Οι 365 ημέρες που συγκλόνισαν το θέατρο
Ενας χρόνος συμπληρώνεται από την ημέρα που τέθηκαν σε λειτουργία τα πρώτα μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας και οδήγησαν στο κλείσιμο των σκηνών
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Οσο δύσκολα θα μπορούσε να έχει προβλέψει κανείς τον κορωνοϊό, άλλο τόσο, αν όχι και περισσότερο, θα μπορούσε να φανταστεί ποιες θα ήταν οι επιπτώσεις από την πανδημία για τη θεατρική τέχνη. Και όμως, έναν χρόνο μετά, με τις σκηνές να παραμένουν κλειστές, ο χώρος αντιμετωπίζει τη μεγαλύτερη κρίση από τη Μεταπολίτευση και μετά.
Δεν αφορά πλέον μόνο τον κορωνοϊό αυτή η κρίση. Τα μέτρα για την αντιμετώπισή του, που επέδρασαν καταλυτικά, οδήγησαν σε ένα ντόμινο εξελίξεων, σαν κύμα – ή μάλλον τσουνάμι. Σε αυτό προστέθηκε το κίνημα #ΜeΤoo που άνοιξε μετά τις καταγγελίες της Σοφίας Μπεκατώρου. Η επαγγελματική και οικονομική καθεστηκυία τάξη που έφερε το θέατρο και τους ανθρώπους του ενώπιος ενωπίω δεν είχε να αντιμετωπίσει μόνο έναν εξωτερικό, άγνωστο εχθρό, αλλά και έναν εσωτερικό, γνωστό αυτή τη φορά. Και πολύ επικίνδυνο: Γιατί, όπως αποδεικνύεται, σχεδόν καθημερινά τα ανοιχτά μέτωπα ήταν πολλά, όπως και οι πληγές.
Μια ανακοίνωση Παρασκευή και 13…
Ολα ξεκίνησαν από ένα δελτίο Τύπου με ημερομηνία 13 Μαρτίου 2020: «Μετά από ομόφωνη εισήγηση της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας για τον νέο κορωνοϊό, αποφασίστηκε η αναστολή της λειτουργίας για 14 μέρες, ξεκινώντας από αύριο Σάββατο 14 Μαρτίου 2020, των παρακάτω:
(…) Κινηματογράφοι, θέατρα, αίθουσες θεαμάτων….».
Η αγωνία και ο πρώτος πανικός έφεραν άμεσα μια ανατροπή: παραστάσεις και πρόβες διεκόπησαν, πρεμιέρες αναβλήθηκαν επ’ αόριστον και πολλές ακυρώθηκαν. Οι αυλαίες έπεσαν. Τα θέατρα έκλεισαν. Το φάσμα της ανεργίας ανέτειλε… Η αντίδραση του υπουργείου Πολιτισμού άργησε, αλλά εν συνεχεία μια σειρά πρωτοβουλιών τόνωσαν αλλά δεν έλυσαν τα προβλήματα των εργαζομένων στον χώρο του θεάτρου, καλλιτεχνών και μη. Το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών αναδιοργανώθηκε σε μια προσπάθεια να αντιμετωπίσει, πλάι στην πανδημία, και τα χρόνια ανοιχτά ζητήματα του χώρου. Το περασμένο καλοκαίρι ορισμένες μόνο παραγωγές από το ελεύθερο θέατρο και όσες είχαν ήδη προγραμματιστεί από τις κρατικές σκηνές πραγματοποιήθηκαν, με τα μέτρα και τα υγειονομικά πρωτόκολλα να έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο. Η συνέχεια αποδείχτηκε χειρότερη, καθώς η επανεκκίνηση του θεάτρου δεν κράτησε παρά λίγες εβδομάδες. Εκτοτε όλα σιώπησαν και πάλι.
Το ζωντανό θέαμα έδωσε τη θέση του στις μαγνητοσκοπημένες παραστάσεις, ενώ, και αυτό εγγράφεται στα θετικά, το live streaming σε real time επέτρεψε μια μερική επαναλειτουργία κάποιων σκηνών. Γιατί σε αυτή τη δεύτερη καραντίνα οι πρόβες δεν απαγορεύτηκαν, ούτε τα τηλεοπτικά γυρίσματα.
Ωστόσο τα οικονομικά προβλήματα συσσωρεύτηκαν και για ένα μεγάλο τμήμα καλλιτεχνών το ΣΕΗ απέδειξε ότι διαθέτει πλέον και ένα πρόσωπο αλληλεγγύης.
