Οι προβλέψεις των ειδημόνων για την πανδημία το 2021
Πόσο κανονική θα είναι η νέα χρονιά; Η κατάσταση είναι ακόμη πολύ ρευστή για οριστικές απαντήσεις, αλλά οι απόψεις των επιστημόνων έχουν πάντοτε τη δική τους βαρύτητα
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Το 2020, αυτή η χρονιά που θα μας μείνει αξέχαστη επειδή μας έκανε να ξεχάσουμε κάθε έκφανση της ζωής όπως την ξέραμε και συγχρόνως να θυμηθούμε πόσο θνητοί είμαστε, τελείωσε. Και ανατέλλει μια καινούργια χρονιά που όλοι θέλουμε πέρα και πάνω απ’ όλα να είναι μια χρονιά COVID-free ώστε να ξανακερδίσουμε την προ κορωνοϊού ζωή μας. Η αλήθεια είναι ότι σε σχέση με 11 μήνες πριν, όταν πρωτομάθαμε για τον νέο κορωνοϊό και όλοι – ακόμα και οι πλέον ειδήμονες ανά τον κόσμο – έπλεαν σε πλήρως αχαρτογράφητα νερά σε ό,τι αφορούσε την αντιμετώπισή του, έγιναν τεράστια επιστημονικά άλματα, με αποκορύφωμα την ανάπτυξη εμβολίων σε χρόνο ρεκόρ, των οποίων η διάθεση ξεκίνησε και στη χώρα μας – μια διαδικασία που υπό κανονικές συνθήκες διαρκεί αρκετά χρόνια «συρρικνώθηκε» σε μόλις λίγους μήνες.
Ερωτήματα
κομβικής σημασίας
Τα πολυπόθητα εμβόλια, σε συνδυασμό με τη γνώση που έχει αποκτηθεί όλο αυτό το διάστημα στην κλινική πράξη για την καλύτερη διαχείριση των ασθενών, γεννούν ελπίδες ότι το 2021 μπορεί να μας δώσει πίσω όσα το 2020 μάς στέρησε νικώντας τον ιό SARS-CoV-2. Είναι όμως έτσι τα πράγματα ή μήπως έχουμε ελπίδες που μπορεί να αποδειχθούν φρούδες; Είναι ικανά τα εμβόλια να «κατατροπώσουν» τον διάσημο ιογενή εχθρό των ημερών μας και αν ναι σε πόσο διάστημα; Ή μήπως δεν είναι αρκετά και θα πρέπει να συνεχίσουμε να ακολουθούμε αυστηρά μέτρα προστασίας; Το 2021 θα… πέσουν επιτέλους οι (χειρουργικές) μάσκες, θα ξαναγκαλιαστούμε όπως πριν, θα δούμε τους παππούδες και τις γιαγιάδες μας χωρίς φόβο; Η χρονιά που μόλις ξεκίνησε θα σημάνει το τέλος της πανδημίας ή θα είναι άλλη μία χρονιά «συντροφιά» με την COVID-19; Αν και όπως μας απέδειξε η κορωνο-ραγματικότητα ως σήμερα, είναι πολύ δύσκολο να δοθούν απαντήσεις – και δη οριστικές – για μια τόσο ρευστή κατάσταση που καθημερινά γεννά νέες προκλήσεις και ερωτήματα, ας δούμε τι προβλέπουν πως θα μας φέρει (ή δεν θα μας φέρει) η νέα χρονιά σε ό,τι αφορά το πιο φλέγον θέμα παγκοσμίως, αυτό της πανδημίας, οι ειδήμονες.
Μέσα στον ορυμαγδό των «κορωνοεπαϊόντων» που αυξάνονται απ’ άκρου εις άκρον του πλανήτη με γεωμετρική πρόοδο και σε κάποιες περιπτώσεις μόνο επαΐοντες δεν είναι (καλύπτουν μια μεγάλη γκάμα, από αρνητές του ιού χωρίς κανένα επιστημονικό υπόβαθρο έως επιστήμονες εντελώς άσχετων πεδίων που είδαν… φως – για την ακρίβεια, τα φώτα της δημοσιότητας – και μπήκαν), προσφάτως η εφημερίδα «The New York Times» αποφάσισε να διεξαγάγει μια ανεπίσημη αλλά πολύ διαφωτιστική δημοσκόπηση σε 700 καθ’ ύλην αρμοδίους να απαντήσουν για την πανδημία του νέου κορωνοϊού, δηλαδή σε 700 επιδημιολόγους. Το κύριο ερώτημα ήταν καυτό: «Πότε και πώς βλέπουν τη ζωή τους (και κατ’ επέκταση και τη δική μας ζωή) να επανέρχεται στο φυσιολογικό;».
