Οι δύο γυναίκες που «σφράγισαν» την καταδίκη της Χρυσής Αυγής
Η «μάνα-σύμβολο» και η πρόεδρος του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων της Αθήνας άφησαν ανεξίτηλα τα αποτυπώματά τους στη πέντε και πλέον χρόνων δικαστική διαδρομή
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Το πρωί της 20ής Απριλίου 2015, όταν η πρόεδρος του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων της Αθήνας Μαρία Λεπενιώτη κήρυσσε στη δικαστική αίθουσα των γυναικείων φυλακών του Κορυδαλλού την έναρξη της δίκης για την εγκληματική οργάνωση της Χρυσής Αυγής, ήταν η πρώτη φορά που συναντήθηκε με τη Μάγδα Φύσσα, τη μητέρα του δολοφονημένου Παύλου από το χέρι του ισοβίτη Γιώργου Ρουπακιά.
Στα πέντε και πλέον χρόνια που ακολούθησαν μέχρι την έκδοση της ιστορικής απόφασης οι δύο αυτές γυναίκες, όχι τυχαία, αλλά με πλήρη συνείδηση και απόλυτη συναίσθηση του ρόλου και του καθήκοντος που είχαν να επιτελέσουν, η καθεμία από τη δική της πλευρά, κατά κοινή ομολογία σφράγισαν με την παρουσία τους τη δικαστική διαδρομή.
Η «μάνα-σύμβολο»
«Μάνα-σύμβολο» χαρακτηρίστηκε η Μάγδα Φύσσα, η οποία δεν έλειψε από σχεδόν καμία συνεδρίαση του δικαστηρίου. Ηταν πάντα εκεί παρούσα στις κρίσιμες στιγμές της δίκης να θυμίζει με την αξιοπρέπειά της, τη στάση της και τις ολιγόλογες παρεμβάσεις της την απόφασή της να αναμετρηθεί με το τέρας του φασισμού και να σταθεί όρθια, αλλά και την πίστη της στη Δικαιοσύνη.
Η ίδια η Μάγδα Φύσσα, παλαιότερα μέσα σε 21 λέξεις προσπάθησε να χωρέσει όλα τα συναισθήματα που της γεννώνται κάθε φορά από τον τρόπο που την αντιμετωπίζουν, ακόμα και άγνωστα σε αυτήν παιδιά που συναντά στον δρόμο, αναφέροντας χαρακτηριστικά: «Είχα τον Παύλο και απέκτησα τόσα παιδιά, και όταν περπατάω στον δρόμο και με φωνάζουν «μάνα», αυτό για μένα είναι συγκλονιστικό».
Μία από τις πιο δύσκολες στιγμές για εκείνη κατά τη διάρκεια της δίκης ήταν η πρόταση της εισαγγελέως της έδρας Αδαμαντίας Οικονόμου, η οποία είχε εισηγηθεί μόνο την ενοχή του Γ. Ρουπακιά ζητώντας από τους δικαστές – εκείνοι δεν το έπραξαν, όπως αποδείχθηκε με την ανακοίνωση της ομόφωνης ετυμηγορίας τους – να αθωώσουν τόσο τα πρόσωπα που καταδικάστηκαν για συνέργεια στην εγκληματική πράξη όσο και τους πρώην βουλευτές, οι οποίοι, κατά περίπτωση, καταδικάστηκαν για συμμετοχή, ένταξη και διεύθυνση σε εγκληματική οργάνωση.
«Να κάνω μια ερώτηση στην κυρία εισαγγελέα… Τελικά σήμερα ξαναμαχαιρώσατε τον Παύλο; Αιμορραγεί η πληγή του. Θα ήθελα να απαντήσει…» είπε η Μάγδα Φύσσα στην εισαγγελέα πριν από έναν χρόνο, στις 18 Δεκεμβρίου 2019, ημέρα της απαλλακτικής αγόρευσής της.
Το αποτύπωμα της Προέδρου
Στον αντίποδα, η εικόνα της μητέρας του δολοφονημένου Παύλου Φύσσα να φωνάζει «Γιε μου, τα κατάφερες», μεταφέροντας με τον πιο συγκλονιστικό τρόπο το μήνυμα της Δικαιοσύνης, το πρωινό της 7ης Οκτωβρίου 2020, προκάλεσε ρίγη συγκίνησης και δικαίως καταγράφεται ως η κορυφαία στιγμή μιας δύσκολης και επίπονης διαδικασίας. Μιας διαδικασίας που είναι αλήθεια ότι πολλές φορές διεξήχθη στη σκιά της δημοσιότητας, σε αντίθεση με τις τελευταίες ημέρες που οι προβολείς ήταν διαρκώς στραμμένοι στη δικαστική αίθουσα και η απόφαση έκανε τον γύρο του κόσμου παραδίδοντας «μαθήματα δημοκρατίας».
