«Οι αυξήσεις μισθών δεν ανατροφοδοτούν τον πληθωρισμό»
«Το σπιράλ της ανατροφοδότησης των τιμών αποτελεί έναν μύθο» σημειώνουν οι ειδικοί στη «Wall Street Journal»
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Τα τύμπανα πολέμου με αφορμή το Ουκρανικό έχουν εκτινάξει στα ύψη τις τιμές του πετρελαίου αλλά και τον πληθωρισμό, που «τρέχει» παγκοσμίως με τους ταχύτερους ρυθμούς των τελευταίων 40 χρόνων – από την εποχή του πολέμου Ιράν – Ιράκ, δύο μεγάλων πετρελαιοπαραγωγικών κρατών-μελών του OPEC. Ο καλπασμός των τιμών ενέργειας και τροφίμων κατά κύριο λόγο (διότι ο δομικός πληθωρισμός παραμένει ακόμα αρκετά συγκρατημένος) κάνει αισθητή την ακρίβεια στα νοικοκυριά, αφού «ροκανίζει» την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών, που ευλόγως ζητούν αυξήσεις στους μισθούς.
Φειδωλές αυξήσεις
Από την άλλη πλευρά, οι εργοδότες επίσης ευλόγως προσπαθούν να δώσουν όσο το δυνατόν πιο φειδωλές αυξήσεις, διότι η εκτίναξη του κόστους της ενέργειας και των πρώτων υλών συμπιέζει ασφυκτικά τα περιθώρια κερδών των επιχειρήσεων. Στη διελκυστίνδα αυτή το κεντρικό επιχείρημα της εργοδοσίας, που καταφέρνει μάλιστα και θεωρητικοποιεί την άποψή της, είναι το ότι οι αυξήσεις των μισθών
(ανα)τροφοδοτούν τον πληθωρισμό, αφού ενισχύουν την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων και κατά συνέπεια αυξάνουν την καταναλωτική ζήτηση.
Σε μια παγκόσμια συγκυρία κατά την οποία η πάλαι ποτέ ΑΤΑ (Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή) έχει μπει στο «χρονοντούλαπο της Ιστορίας», όπως με θλίψη θα αναγνώριζε ο εμπνευστής της, οι κυβερνώντες σε κάθε γωνιά της Γης καλούνται να τετραγωνίσουν τον κύκλο εφαρμόζοντας αντιπληθωριστικές πολιτικές για να αναστρέψουν την τάση ανόδου των τιμών και ταυτόχρονα υιοθετώντας μέτρα προστασίας της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών. Διότι οι καταναλωτές είναι και ψηφοφόροι. Και όπως διαπιστώνει κανείς από την προεκλογική μάχη δύο μήνες προτού στηθούν οι κάλπες στη Γαλλία, το κεντρικό θέμα της πολιτικής αντιπαράθεσης των υποψηφίων και των παρατάξεων είναι η αγοραστική δύναμη των Γάλλων. Πώς θα προστατευθεί (και ποιος θα την προστατεύσει) καλύτερα.
Η κότα και το αβγό
Για να προστατευθεί όμως η αγοραστική δύναμη χρειάζονται αυξήσεις μισθών. Αυξήσεις που οι επιχειρήσεις αρνούνται να δώσουν με το επιχείρημα ότι ανατροφοδοτούν τον πληθωριστικό φαύλο κύκλο. Το ερώτημα αν είναι ο πληθωρισμός που ανεβάζει τους μισθούς ή οι μισθοί που ανεβάζουν τον πληθωρισμό έχει απαντηθεί από την οικονομική επιστήμη, όπως έχει εξάλλου απαντηθεί και το ερώτημα αν η κότα έκανε το αβγό ή το αβγό την κότα – η εξελικτική βιολογία απεφάνθη ότι κάποτε από κάποιο αβγό ενός «άλλου» πτηνού βγήκε η πρώτη κότα.
«Το σπιράλ της ανατροφοδότησης των μισθών και των τιμών αποτελεί έναν μύθο: ο πληθωρισμός ωθεί τους μισθούς προς τα κάτω και όχι προς τα πάνω» εξηγεί στη «Wall Street Journal» ο Τζατζ Γκλοκ, εκτελεστικός διευθυντής Πολιτικής του εδρεύοντος στο Τέξας των Ηνωμένων Πολιτειών Cicero Institute. Ο πρώην καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Δυτικής Βιρτζίνια θεωρεί ότι η πρόσφατη ανακοίνωση του αμερικανικού υπουργείου Εργασίας ότι οι αμοιβές των εργαζομένων στις ΗΠΑ αυξήθηκαν κατά μέσο όρο κατά 5,7% σε ετήσια βάση – πρόκειται για τη μεγαλύτερη αύξηση την τελευταία εικοσαετία – «είναι εσφαλμένη και εδράζεται σε μια οικονομική ιδέα που επιμένει να επιβιώνει και να οδηγεί σε λάθος πολιτικές».
Πραγματικοί μισθοί
Τα στοιχεία που ανακοίνωσε το υπουργείο Εργασίας ακολούθησαν χρονικά άλλα, που έδειξαν ότι ο δείκτης τιμών καταναλωτή αυξήθηκε κατά 7,5% το τελευταίο 12μηνο. Ως εκ τούτου, μια ακριβέστερη διατύπωση εκ μέρους του υπουργείου Εργασίας θα έπρεπε να είναι, κατά τον αμερικανό οικονομολόγο, ότι «οι πραγματικοί μισθοί μειώθηκαν κατά 1,8% στη χώρα το τελευταίο 12μηνο».