Ακόμη λίγη
υπομονή…
Oι απαντήσεις τους ήταν άκρως ενδιαφέρουσες και δηλωτικές του τι μέλλει γενέσθαι το 2021: όπως ανέφεραν πολλοί εξ αυτών, ακόμα και με τα εμβόλια που αρχίζουμε πλέον να έχουμε στα χέρια μας, η ζωή δεν αναμένεται να επανέλθει στην προπανδημική φυσιολογική κατάσταση προτού εμβολιαστεί το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Μάλιστα ήταν αξιοσημείωτο ότι οι μισοί από τους ερωτηθέντες τόνισαν πως δεν θα άλλαζαν τίποτα στη συμπεριφορά τους και στα αυστηρά μέτρα προστασίας που τηρούν καθημερινά έως ότου εμβολιαστεί το 70% του πληθυσμού. Τρεις στους δέκα απάντησαν ότι θα προχωρούσαν σε κάποιες αλλαγές προς μια κάπως πιο «χαλαρή» συμπεριφορά όταν θα είχαν πλέον εμβολιαστεί οι ίδιοι.
Η μειονότητα μόνο είπε ότι αν τα εμβόλια αποδειχθούν άκρως αποτελεσματικά και υπάρχει επαρκής διανομή τους, ίσως θα ήταν ασφαλές να αρχίσουμε να ζούμε πιο ελεύθερα από αυτό το καλοκαίρι. Οι περισσότεροι προέβλεψαν ότι ακόμα και με τα εμβόλια θα χρειαστεί ένας χρόνος ή και περισσότερο προτού πολλές δραστηριότητες επανεκκινήσουν με ασφάλεια και προσέθεσαν ότι ίσως κάποιες πτυχές της ζωής να μην επιστρέψουν ποτέ στην κανονικότητα που γνωρίζαμε.
Ηταν χαρακτηριστική η δήλωση της Κάριν Mίσελς, καθηγήτριας Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας στο Λος Αντζελες (UCLA) που συμμετείχε στη δημοσκόπηση. Οπως είπε, «ίσως χρειαστούν πολλά χρόνια προτού καταστεί αρκετά ασφαλές να επιστρέψουμε όσο πιο κοντά γίνεται στον τρόπο ζωής που είχαμε. Πρέπει να μάθουμε να ζούμε με τον ιό».
Η δήλωση αυτή της καθηγήτριας του UCLA έκρυβε μέσα της τα πολλά αναπάντητα ερωτήματα που έχουν οι ειδικοί σε ό,τι αφορά τον αποδεικνυόμενο… πολύ σκληρό για να πεθάνει ιογενή «εχθρό»: Πόσο διαρκεί η ανοσία που προσφέρουν τα εμβόλια εναντίον του; Πώς θα εξασφαλιστεί επαρκής διανομή των εμβολίων σε όλες τις χώρες με δεδομένο ότι είδαμε ήδη τις τελευταίες ημέρες τις προσδοκίες για ταχεία ευρεία διανομή να μειώνονται ακόμα και στον θεωρούμενο προηγμένο κόσμο, αφού οι δόσεις που έχουν αρχίσει να διανέμονται είναι πολύ λιγότερες από αυτές που περίμεναν τα κράτη, τουλάχιστον σε αυτή τη φάση; Πώς θα ξεπεραστεί ο μεγάλος «σκόπελος» του δισταγμού σημαντικής μερίδας του πληθυσμού να εμβολιαστεί με ένα εντελώς νέο σκεύασμα; Επίσης πόσο μπορεί να μεταλλαχθεί ο νέος κορωνοϊός; Είναι ικανός να αποκτήσει μεταλλάξεις που θα θέσουν σε κίνδυνο την αποτελεσματικότητα των εμβολίων;
Μεταλλάξεις
και εμβόλια
Ερωτήματα διόλου αίολα, όπως έδειξε μεταξύ άλλων πριν από μερικές ημέρες η υπόθεση της «βρετανικής» μετάλλαξης του νέου κορωνοϊού, η οποία έθεσε σε συναγερμό την επιστημονική κοινότητα, τις αρμόδιες αρχές ανά τον κόσμο αλλά και τις παρασκευάστριες εταιρείες των εμβολίων. Και μπορεί ως τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές το ζήτημα της μετάλλαξης (VUI-202012/01) που πρωτοεντοπίστηκε στις 14 Δεκεμβρίου στη Νοτιοανατολική Αγγλία και η οποία, όπως αναφέρουν βρετανοί ειδικοί, είναι πιθανό να αυξάνει τη μεταδοτικότητα του ιού έως και κατά 70% να βρίσκεται υπό επιστημονική διερεύνηση, ωστόσο έχει ήδη θέσει σε συναγερμό την Ευρωπαϊκή Ενωση, τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας αλλά και τις φαρμακευτικές εταιρείες που εξετάζουν σε πόσο σύντομο χρονικό διάστημα θα μπορούσαν να «προσαρμόσουν» τα εμβόλιά τους στα καινούργια δεδομένα – η BioNTech που ανέπτυξε μαζί με τη Pfizer το πρώτο εγκεκριμένο κορωνοεμβόλιο έκανε λόγο για έξι εβδομάδες. Αλλη μια απόδειξη για το πόσο ρευστά είναι όλα με αυτή την πρωτόγνωρη τα τελευταία 100 χρόνια πανδημία, γεγονός που καθιστά άκρως ρευστές και τις προβλέψεις σχετικά με το πότε θα την αφήσουμε πίσω μας.
