που έχει γίνει εφικτή χάρη στις τεχνολογικές εξελίξεις των τελευταίων είκοσι πέντε χρόνων, δημιουργεί νέα ερευνητικά ερωτήματα και εντείνει την περιέργεια, ιδιαίτερα στους νέους ανθρώπους, να δουν το πρωτότυπο, νιώθουν έξαψη στην ιδέα ότι θα δουν από κοντά ένα χειρόγραφο της Τζέιν Οστεν, είναι μια αναντικατάστατη, μοναδική εμπειρία. Κι έτσι έχουμε το φαινόμενο στον 21ο αιώνα να βλέπουμε εδώ κάθε πρωί ανθρώπους με τα smartphones τους στο χέρι να κάνουν ουρά για να μπουν σε μια φυσική βιβλιοθήκη. Στην ψηφιακή εποχή μας, που έχουμε πάρα πολλούς περισπασμούς, ακατάπαυστη εισροή πληροφοριών και πάρα πολλά παράλληλα ερεθίσματα, οι βιβλιοθήκες μπορούν να προσφέρουν σε όλους ένα δημόσιο καταφύγιο για ανάπαυλα και περισυλλογή, έναν τόπο του πνεύματος – όπως είπε και μια αναγνώστρια και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Βιβλιοθήκης, περιγράφοντας τη δική της εμπειρία διαβάζοντας δίπλα σε αγνώστους στον ίδιο χώρο – που εμπνέει ένα αίσθημα αλληλεγγύης. Σε μια εποχή που το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μας διαμεσολαβείται μέσα από οθόνες, οι βιβλιοθήκες μάς ξαναθυμίζουν πόσο σημαντικό είναι να βρισκόμαστε και να συνυπάρχουμε με άλλους ανθρώπους, και όλες οι εθνικές βιβλιοθήκες πρέπει να ανακαλύψουν ξανά αυτόν τον ρόλο, μια και παραδοσιακά είναι όλες εγκατεστημένες σε μητροπόλεις και λειτουργούν ως μαγνήτης για αυτού του είδους την εμπειρία».
Ψηφιοποίηση και αποθησαύριση του παγκόσμιου ιστού ήταν οι τεχνολογικές προκλήσεις του παρελθόντος για τις εθνικές βιβλιοθήκες. Ποια είναι η επόμενη τεχνολογική πρόκληση;
«Είναι ένα επίκαιρο ερώτημα που μας απασχολεί κάθε μέρα. Να ξεκαθαρίσω ότι η ψηφιοποίηση και η αποθησαύριση του παγκόσμιου ιστού συνεχίζεται και θα συνεχίζεται, αυτό είναι το σύμπαν μέσα στο οποίο εργαζόμαστε σήμερα. Η επόμενη φάση είναι η ανάπτυξη ερευνητικών εργαλείων που θα μπορέσουν να αξιοποιήσουν αυτό το διαρκώς αυξανόμενο ψηφιακό corpus. Οι ψηφιακές συλλογές είναι τεράστιες, δεν μπορείς να τις ξεφυλλίσεις ή να διατρέξεις απλώς ένα ευρετήριο, έχουν τη μορφή ενός μεγάλου όγκου δεδομένων και η επόμενη τεχνολογική επανάσταση στη στροφή του δρόμου είναι η ανάπτυξη εργαλείων για την ανάλυση δεδομένων μεγάλης κλίμακας, αυτό που αποκαλείται text mining ή data mining, εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης. Η Βρετανική Βιβλιοθήκη έχει δικό της ερευνητικό κέντρο που συνεργάζεται με ερευνητές, πανεπιστημιακούς και πρωτοπόρους της τεχνολογίας από τη Βρετανία και όλον τον κόσμο και τους ζητούμε να μας προτείνουν ερωτήματα που μπορούμε να θέσουμε σε αυτόν τον όγκο των δεδομένων και εξοπλισμό που μπορούμε να αναπτύξουμε για να αντλήσουμε νέες απαντήσεις, νέα στοιχεία. Σε αυτό το πλαίσιο πριν από τρία χρόνια καλωσορίσαμε και στεγάζουμε στις εγκαταστάσεις μας το ανεξάρτητο ερευνητικό κέντρο Alan Turing Institute που ασχολείται με την ανάλυση δεδομένων και την τεχνητή νοημοσύνη. Το Ινστιτούτο συνεργάζεται με ερευνητές από όλο το φάσμα των επιστημών για την επίλυση προβλημάτων, και συνεργάζεται και με τη Βρετανική Βιβλιοθήκη για την επίλυση ζητημάτων που αφορούν τη βιβλιοθηκονομική έρευνα. Σχεδιάζουμε ήδη κάποια μεγάλα προγράμματα προκειμένου να αξιοποιήσουμε το ψηφιοποιημένο υλικό που έχουμε στη διάθεσή μας».
