«Ο Τσέχοφ είναι ανελέητος»
Εχοντας κλείσει μια δεκαετία στο θέατρο, ο 32χρονος σκηνοθέτης ανεβάζει τις «Τρεις Αδελφές» του ρώσου δραματουργού στο θέατρο Βεάκη
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Ο «μόλις 25 ετών σκηνοθέτης» μεγάλωσε (!): Σήμερα ο Δημήτρης Καραντζάς, στα 32 του, έχει ήδη κλείσει μια δεκαετία στο θέατρο. Μετά τον Ουίλιαμς, τον Ιψεν και τον καλοκαιρινό Αριστοφάνη ανεβάζει τις «Τρεις Αδελφές», επιστρέφοντας στον Τσέχοφ, με τον οποίο είχε «συναντηθεί» στην αρχή. «Για μένα ο Τσέχοφ είναι μόνιμη επαναφορά. Ακόμα και ο τρόπος γραφής του με επηρεάζει στον τρόπο που σκέφτομαι», λέει.
Στην παράστασή του, η Ολγα, η Ιρίνα και η Μάσα, γερασμένες, σχεδόν εντοιχισμένες, σαν μνημεία που τα φωτογραφίζουν, μοιάζουν με την ανάμνησή τους σε παρόντα χρόνο.
Ενας σκηνοθέτης «οφείλει»
να συναντηθεί με τον Τσέχοφ;
«Οχι. Αν δεν σε ωθήσει το έργο και το υλικό του, ποιος ο λόγος; Για την ιδέα και μόνο; Δεν το καταλαβαίνω».
Ποιο θα λέγατε ότι είναι
το χαρακτηριστικό του;
«Είναι ανελέητος ο Τσέχοφ. Τείνουμε να μιλάμε για τη συμπόνια του προς το ανθρώπινο είδος, αλλά το κατακρεουργεί κιόλας. Οταν άρχισε να μου αποκαλύπτεται η μεγάλη μοναξιά και η εμμονή σε μια ατομική θέαση της ζωής, κατάλαβα ότι βάζει τους ήρωές του σε τεράστια απομόνωση. Κι ας ζούνε σε ένα σπίτι γεμάτο ανθρώπους, διαρκώς».
Γιατί επιλέξατε να είναι γερασμένες οι «Τρεις Αδελφές»;
«Είναι μια συνθήκη που προέκυψε από τις ίδιες. Η πρώτη φράση του έργου είναι «σαν σήμερα». Kαμία από τις τρεις δεν ζει στο παρόν. Ζούνε είτε στο βαθύ παρελθόν είτε σε ένα άλμα στο μέλλον. Υπάρχει μια απόλυτη αδυναμία διαχείρισης του παρόντος. Μπορούν να ξαναενεργοποιηθούν μόνον μέσα από την ανάμνησή τους. Είναι από 20 ως 28 χρόνων κι όμως είναι σαν να έχουν γεράσει πια, σαν να έχουν βιώσει ήδη την εποχή του έργου, μια εποχή που υποσχόταν ελπίδα, έρωτα, φυγή. Εχοντας όμως περάσει στην απόλυτη ματαίωση και έχοντας παγώσει σε έναν χρόνο και ένα τοπίο νεκρικό, είναι σαν να μην μπορούν να ξεφύγουν από τις αναμνήσεις τους. Ζούνε μέσα σε ένα «σαν σήμερα», δοκιμάζοντας την πιθανότητα να πάρουν άλλη τροπή τα πράγματα. Αλλά αυτό δεν θα συμβεί – είναι ήδη ειλημμένη η απόφαση».
Γιατί ο Τσέχοφ είναι
ο αγαπημένος του θεάτρου;
«Αφενός έχει κάτι ακόμα σύγχρονο και στη γλώσσα του. Αφετέρου έχει έναν τρόπο να αφηγείται την πιο τυπική καθημερινότητα με έναν τόσο βαθύ τρόπο. Το πού θα επιλέξει να βάλει παύσεις ή μια συγκεκριμένη λέξη η οποία μπορεί να κουνήσει όλο το σύστημα, χωρίς αυτό να γίνει θέμα, τον κάνει τόσο υπόγειο και υπόκωφο. Μέσα σ’ αυτές τις συναθροίσεις γύρω από τραπέζια και σαμοβάρια, βρίσκει τον τρόπο να ειπωθούν τα πιο βαθιά υπαρξιακά ερωτήματα, αλλά χωρίς ντόρο. Τα αφήνει να υπάρχουν για να σε χτυπήσουν πολύ ύπουλα. Με έναν απλό τρόπο, που κρύβει τεράστιο κόπο, βρίσκει τις πιο βαθιές περιοχές μας – ελάχιστοι το έχουν καταφέρει αυτό νομίζω».
Πόσο έχει αλλάξει ο τρόπος δουλειάς σας με την εμπειρία;
«Εχω στραφεί σε μια πιο ανοιχτή φόρμα ενώ προηγουμένως μπορεί να ήθελα να προτείνω μια συνέπεια – κάτι που μπορεί να μην επέτρεπε στα πράγματα να αναπνεύσουν. Το ενδιαφέρον είναι ότι μπαίνεις σε έναν κυκεώνα πληροφοριών και συνεργασιών και από αυτά προκύπτουν πράγματα που δεν έχεις προβλέψει. Κι όλο αυτό κάποια στιγμή φτάνει σε ένα τέλμα, κάτι που έχω νιώσει, ή σε μια άνθηση, που κι αυτό το έχω νιώσει. Δεν προβλέπεται. Αυτό είναι το ωραίο ρίσκο του θεάτρου που σε κρατάει ζωντανό».