Κάν’ το όπως
οι επιδημιολόγοι
Μέχρι πάντως να συμβεί αυτό, οι επιδημιολόγοι που συμμετείχαν στη δημοσκόπηση της αμερικανικής εφημερίδας απάντησαν στο ποια μέτρα προστασίας συνεχίζουν να τηρούν ευλαβικά και θα συνεχίσουν να τηρούν για το επόμενο διάστημα. Στο ερωτηματολόγιο που τους τέθηκε περιλαμβάνονταν 23 καθημερινές δραστηριότητες και η πλειονότητα των ερωτηθέντων ανέφερε ότι τον τελευταίο μήνα είχε κάνει μόνο τρεις εξ αυτών: συνάντηση με λίγους φίλους σε εξωτερικό χώρο, παραλαβή αλληλογραφίας χωρίς εξονυχιστική απολύμανσή της και καθημερινές απαραίτητες δουλειές στη γειτονιά. Συγκεκριμένα, με βάση τη δημοσκόπηση, εννέα στους 10 επιδημιολόγους πήγαν μέσα στον προηγούμενο μήνα στο φαρμακείο ή στον μανάβη, 72% παρέλαβαν την αλληλογραφία τους χωρίς να τηρούν πολύ αυστηρά μέτρα προστασίας, 62% περπάτησαν με φίλους σε εξωτερικό χώρο, 44% επισκέφθηκαν γιατρό για μη επείγοντα λόγο. Την ίδια στιγμή λιγότεροι από τρεις στους 10 πήγαν στο κομμωτήριο ή στον κουρέα, 26% άφησαν τα παιδιά τους να παίξουν σε εξωτερικό χώρο με φίλους, 11% πήραν λεωφορείο ή μετρό, 10% επισκέφθηκαν κάποιον ηλικιωμένο συγγενή ή φίλο, 9% παρευρέθησαν σε δείπνο σε σπίτι σε πολύ κλειστό κύκλο, 8% ταξίδεψαν με αεροπλάνο, 7% εργάστηκαν σε γραφείο μαζί με άλλα άτομα, 7% αγκάλιασαν κάποιον φίλο ή έκαναν χειραψία μαζί του, 4% έστειλαν τα παιδιά τους να παίξουν σε σπίτι με φίλους τους, 4% πήγαν στην εκκλησία, 3% παρευρέθησαν σε γάμο ή κηδεία και 3% συναντήθηκαν με κάποιο άτομο που δεν γνώριζαν καλά. Μια καθημερινότητα λοιπόν πολύ διαφορετική από αυτήν που γνώριζαν πριν από έναν χρόνο (τόσο εκείνοι όσο και εμείς), και η οποία, όπως είπαν, θα χρειαστεί αρκετός καιρός – ακόμα και με εμβόλια – προτού αποτελέσει παρελθόν.
Γι’ αυτό και στην τόσο δύσκολη εποχή που ζούμε η ευχή «Καλή χρονιά, με υγεία» φαντάζει πιο ουσιώδης από ποτέ. Κλείνοντας, αυτή την ευχή θα δώσουμε και εμείς σε όλους μας συμπληρώνοντάς τη με άλλες δύο: μακάρι τα εμβόλια να υψώσουν εφέτος το τείχος προστασίας ενάντια στον SARS-CoV-2 το οποίο έχουμε τόση ανάγκη και παράλληλα μακάρι, ακόμα και αν ο κορωνοϊός απειλήσει την υγεία μας ετούτη τη χρονιά, η επιστήμη να έχει καταφέρει να κάνει ακόμα μεγαλύτερα θεραπευτικά βήματα ώστε να μην του επιτρέψει να απειλήσει και τη ζωή μας. Αλλά τώρα πια ξέρουμε επίσης ότι είναι σε μεγάλο βαθμό και στο δικό μας χέρι το να μην αφήσουμε τον ιό να μας «αγγίξει». Και αυτό, όπως όλα δείχνουν, δεν πρέπει να το ξεχάσουμε στιγμή ούτε το 2021…
Κρίσιμοι οι επόμενοι μήνες
«Θα χρειαστεί να περιμένουμε έως τα τέλη του 2021 πριν αρχίσουμε να βλέπουμε ένα επίπεδο πληθυσμιακής ανοσίας σε κάποιες χώρες. Μπορούμε να δούμε φως στην άκρη του τούνελ. Υπάρχει όμως ένα ακόμα τούνελ που πρέπει να περάσουμε και οι επόμενοι μήνες θα είναι κρίσιμοι» προειδοποίησε η Σουμίγια Σουαμινάταν, μια εκ των επικεφαλής επιστημόνων του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας
60% αναμένεται να μειωθούν οι ασθενείς με COVID-19 που θα έχουν ανάγκη οξυγόνου εντός νοσοκομείων έως τον Σεπτέμβριο του 2021 χάρη στα εμβόλια, σύμφωνα με τα όσα προέβλεψε ο πρόεδρος και διευθυντής του Fred Hutchinson Cancer Research Center δρ Λάρι Κόρεϊ, ο οποίος έχει διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στις ΗΠΑ στον σχεδιασμό κλινικών δοκιμών εμβολίων για τον νέο κορωνοϊό.