Η βία και οι καταγγελίες
Μόλις το κίνημα #ΜeΤoo έφτασε με καθυστέρηση και στη χώρα μας, άνοιξε η στρόφιγγα των καταγγελιών. Χρόνια ζητήματα που είχαν απασχολήσει τον χώρο του θεάτρου με δυσάρεστες και τραγικές συνέπειες στους ανθρώπους που τον υπηρετούσαν και τον υπηρετούν ήρθαν στο φως με καταιγιστικό ρυθμό.
Αφού ξεπεράστηκε το ερώτημα «Γιατί τώρα;», πήρε τη θέση του ένα «όλοι τα ξέραμε», αλλά ευτυχώς και τα δύο ξεπεράστηκαν. Η βία, λεκτική, σωματική, ψυχολογική και σεξουαλική, σε συνδυασμό με την κατάχρηση εξουσίας, αποδεικνύεται – στα χέρια λίγων, ευτυχώς – μια συνήθεια με ολέθριες επιπτώσεις. Αν και όλες οι πράξεις που καταγγέλθηκαν φαίνεται να πηγάζουν από τη διάθεση επιβολής και επιβεβαίωσης ενός ναρκισσιστικού «εγώ», χρήζουν ξεχωριστής αντιμετώπισης. Είναι ζήτημα ανθρώπων και χαρακτήρων, νοοτροπιών. Είτε έχουν ήδη πάρει τον δρόμο της Δικαιοσύνης είτε όχι – λόγω παραγραφής ή γιατί δεν ανήκουν στη σφαίρα του ποινικού -, καταλήγουν σε μια ετυμηγορία: την «τιμωρία» της δημόσιας διαπόμπευσης με αυτονότητες επιπτώσεις στον προσωπικό και επαγγελματικό τομέα των καταγγελλομένων.
Σε ό,τι αφορά τις συγκεκριμένες περιπτώσεις που έχουν δει ως τώρα το φως της δημοσιότητας – Γιώργος Κιμούλης, Κώστας Σπυρόπουλος, Πέτρος Φιλιππίδης, Παύλος Χαϊκάλης – ο παρονομαστής δεν είναι κοινός.
Ξεχωριστή είναι η περίπτωση του τέως διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου Δημήτρη Λιγνάδη, που παραιτήθηκε στις 6 Φεβρουαρίου. Η υπόθεση του ηθοποιού και σκηνοθέτη, με προεκτάσεις στο πολιτικό σκηνικό, βρίσκεται αποκλειστικά πλέον στα χέρια της Δικαιοσύνης. Στο ντόμινο των εξελίξεων δεν άργησε να ενταχθεί και το εκπαιδευτικό κομμάτι του θεάτρου, με τη Δραματική Σχολή του Εθνικού να προχωρεί επίσης σε καταγγελίες: Ως αποτέλεσμα ήρθε η παραίτηση του Στάθη Λιβαθινού, αφήνοντας ωστόσο αναπάντητα μια σειρά από ερωτήματα.
Κάθαρση ή εμφύλιος, η επόμενη ημέρα
Το εγχώριο θέατρο συνεχίζει να πρωταγωνιστεί με τρόπο που αντίκειται στην ίδια του τη φύση: Ο ηθοποιός είναι εκείνος που ποιεί ήθος, είναι εκείνος που με τη δύναμη του λόγου του γίνεται το μέσο για να ακουστούν αλήθειες για τα σκοτάδια της ανθρώπινης ψυχής. Και εκεί οφείλει να επιστρέψει. Στην επόμενη ημέρα όμως έχει ήδη βρει μια θέση ένας μικρός διχασμός, ένας κάποιος εμφύλιος, όχι ως προς την ουσία της κάθαρσης, στην οποία ουδείς εναντιώνεται, αλλά σε ό,τι έχει να κάνει με ένα ξεκαθάρισμα λογαριασμών.
Τίποτα δεν θα είναι το ίδιο όταν χτυπήσει ξανά το τρίτο κουδούνι. Θα χρειαστεί χρόνος και μια ειλικρινής διάθεση συμφιλίωσης και συνεργασίας. Γιατί όλο αυτό που ξεκίνησε πριν από έναν χρόνο, με την πανδημία στην αρχή και το #ΜeΤoo στη συνέχεια, δεν είχε – και ούτε πρέπει να έχει – άλλον στόχο από την πλήρη εξάλειψη της βίας και την κατάχρηση εξουσίας μέσα στη θεατρική δημιουργία. Και αυτό δεν έχει να κάνει ούτε με την επιτυχία ούτε με το ταλέντο…