Θέλετε να αναγνωρίζονται
οι παραστάσεις σας;
«Δεν ξέρω αν θα ήθελα – μια περίοδο μου το έλεγαν. Τα τελευταία χρόνια άκουσα πιο πολύ ότι «αιφνιδίασα» και μου άρεσε περισσότερο. Να υπάρχει στίγμα αλλά όχι ως απολυτότητα. Ισως κι εγώ στην προσπάθειά μου να φτιάξω μια δική μου γλώσσα να είχα ένα συγκεκριμένο μοντέλο δουλειάς που μπορεί να με εγκλώβισε. Και τώρα να θέλω να το ανατρέψω».
Αισθάνεστε ότι έχετε καταναλωθεί; Κουράσατε; Κουραστήκατε;
«Την περίοδο που έλεγαν για μένα «ο μόλις 25″ ήμουν πολύ επιφυλακτικός. Η ακαριαία αποθέωση σε κάνει να δεις τον γκρεμό πιο γρήγορα. Κάποιες χρονιές ήταν ανάγκη μου να είμαι τόσο ενεργός και δεν εννοώ βιοποριστική. Αλλες φορές γίνεται από κεκτημένη ταχύτητα. Αυτό που με έχει κουράσει πια, με σκορπίζει, είναι ένα αέναο ταξίδι σε σκηνές. Γι’ αυτό από του χρόνου, που με κάποιον τρόπο θα αναλάβω έναν χώρο με τον παραγωγό Μάριο Τάγαρη, θα μπορώ να αισθάνομαι ότι υπάρχει ένας πυρήνας – θα κάνουμε το πολύ δύο παραγωγές».
Σκηνοθέτης στα 22:
Πώς το εξηγείτε;
«Από πολύ μικρός τροφοδοτούμαι από το θέατρο. Ολη μου η ζωή είναι γύρω από μια πρόβα, από κείμενα που διαβάζω – στην υπόλοιπη ζωή μου είμαι σχεδόν «παράλυτος». Το μόνο που ξέρω είναι ότι δουλεύω πολύ. Το μόνον που θα μπορούσα να πω για μένα είναι ότι κάποιος που βλέπει μια δική μου παράσταση μπορεί να καταλάβει τη δουλειά που έχω κάνει, τον κόπο μου…».
Τελικά οι «Τρεις Αδελφές»
είναι το έργο της απελπισίας,
της ματαιωμένης ελπίδας;
«Ναι, απόλυτη απελπισία και ματαιότητα. Αλλά μέσα σ’ αυτόν τον απόλυτο τονισμό της ματαιότητας υπάρχει μια κατανόηση ότι δυστυχώς στη ζωή δεν μπορεί να γίνουν και πολλά πράγματα. Γιατί δεν απομονώνεται η απελπισία. Δεν απελπίστηκαν κάποιοι. Για μένα αυτό είναι τόσο ευρύ, τόσο μεγάλο. Στην πραγματικότητα σου αφηγείται τη μοίρα του ανθρώπινου είδους γι’ αυτό και είναι μια κραυγή απελπισίας. Oπως το βίντεο κλιπ του Ματ Ελιοτ με το τραγούδι Kursk, όπου κάποιοι κοιμούνται μέσα στο υποβρύχιο. Η μουσική είναι σχεδόν ευχάριστη. Σιγά – σιγά αρχίζει και μπαίνει το νερό. Η μουσική συνεχίζεται. Μια φωνή δυναμώνει, πολλαπλασιάζεται και στο τέλος γίνεται κραυγή. Αυτό μου θυμίζει το έργο. Χωρίς να το καταλάβεις πνίγεσαι, ενώ τα πράγματα γύρω σου είναι ίδια».
Μοιράζεστε προσωπικά αυτή την απελπισία και τη ματαιότητα;
«Ναι, 100%. Μόνον που με βοηθάει να είμαι αισιόδοξος. Οι καιροί που ζούμε δεν αφήνουν περιθώριο ελπίδας, ο άνθρωπος πια δεν έχει καμία σημασία. Γνωρίζοντας αυτό, λοιπόν, μπορείς να αισιοδοξείς για μικρά πράγματα της καθημερινότητας, που μπορεί να σε κάνουν να ξεχαστείς για λίγο. Δεν παραιτείσαι. Βιώνοντας την απελπισία προσπαθείς να δεις τι μπορείς να κρατήσεις ζωντανό. Εγώ κάνω θέατρο».
Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
Μετάφραση: Αλέξανδρος Ισαρης – Γιώργος ΔεπάσταςΣκηνοθεσία: Δημήτρης ΚαραντζάςΣκηνικά: Μαρία ΠανουργιάΚοστούμια: Ιωάννα ΤσάμηΜουσική: Δημήτρης ΚαμαρωτόςΚίνηση: Χρήστος ΠαπαδόπουλοςΦωτισμοί: Αλέκος ΑναστασίουΠαίζουν: Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Αιμίλιος Χειλάκης, Αθηνά Μαξίμου, Μαρία Κεχαγιόγλου, Ορφέας Αυγουστίδης, Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, Σύρμω Κεκέ, Γιάννης Κλίνης, Αινείας Τσαμάτης, Ευδοξία Ανδρουλιδάκη, Νίκος Μάνεσης, η Υβόννη Μαλτέζου και ο Δημήτρης Πιατάς.
ΠΟΤΕ & ΠΟΥ
Θέατρο Βεάκη. Παραστάσεις: Τετάρτη & Κυριακή (19.00), Πέμπτη (20.00), Παρασκευή (21.00) & Σάββατο (18.00 & 21.00).