Φιλοξενείτε, επιπλέον, και ένα Κέντρο Επιχειρηματικότητας. Ποια είναι η θέση και η λειτουργία του μέσα στη Βρετανική Βιβλιοθήκη;
«Το Κέντρο Επιχειρηματικότητας έχει τις ρίζες του στο όραμα των ιδρυτών της Βιβλιοθήκης, στις δεκαετίες του 1960 και του 1970, να συνδυάσουν διαφορετικές απόψεις για το τι μπορεί να προσφέρει μια εθνική βιβλιοθήκη σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη της οικονομίας, της βιομηχανίας και των επιχειρήσεων. Επιπλέον, η Βρετανική Βιβλιοθήκη είναι το αποθετήριο των αρχείων του Βρετανικού Γραφείου Ευρεσιτεχνίας, ενώ ως εθνικό κέντρο χορήγησης ISBN έχουμε μεγάλη τεχνογνωσία στον τομέα της πνευματικής ιδιοκτησίας. Η υποστήριξη της επιχειρηματικότητας, που εγγράφεται στον ιδρυτικό νόμο της Βρετανικής Βιβλιοθήκης του 1972, ερμηνεύθηκε κατά καιρούς με διαφορετικούς τρόπους. Τα τελευταία δέκα-δώδεκα χρόνια οι προκάτοχοί μου άρχισαν να την ερμηνεύουν όχι ως υποστήριξη της έρευνας και παροχή γνώσης σε μεγάλες εταιρείες και οργανισμούς αλλά ως υποστήριξη των επιχειρηματικών ιδεών στα σπάργανά τους, των ιδεών που μπορεί να έχει ο καθένας μας. Πράγμα που μας πηγαίνει πίσω, κατά έναν τρόπο, στον παραδοσιακό ρόλο της βιβλιοθήκης, στην οποία μπαίνεις με ένα ερώτημα και βγαίνεις με μιαν απάντηση. Κάποιες βιβλιοθήκες είχαν ήδη αρχίσει να πειραματίζονται με τα κέντρα επιχειρηματικότητας, όπως η Βιβλιοθήκη του Μπέρμιγχαμ και η Δημόσια Βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης, και έτσι πειραματιστήκαμε κι εμείς διαθέτοντας ένα από τα αναγνωστήριά μας στο Λονδίνο για εργαστήρια, συναντήσεις, συμβουλευτικές υπηρεσίες και την κατάρτιση βιβλιοθηκονόμων ειδικών στο αντικείμενο. Η απόπειρα ήταν πολύ επιτυχημένη. Τη χρονιά που πέρασε βοηθήσαμε περίπου 19.000 ανθρώπους να στήσουν νέες επιχειρήσεις ή να αναπτύξουν τις υπάρχουσες επιχειρήσεις τους. Συνεργαζόμαστε και με άλλες βιβλιοθήκες και υπάρχουν σήμερα δέκα τέτοια γραφεία, στο Μπέρμιγχαμ, στη Γλασκώβη και αλλού, και έχει αρχίζει να διαμορφώνεται στα μάτια του κοινού και των πολιτικών μια νέα εικόνα για το τι μπορεί να προσφέρει μια βιβλιοθήκη, διότι, πέρα από την υποστήριξη της γνώσης σε αφηρημένο επίπεδο, βλέπουν πλέον και κάτι χειροπιαστό: την υποστήριξη της οικονομίας με τη δημιουργία θέσεων εργασίας και την ενθάρρυνση της νέας κουλτούρας των νεοφυών επιχειρήσεων».
Η μετεγκατάσταση της βιβλιοθήκης στο κτίριο του Σεντ Πάνκρας, της οποίας τα 20 χρόνια γιορτάσατε εφέτος, πόσο καθοριστική ήταν στη διαμόρφωση του σύγχρονου προσώπου της που μόλις σκιαγραφήσατε και πόσο τραυματική ήταν η απομάκρυνση από το εμβληματικό κτίριο του Βρετανικού Μουσείου στην καρδιά του Λονδίνου;
«Η επίτευξη μιας ανοιχτής βιβλιοθήκης, η καινοτομία και η ανάπτυξη δεν θα ήταν δυνατές χωρίς αυτό το κτίριο, που σχεδιάστηκε εξαρχής για να είναι ευέλικτο. Θα το γνωρίζετε ότι η δημιουργία του δεν ήταν καθόλου εύκολη υπόθεση και η απόσχιση από το Βρετανικό Μουσείο συζητήθηκε πολύ. Ωστόσο, ήταν σαφές ότι η Βιβλιοθήκη δεν θα μπορούσε να αναπτυχθεί και να ανθήσει μέσα στο Βρετανικό Μουσείο. Η τοποθεσία που επιλέχθηκε τελικά για το νέο κτίριο ήταν στην εποχή της αδιανόητη, δίπλα στον σιδηροδρομικό σταθμό. Φυσικά, σήμερα είναι τέλεια, γιατί μας ενώνει με όλον τον κόσμο. Το ίδιο το αρχιτεκτονικό σχέδιο του ανοιχτού κτιρίου με την πλατεία στο κέντρο θεωρήθηκε πολύ μοντέρνο και ασυνήθιστο, δέχθηκε πολλή κριτική και έγιναν έντονες συζητήσεις για το κόστος της κατασκευής και της λειτουργίας του. Οι προκάτοχοί μου χρειάστηκε να διατηρήσουν την ψυχραιμία τους, να παλέψουν σκληρά και να παραμείνουν προσηλωμένοι στο όραμά τους, και τους ευγνωμονούμε κάθε μέρα γι’ αυτό, γιατί το κτίριο έχει αποδειχθεί λειτουργικό για όλες τις δράσεις και τις υπηρεσίες μας. Μάλιστα, σχεδιάζουμε τώρα την επέκτασή του για να αυξήσουμε τις χωρικές μας δυνατότητες για τη διοργάνωση εκθέσεων, εκπαιδευτικών προγραμμάτων και διαλέξεων. Μπορεί να μην είναι ένα κτίριο κλασικής αρχιτεκτονικής, ένα κτίριο που συμβολίζει τα ιδεώδη της πολιτιστικής κληρονομιάς, αλλά έχει πλέον λάβει τη θέση του στη συλλογική συνείδηση και για μια νέα γενιά ανθρώπων, οι οποίοι δεν είχαν ακόμη γεννηθεί όταν χτίστηκε αυτό το κτίριο, το κτίριο δεν είναι ούτε αλλόκοτο ούτε αμφιλεγόμενο, είναι η βιβλιοθήκη που αγαπούν και στην οποία έρχονται κάθε μέρα».