1 χρόνο τουλάχιστον θα χρειαστεί να πορευόμαστε ακόμη με «σύντροφο» τον νέο κορωνοϊό τηρώντας μέτρα προστασίας, σύμφωνα με τη δρα Ιβον Μαλντονάντο, ειδικό στα Μεταδοτικά Νοσήματα στην Ιατρική Σχολή του Στάνφορντ.
Αντονι Φάουτσι: Πότε θα φθάσουμε στη συλλογική ανοσία
Ο Αντονι Φάουτσι (φωτογραφία), κορυφαίος λοιμωξιολόγος στις ΗΠΑ, που από την πρώτη στιγμή της πανδημίας βρίσκεται στην «πρώτη γραμμή» του σχεδιασμού της αμερικανικής άμυνας εναντίον της, τις τελευταίες ημέρες φιγουράρει ως ένα από τα «Πρόσωπα της Χρονιάς» του 2020 στο περιοδικό «Time» αλλά και στην επιθεώρηση «Nature». Αυτό δεν είναι διόλου τυχαίο, καθώς ο δρ Φάουτσι διαθέτει τεράστια πείρα στο πεδίο της δημόσιας υγείας – είναι διευθυντής του Εθνικού Ινστιτούτου για τις Αλλεργίες και τις Μεταδοτικές Νόσους (NIAID) των ΗΠΑ επί 36 συναπτά έτη και έχει διαχειριστεί τεράστιες κρίσεις, από τον ιό HIV του ΑΙDS, ως την ελονοσία, τον ιό Εμπολα, τον ιό Ζίκα, τη γρίπη και πλήθος άλλους ιούς του αναπνευστικού. Ετσι η πρόσφατη πρόβλεψη που έκανε σχετικά με το πώς θα τελειώσει ο ιογενής «εφιάλτης» που ζούμε έχει ιδιαίτερη βαρύτητα. Οπως είπε, κατά τη διάρκεια διαδικτυακής συνάντησης για τη δημόσια υγεία που διοργανώθηκε από τη Σχολή Δημόσιας Υγείας T.H. Chan του Χάρβαρντ και την επιθεώρηση «Τhe New England Journal of Medicine», αν όλα πάνε καλά με τους εμβολιασμούς, θα μπορούσαμε να αγγίξουμε τη συλλογική ανοσία ως το τέλος αυτού του καλοκαιριού και «μια κανονικότητα η οποία θα πλησιάζει εκείνη που ξέραμε θα επανέλθει ως το τέλος του 2021».
Ο δρ Φάουτσι τόνισε ότι η εκτίμησή του αυτή εξαρτάται από αρκετούς παράγοντες, με κυριότερο το πόσοι πολίτες θα δεχθούν να εμβολιαστούν. Ανέφερε συγκεκριμένα ότι αν το 75%-80% των πολιτών εμβολιαστούν στο πλαίσιο μεγάλων εμβολιαστικών εκστρατειών οι οποίες στις ΗΠΑ αναμένεται να ξεκινήσουν το δεύτερο τρίμηνο της χρονιάς, τότε στη χώρα η ανοσία της αγέλης θα αρχίσει να επιτυγχάνεται μήνες αργότερα. Αν όμως τα ποσοστά εμβολιασμού είναι σημαντικά χαμηλότερα, της τάξεως του 40%- 50%, τότε θα παρέλθει πολύ μεγάλο διάστημα ώστε να φθάσουμε στη συλλογική ανοσία. Σε κάθε περίπτωση, ο κορυφαίος ειδικός υπογράμμισε ότι δεν πρέπει να περιμένουμε πως θα απαλλαγούμε από τις μάσκες τώρα που ξεκίνησαν οι εμβολιασμοί, καθώς δεν έχει αποδειχθεί ότι τα εμβόλια σταματούν τη μετάδοση του ιού.

