Ο σμιλευτής του χρόνου
90 χρόνια από τη γέννηση του καλλιτεχνικά ανυποχώρητου ρώσου ποιητή του κινηματογράφου Aντρέι Ταρκόφσκι
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν και στον κινηματογράφο η χρήση καθώς επίσης η απόδοση της έννοιας «ποίηση» γίνεται με σχετική προχειρότητα και ευκολία, η αλήθεια είναι ότι πολύ σπάνια o αφαιρετικός ποιητικός λόγος βρίσκει κοινά σημεία με την «πραγματικότητα» της κινηματογραφικής εικόνας. Μετρημένοι στα δάχτυλα οι σκηνοθέτες που με το έργο τους κατάφεραν, μέσω των κινηματογραφικών εικόνων, να αρθρώσουν γνήσιο ποιητικό λόγο, και ένας από αυτούς (αν όχι ο κορυφαίος όλων αυτών) είναι ο Ρώσος Αντρέι Ταρκόφσκι, o δημιουργός του «Στάλκερ» και του «Σολάρις», των «Παιδικών χρόνων του Ιβάν», του «Καθρέφτη» και της «Νοσταλγίας». Αν στις 29 Δεκεμβρίου του 1986 και ενώ είχε ολοκληρώσει το κύκνειο άσμα του, τη «Θυσία», ο Ταρκόφσκι δεν είχε πεθάνει από καρκίνο των πνευμόνων (μια ασθένεια την οποία ο ίδιος φοβόταν και πίστευε ότι θα πάθει), στις 4 Απριλίου του 2022 θα γινόταν 90 ετών.
«Οταν ο κινηματογράφος δεν είναι ντοκουμέντο, είναι όνειρο» είχε κάποτε πει ένας άλλος κορυφαίος δημιουργός, ο Ινγκμαρ Μπέργκμαν. «Και ο Αντρέι Ταρκόφσκι είναι ο μεγαλύτερος όλων. Διότι κινείται με άνεση στον χώρο και στον χρόνο χωρίς ποτέ να εξηγεί. Είναι ένας μάντης που σκηνοθετεί τις οπτασίες του με το πιο βαρύ αλλά και πιο πρόθυμο μέσο».
Σινεμά σαν προσευχή
Ο κινηματογράφος του Αντρέι Ταρκόφσκι οικοδομείται πάνω σε τρεις θεμελιακές έννοιες: αναζήτηση, ανάμνηση, όνειρο. Ανάμεικτες κινήσεις προς το μέλλον, προς το παρελθόν και προς το εσωτερικό των ηρώων του. Θα έλεγες ότι η ηγεμονία των αισθήσεων δεν θα μπορούσε παρά να οδηγήσει σε μία και μόνο δομή, τη δομή της περιπλάνησης, τοποθετώντας το μυστήριο της αναζήτησης στην καρδιά των ταινιών του σκηνοθέτη.
Ο γιος του σπουδαίου ρώσου ποιητή Αρσένι Ταρκόφσκι, γεννήθηκε στο χωριό Ζαβράγε της πρώην Σοβιετικής Ενωσης και στο σχολείο παρακολούθησε μαθήματα μουσικής και σχεδίου. Αργότερα και για δύο χρόνια, ο Ταρκόφσκι σπούδασε αραβικά στο Ινστιτούτο Ανατολικών Σπουδών της Μόσχας. Προτού εγγραφεί στο Πανενωσιακό Κρατικό Ινστιτούτο Κινηματογραφίας όπου δάσκαλός του υπήρξε και ο Μιχαήλ Ρομ, ο Ταρκόφσκι βρέθηκε στη Σιβηρία όπου δούλεψε ως εργάτης με ομάδα γεωλόγων. Το 1960 παρέλαβε το πτυχίο του με την ταινία «Το βιολί και ο οδοστρωτήρας» (για το σενάριο της οποίας συνεργάστηκε με τον Αντρέι Μιχαλκόφ Κοντσαλόφσκι) και χάρη στην αίσθηση που προκάλεσε με αυτή, κέρδισε το πρώτο βραβείο στο κινηματογραφικό φεστιβάλ σπουδαστών της Νέας Υόρκης. Αυτό το βραβείο υπήρξε το «διαβατήριο» του Ταρκόφσκι, ο οποίος θα ανταποκρινόταν με τον καλύτερο τρόπο στην πρόκληση της σκηνοθεσίας όταν του δόθηκε η ευκαιρία να γυρίσει την πρώτη μεγάλου μήκους ταινίας του, «Τα παιδικά χρόνια του Ιβάν», η οποία βασίζεται στα τέσσερα όνειρα ενός ορφανού εφήβου που κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οι Ρώσοι χρησιμοποιούν ως κατάσκοπο. Η ταινία απέσπασε τον Χρυσό Λέοντα στο Φεστιβάλ Βενετίας και έδωσε το βήμα στον σκηνοθέτη για τη δημιουργία του «Αντρέι Ρουμπλιόφ» (1966), όπου ο Ταρκόφσκι επινοεί την ιστορία του Αντρέι Ρουμπλιόφ, περίφημου ρώσου αγιογράφου του 15ου αιώνα, για τη ζωή του οποίου δεν υπάρχουν γραπτά στοιχεία (όπως ήταν φυσικό, η ταινία πέρασε τα πάνδεινα από τη ρωσική λογοκρισία και κατηγορήθηκε ως ανακριβής).
