Ντέιβιντ Φίνκελχορ: Οι γονείς θύτες στις περισσότερες περιπτώσεις κακοποιημένων παιδιών
Ο πλέον διακεκριμένος, σε παγκόσμιο επίπεδο, κοινωνιολόγος και ερευνητής της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών μιλάει στο «Βήμα» και ξετυλίγει τους σκοτεινούς δρόμους που οδηγούν τους γονείς στη βία
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Κάθε υπόθεση σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών που βλέπει το φως της δημοσιότητας σοκάρει – όπως είναι φυσιολογικό – την κοινή γνώμη. Η καταγγελία, όμως, του εγκλήματος αυτού παραμένει ακόμα ταμπού, με τα θύματα και τους μάρτυρες – τις περισσότερες φορές δεν υπάρχουν – να το κρατούν επτασφράγιστο μυστικό. Σύμφωνα με τους ειδικούς, οι καταγγελίες στις Αρχές δεν αποτυπώνουν την πραγματική εικόνα του προβλήματος και ο φόβος του στιγματισμού μαζί με την έλλειψη κατάλληλων υποδομών που θα αγκαλιάσουν τα παιδιά-θύματα συνιστούν αποτρεπτικούς παράγοντες για να μιλήσουν για αυτά που έχουν βιώσει.
Για περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του New Hampshire και διευθυντής του Ερευνητικού Κέντρου για τα Εγκλήματα κατά Παιδιών (Crimes Against Children Research Center) στις ΗΠΑ Ντέιβιντ Φίνκελχορ (David Finkelhor) ερευνά το φαινόμενο της σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών, της θυματοποίησής τους και της ενδοοικογενειακής βίας. Θεωρείται ο πλέον διακεκριμένος, σε παγκόσμιο επίπεδο, κοινωνιολόγος και ερευνητής του φαινομένου, με εκατοντάδες δημοσιεύσεις και έρευνες σε επιστημονικά συνέδρια και περιοδικά.
Ο ίδιος μάλιστα δηλώνει ότι δεν θα σταματήσει την έρευνά του μέχρι να αποδείξει ότι το πρόβλημα της σεξουαλικής κακοποίησης είναι ευρέως διαδεδομένο. Την ερχόμενη Πέμπτη, 28 Φεβρουαρίου, έρχεται στην Αθήνα για να μιλήσει στο διεθνές συνέδριο για τη σεξουαλική κακοποίηση που διοργανώνει το Χαμόγελο του Παιδιού. Πριν ανέβει στο βήμα του συνεδρίου, μίλησε γι’ αυτό το κρίσιμο θέμα στο «Βήμα».
Ζητούμενο η ενημέρωση
της κοινωνίας
Την απόφαση να ασχοληθεί με το συγκεκριμένο αντικείμενο την πήρε το 1977, όταν κατά τη διάρκεια των διδακτορικών του σπουδών στο Harvard Graduate School παρατήρησε την έλλειψη έρευνας για τη δυναμική που λάμβανε το φαινόμενο. Επειτα από τόσα χρόνια έρευνας και μελέτης σχολιάζει ότι «δεν καταλαβαίνουμε όλους τους λόγους για τους οποίους οι παραβάτες κακοποιούν παιδιά. Οι αποκλίνουσες μορφές σεξουαλικής διέγερσης, η μοναξιά, οι λανθασμένες αντιλήψεις για τους κανόνες και τις επιπτώσεις, καθώς και η αίσθηση της ανεπάρκειας, μπορούν να πυροδοτήσουν τη σεξουαλική κακοποίηση. Σε πολλές περιπτώσεις οι θύτες είναι επίσης ανήλικοι και εκεί έχουμε τον θυμό, τα αντίποινα, τις κοινωνικές δεσμεύσεις, την περιέργεια και την ανωριμότητα».
Στις χώρες που επικεντρώνεται η έρευνα του ερευνητικού κέντρου (ΗΠΑ, Καναδάς, Αυστραλία και Γερμανία) τα στατιστικά εμφανίζουν πτωτικούς δείκτες. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Ερευνητικού Κέντρου, η οποία μελετά τις υποθέσεις κακοποίησης παιδιών στις ΗΠΑ από το 1990 έως το 2016 και δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο του 2018, τα ποσοστά των υποθέσεων σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών που καταγγέλθηκαν και ερευνήθηκαν παρουσιάζουν μια πτώση της τάξεως του 65% συνολικά από το 1992 έως το 2016.