Ακόμα όμως και εκείνες τις ώρες, που στο ακροατήριο ήταν ελάχιστοι, η πρόεδρος του δικαστηρίου με την ίδια επιμέλεια και σεβασμό στις αρχές του κράτους δικαίου σήκωσε το δικονομικό βάρος και το βάρος της ουσιαστικής διερεύνησης της αλήθειας της υπόθεσης που κληρώθηκε να δικάσει μαζί με τους συναδέλφους της Ανδρέα Ντόκο και Γεσθημανή Τσουλφόγλου, οι οποίοι αποτέλεσαν τη σύνθεση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων της Αθήνας και πέρασαν στην Ιστορία ως «οι δικαστές που δίκασαν τη Χρυσή Αυγή».
Η υψηλή νομική της κατάρτιση και η έμφυτη ικανότητά της να χειρίζεται ευθύβολα δύσκολες υποθέσεις με αίσθημα δικαιοσύνης έχουν εδώ και δεκαετίες διαμορφώσει τον πυρήνα του επαγγελματικού της αποτυπώματος στο δικαστικό σώμα. Δεν είναι λίγες οι φορές μάλιστα στα χρόνια διεξαγωγής της δίκης που οι δικές της παρεμβάσεις, παρατηρήσεις και ερωτήσεις είχαν μονοπωλήσει το ενδιαφέρον των συνεδριάσεων. Ακόμα και για τον απλό παρατηρητή της δίκης ήταν ξεκάθαρο πως η κυρία Λεπενιώτη γνώριζε σε βάθος και με λεπτομέρειες την ογκωδέστατη δικογραφία.
«Η Δικαιοσύνη ήταν γυναίκα»
Η τύχη ή, επί το ορθότερον, η κληρωτίδα έφερε την πρόεδρο Μαρία Λεπενιώτη να είναι παρούσα για δεύτερη φορά σε υπόθεση με επίκεντρο την εγκληματική δράση της Χρυσής Αυγής. Πριν από 32 χρόνια η κυρία Λεπενιώτη ήταν η ανακρίτρια που είχε χειριστεί την υπόθεση της επίθεσης σε βάρος του Δημήτρη Κουσουρή από ομάδα μελών της Χρυσής Αυγής με επικεφαλής το τότε στέλεχός της Αντώνη Ανδρουτσόπουλο ή «Περίανδρο».
«Οταν την είδα, ως πρόεδρο, κάτι μου θύμιζε· θυμήθηκα ότι ήταν η γυναίκα που μου είχε πάρει την πρώτη κατάθεση, ως ανακρίτρια τότε, όντας ακόμη στην Εντατική» είπε χαρακτηριστικά ο Δημήτρης Κουσουρής – είχε δεχθεί τον Ιούνιο του 1998, φοιτητής τότε της Φιλοσοφικής και μέλος της ΕΦΕΕ, την πρώτη δολοφονική επίθεση από μέλη της Χρυσής Αυγής – μιλώντας στο MEGA τον περασμένο Οκτώβριο, ενώ γράφονταν οι τελευταίες σελίδες της πρωτόδικης δίκης.
Για την ιστορία, αξίζει να αναφέρουμε ότι η πρόεδρος Μαρία Λεπενιώτη είναι ίδια σειρά με βάση την επετηρίδα της Πολιτικής και Ποινικής Δικαιοσύνης με τις δύο συναδέλφους της οι οποίες είχαν επιλεγεί από την Ολομέλεια του Εφετείου της Αθήνας και διενήργησαν την κύρια ανάκριση που οδήγησε στο εδώλιο τους κατηγορουμένους για συμμετοχή στην υπόθεση της Χρυσής Αυγής. Πρόκειται για την κυρία Ιωάννα Κλάπα-Χριστοδουλέα, η οποία επίσης έχει προαχθεί στον βαθμό του αρεοπαγίτη, και την κυρία Μαρία Δημητροπούλου-Ανδρεάδου, η οποία αποχώρησε τον περασμένο Ιούνιο από το δικαστικό σώμα, λόγω συμπληρώσεως ορίου ηλικίας.
«Είναι αδιαμφισβήτητο ότι σε αυτή την υπόθεση η Δικαιοσύνη ήταν γυναίκα» δήλωνε στον «Guardian» η Μαρία Στρατηγάκη, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής του Παντείου Πανεπιστημίου, προσθέτοντας ότι ο ρόλος που διαδραμάτισαν οι γυναίκες στην εξέλιξη της δίκης αποτελεί σημαντικό πλήγμα στην ιδεολογία της Χρυσής Αυγής που βασίζεται στην ανδρική υπεροχή.