Πριν από μερικά χρόνια, η ζωή και το έργο του Ταρκόφσκι ήρθαν και πάλι στην επικαιρότητα μέσα από το σπάνιο οπτικοακουστικό υλικό του ντοκιμαντέρ «Αντρέι Ταρκόφσκι. Σινεμά σαν προσευχή». Παραγωγή του Ιδρύματος Αντρέι Ταρκόφσκι, το ντοκιμαντέρ γυρίστηκε από τον συνονόματο γιο του σκηνοθέτη, Αντρέι Αντρέγεβις Ταρκόφσκι (ο μοναδικός γιος του Ταρκόφσκι, που παντρεύτηκε δύο φορές) και αγγίζει κάθε πλευρά του θρύλου: παιδική ηλικία, γονείς, κινηματογραφικές δημιουργίες, σχέσεις με την πολιτική εξουσία, εξορία, επαφή με το Θείο, ζωή, θάνατος, τέχνη.
Ο ποιητής του σινεμά
Το σημαντικότερο χαρακτηριστικό του Ταρκόφσκι και εκείνο που τον κατατάσσει στην αφρόκρεμα των ποιητών-στοχαστών του κινηματογράφου ήταν η φιλοδοξία του να κινηματογραφεί σαν μια πράξη ιερότητας και πίστης γιατί «αυτός που προδίδει έστω και μία φορά τις αρχές του, χάνει την αγνότητα της σχέσης του με τη ζωή, η εξαπάτηση του εαυτού του είναι μια πράξη παραίτησης από τα πάντα, από την ταινία του, από τη ζωή του», όπως ο ίδιος αναφέρει στην αυτοβιογραφία του, «Σμιλεύοντας τον χρόνο». «Ποια είναι η ουσία της δουλειάς ενός σκηνοθέτη;» αναρωτιέται στο ίδιο βιβλίο. «Να σμιλεύει τον χρόνο. Οπως ένας γλύπτης αρπάζει τον μαρμάρινο όγκο και με συνείδηση της μορφής που θα προκύψει αφαιρεί οτιδήποτε δεν μας ανήκει, έτσι και ένας σκηνοθέτης αρπάζει έναν χρονικό όγκο για να τον επεξεργασθεί…». Αν λοιπόν το στυλ του Ταρκόφσκι έχει χαρακτηρισθεί «βαρύ» και ο ίδιος από κάποιους «φιλόπονη ιδιοφυΐα», αυτό οφείλεται στην αδιάκοπη θέλησή του να κάνει πράξη τη μετατόπιση των χρονικών ορίων ενός πλάνου. Ο ίδιος είδε τον εαυτό του σαν ένα «είδος φιλοσόφου» και αναγνωρίζοντας ότι μόνο το υλικό και οι εικόνες του κινηματογράφου μπορούν να του επιτρέψουν να εκφρασθεί τοποθετήθηκε στο περιθώριο του κόσμου των επαγγελματιών.
Στις μέρες μας, η βασανισμένη αυστηρότητα και η πνευματικότητα του Ταρκόφσκι ίσως να βρίσκονται ελαφρώς εκτός μόδας μπροστά στο υπερ-καπιταλιστικό πεδίο της ειρωνείας και των ιντερνετικών ΜΜΕ. Ομως, καθώς ο πολιτισμός εφορμά με αυξανόμενη ταχύτητα σε μια κατάσταση μετα-αλήθειας και ρηχού αποπροσανατολισμού μέσα στην οποία η διαφωνία γίνεται όλο και πιο δύσκολο να καθοριστεί, το έργο του Ταρκόφσκι είναι μια επίκαιρη υπενθύμιση για το τι σήμαινε κάποτε «ανυποχώρητη καλλιτεχνική στάση».