Οπως σχολιάζει ο κ. Φίνκελχορ, ένα από τα επιτεύγματα της κοινωνιολογίας σε αυτόν τον τομέα είναι ότι έχουν κάνει το κοινό πιο ενήμερο για διαφορετικά είδη απειλών από τις οποίες κινδυνεύουν τα παιδιά τους, με αποτέλεσμα τα ποσοστά της τελευταίας εικοσαετίας να έχουν μειωθεί σημαντικά. Ωστόσο επισημαίνει ότι οι περισσότερες υποθέσεις σεξουαλικής κακοποίησης δεν καταγράφονται στις Αρχές και η αναφορά τους είναι ιδιαίτερα χαμηλή. «Εάν δεν υπάρχει αυξημένη ευαισθητοποίηση του κοινού, συζήτηση του θέματος στα μέσα ενημέρωσης και κατάλληλη εκπαίδευση για την εφαρμογή του νόμου ως προς τον τρόπο διαχείρισης τέτοιων υποθέσεων, θα μένουν στο σκοτάδι. Οσο μεγαλύτερη είναι η ευαισθητοποίηση του κοινού μέσα από τη δική μας και τη δική σας ενημέρωση, τόσο θα μειώνεται ο επιπολασμός του φαινομένου» σχολιάζει, υπογραμμίζοντας ότι συνεχώς «μαθαίνουμε περισσότερα γι’ αυτό και ερχόμαστε να εκτιμήσουμε την επιβλαβή και μακροχρόνια επίδρασή του στους ανθρώπους. Αλλά δεν νομίζουμε ότι αυξάνεται».
Μέσα στα χρόνια της έρευνας εκείνο που τον συντάραξε περισσότερο στο κομμάτι της κακοποίησης παιδιών είναι οι ανθρωποκτονίες από τους ίδιους τους γονείς.
Τα παιδιά είναι
τα μεγαλύτερα θύματα
«Τα περισσότερα παιδιά κάτω των 15 ετών πεθαίνουν στην πλειονότητά τους από τους γονείς τους παρά από κάποιον άλλον. Μεγαλύτερο κίνδυνο διατρέχουν τα παιδιά κάτω των 3 ετών. Ο θάνατος μπορεί να οφείλεται σε χτυπήματα ή σε σοβαρή αμέλεια. Είναι εξαιρετικά υποβαθμισμένο ως φαινόμενο, αφού σε αυτές τις ηλικίες είναι δύσκολο να διαφοροποιηθούν οι ανθρωποκτονίες από τους τυχαίους τραυματισμούς και τους θανάτους» εξηγεί ο καθηγητής.
Μαζί με τους διακεκριμένους ερευνητές που στελεχώνουν το Crimes Against Children Research Center συνέγραψαν τη μελέτη «Developmental victimology», ή όπως θα μεταφράζαμε στα ελληνικά «Εξελικτική θυματολογία». Πρόκειται για «την καταγραφή όλων των τρόπων με τους οποίους τα παιδιά γίνονται θύματα εγκληματικότητας και βίας κατά τη διάρκεια της ευαίσθητης ηλικίας τους, όχι μόνο θύματα σεξουαλικής κακοποίησης, αλλά και επιθέσεων, εκφοβισμού κ.λπ., αλλά και τη συμπλήρωση του πεδίου της παραβατικότητας των ανηλίκων, το οποίο καλύπτει όλους τους τρόπους με τους οποίους τα παιδιά γίνονται παραβάτες. Αλλά τα παιδιά είναι στην πραγματικότητα πολύ πιο συχνά θύματα από ό,τι παραβάτες. Είναι τα μεγαλύτερα θύματα του πληθυσμού» αναφέρει.
Ανυπαρξία δομών και σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης
Στη χώρα μας, παρ’ όλο που υπάρχουν πρωτοβουλίες από φορείς και οργανώσεις για την πολιτική που θα πρέπει να εφαρμοστεί τόσο για την κατάλληλη ενημέρωση του πληθυσμού όσο και για τις δομές που θα έπρεπε να υπάρχουν, αλλά και για την επίσπευση των νομικών διαδικασιών για την απονομή δικαιοσύνης, θεσμικά δεν έχουν γίνει παρά ελάχιστα βήματα.
Ειδικοί επισημαίνουν στο «Βήμα» ότι ένα από τα πρώτα πράγματα που θα πρέπει να μάθουν γονείς και εκπαιδευτικοί στα μικρά παιδιά είναι να τους γνωρίσουν το σώμα τους μέσω της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης και να τους ενημερώσουν για τους κινδύνους της σεξουαλικής εκμετάλλευσης. Ωστόσο, το μάθημα της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης μέχρι σήμερα δεν διδάσκεται. Παράλληλα απουσιάζουν οι κατάλληλες κρατικές δομές όπου θα μπορούν να απευθύνονται τα παιδιά-θύματα, ενώ εκλείπουν και οι φιλικές προς το παιδί διαδικασίες που θα συμβάλουν στη μείωση της δευτερογενούς επαναθυματοποίησης των παιδιών αυτών.
Αξίζει στο σημείο αυτό να αναφερθεί ότι το Χαμόγελο του Παιδιού, μεταξύ άλλων, έχει δημιουργήσει ένα Κέντρο Συνηγορίας του Παιδιού, έναν αυτόνομο και ειδικά διαμορφωμένο χώρο στον οποίο – υπό καθεστώς πλήρους προστασίας – παιδιά μετέχουν στις νομικές διαδικασίες με την ιδιότητα του θύματος ή του μάρτυρα σύμφωνα με διεθνείς προδιαγραφές και μέσω θεσμοθετημένων διαδικασιών· παρότι τον έχουν παραχωρήσει στο υπουργείο Δικαιοσύνης για τη διενέργεια των δικανικών συνεντεύξεων, δεν λειτούργησε ποτέ.