Είναι βέβαια η διάκριση μεταξύ ονομαστικών και πραγματικών μισθών που κάνει τη διαφορά. Διότι και το ίδιο το υπουργείο αναγνωρίζει ότι το 2021 συρρικνώθηκαν οι πραγματικοί μισθοί και «ροκανίστηκε» από την ακρίβεια η αγοραστική δύναμη των εργαζομένων. Αναφέρει συγκεκριμένα σε προγενέστερη ανακοίνωσή του το υπουργείο Εργασίας ότι το «πραγματικό ωρομίσθιο» των Αμερικανών (αφού αποπληθωριστεί δηλαδή) υποχώρησε στα 11,22 δολάρια τη χρονιά που πέρασε, από 11,41 δολάρια που ήταν το 2020. Μειώθηκε δηλαδή κατά 1,7%.
Η πανδημία
Η κάμψη των πραγματικών εισοδημάτων των εργαζομένων στις ΗΠΑ ήταν όμως ακόμα μεγαλύτερη τη χρονιά που πέρασε για λόγους πανδημικούς. Πάντοτε βάσει των υπολογισμών του αρμόδιου αμερικανικού υπουργείου, τα καθαρά εισοδήματα του μέσου εργαζομένου μειώθηκαν κατά 3,1%, από τα 399,52 στα 387,06 δολάρια το 12μηνο, λόγω του ότι τα μέτρα για τον περιορισμό της πανδημίας περιόρισαν εν τέλει τον εβδομαδιαίο χρόνο απασχόλησης των εργαζομένων.
Και όμως, το τελευταίο δίμηνο (Δεκέμβριος του 2021 και Ιανουάριος του 2022) στις ΗΠΑ ο μέσος εργαζόμενος είδε τα εισοδήματά του να αυξάνονται κατά 0,1% πάνω από τον τιμάριθμο! Οι ειδικοί, ωστόσο, προειδοποιούν τους πολίτες-καταναλωτές να μην αναθαρρούν: «Οι πιέσεις των τιμών στα νοικοκυριά δεν φαίνεται να τερματίζονται σύντομα» δήλωσε στο δίκτυο μέσων ενημέρωσης CNBC ο Γκρεγκ Μακ Μπράιντ, επικεφαλής οικονομικός αναλυτής της νεοϋορκέζικης εταιρείας παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών Bankrate.
Η ακρίβεια «ροκανίζει» την αγοραστική δύναμη
Ο πληθωρισμός ροκανίζει τα εισοδήματα των εργαζομένων και των οικογενειών τους, όχι όμως κατά τον ίδιο βαθμό. Κάποιοι επαγγελματίες στις ΗΠΑ είδαν τα εισοδήματά τους να αυξάνονται με σαφώς ταχύτερο ρυθμό από τον τιμάριθμο. «Οι μεγαλύτερες αυξήσεις παρατηρούνται στη βάση της κλίμακας των εισοδημάτων. Ενώ η μέση αύξηση των μισθών ήταν 5,7% το 2021, οι μισθοί των εργατών παραγωγής που δεν έχουν εποπτικά καθήκοντα αυξήθηκαν κατά 7%. Οι εργαζόμενοι στις αποθήκες είδαν τις απολαβές τους να αυξάνονται κατά 9,1%, ενώ για τους απασχολουμένους στην εστίαση, στα ξενοδοχεία και στην ψυχαγωγία οι αυξήσεις έφθασαν στο 15%, αντισταθμίζοντας με το παραπάνω την άνοδο του πληθωρισμού» δήλωσε στον αμερικανικό ραδιοφωνικό σταθμό Marketplace η Κλόντια Σαμ του ανεξάρτητου ερευνητικού Ινστιτούτου Jain Family Institute.
Οντως, βάσει των επίσημων στοιχείων, το μέσο ωρομίσθιο των εργαζομένων στα εστιατόρια, στα μπαρ και στα ξενοδοχεία έφθασε στα 17,08 δολάρια τη χρονιά που πέρασε. Είναι όμως οι κλάδοι που χτυπήθηκαν περισσότερο από τους εγκλεισμούς και τις καραντίνες που έφερε η πανδημία. Πολλοί απασχολούμενοι στην εστίαση και τη φιλοξενία εξάλλου αποφάσισαν κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης να αλλάξουν επάγγελμα και στους κλάδους αυτούς παρατηρήθηκε πιο έντονο το φαινόμενο της «Μεγάλης Παραίτησης», με αποτέλεσμα οι εργοδότες μετά το άνοιγμα της οικονομίας (και των καταστημάτων) να πληρώνουν όσο-όσο για να βρουν υπαλλήλους για να προσλάβουν. Σε κάθε περίπτωση, οι χαμηλόμισθοι, παρά τις μεγαλύτερες ποσοστιαίες μισθολογικές αυξήσεις που εισπράττουν, εξακολουθούν να συγκροτούν τις πλέον ευάλωτες κοινωνικές ομάδες λόγω της μεγαλύτερης εργασιακής ανασφάλειας και των ελάχιστων έως ανύπαρκτων αποταμιεύσεων και περιουσιακών στοιχείων που διαθέτουν. Η μεσαία τάξη είναι εκείνη που βιώνει τη μεγαλύτερη ποσοστιαία μείωση της αγοραστικής της δύναμης. Αυτή είναι εξάλλου εκείνη που διαμορφώνει και τις κυβερνητικές πλειοψηφίες στις σύγχρονες Δημοκρατίες.

