Το ολόθερμο, διάρκειας πλέον του δεκαλέπτου χειροκρότημα των θεατών που σηκώθηκαν όρθιοι στο κατάμεστο Ηρώδειο, σε ένα πηγαίο ξέσπασμα ενθουσιασμού – εικόνα τόσο δυνατή όσο και συγκινητική -, αποτελεί αδιάψευστο μάρτυρα ότι η 9η Ιουλίου 2019 έχει ήδη καταγραφεί ως μια ιστορική βραδιά στη σύγχρονη μουσική, και όχι μόνο, ζωή της Αθήνας. Δεν ήταν ασφαλώς η πρώτη φορά που ο Ρικάρντο Μούτι ήρθε στη χώρα μας. Παρά τη μακρόχρονη απουσία του, που άγγιξε τη δεκαετία, έχουμε ευτυχώς αρκετές στιγμές να θυμόμαστε από τον θρύλο του πόντιουμ. Την εμφάνισή του με την περίφημη Φιλαρμονική της Βιέννης, ας πούμε, το μακρινό πλέον καλοκαίρι του 2010, όταν – παρά το ότι η συναυλία συνέπεσε με την τηλεοπτική μετάδοση του ποδοσφαιρικού αγώνα των εθνικών ομάδων Ελλάδας – Αργεντινής στο πλαίσιο του Μουντιάλ – όχι μόνο γέμισε ασφυκτικά η Αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης» του Μεγάρου Μουσικής από τους κατόχους εισιτηρίων, αλλά και περισσότεροι από 5.000 Αθηναίοι συνέρρευσαν στον Κήπο προκειμένου να παρακολουθήσουν την προβολή της στην οθόνη. «Ο Μούτι έβαλε γκολ στο Μουντιάλ» έγραφε την επαύριο στην πρώτη του σελίδα «Το Βήμα» δίνοντας την ακριβή εικόνα. Εχουμε, επίσης, να θυμόμαστε ακόμη παλαιότερες εμφανίσεις του με την Ορχήστρα του Μουσικού Φλωρεντινού Μαΐου, αλλά και με τη Φιλαρμονική της Σκάλας του Μιλάνου, όπου υπήρξε μουσικός διευθυντής επί περίπου 20 χρόνια. Στο περιθώριο, μάλιστα, κάποιας από αυτές θέλησε να επισκεφθεί και να αφήσει λουλούδια στον τάφο του Δημήτρη Μητρόπουλου ως ένδειξη τιμής και σεβασμού.

Τώρα, όμως, τα πράγματα ήταν κάπως διαφορετικά. Ο λαμπερός Ναπολιτάνος δεν ήρθε με κάποια από τις μεγάλες ορχήστρες με τις οποίες έχει συνδέσει το όνομά του στα περισσότερα από 50 χρόνια της τρομερής καριέρας του: ούτε βέβαια με τη σπουδαία Συμφωνική του Σικάγου, όπου κατέχει τη θέση του μουσικού διευθυντή την τελευταία δεκαετία και θέλει πράγματι να τη φέρει στο μέλλον στην Ελλάδα. Ηρθε με τους νεότατους μουσικούς της Ορχήστρας Λουίτζι Κερουμπίνι, ενός συνόλου που ίδρυσε ο ίδιος επιλέγοντας μέσω ακροάσεων ταλέντα από ολόκληρη την Ιταλία, και τη Χορωδία Costanzo Porta της Κρεμόνας, καθώς θέλησε να αποτελέσει η Αθήνα τον εφετινό σταθμό των «Δρόμων της Φιλίας», του ετήσιου «προσκυνήματος» που πραγματοποιεί ο ίδιος με το Φεστιβάλ της Ραβέννας σε μια διαφορετική πόλη του κόσμου. Η εν λόγω πρωτοβουλία εγκαινιάστηκε το 1997 στο «τραυματισμένο» από τον πόλεμο Σαράγεβο και έκτοτε «αγκάλιασε» ολόκληρο τον κόσμο μεταφέροντας μήνυμα φιλίας, ειρήνης και συναδέλφωσης μέσω της μουσικής παντού: στην Ευρώπη, στις ΗΠΑ, στην Ασία, στην Αφρική. Στο πλαίσιο του πρότζεκτ, οι Ιταλοί συνεργάζονται με ντόπιους μουσικούς: στην περίπτωσή μας με μέλη από έξι ελληνικές ορχήστρες (ΚΟΑ, ΚΟΘ, Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα ΕΡΤ, Φιλαρμονική του Δήμου Αθηναίων, ΕΛΣΟΝ, Συμφωνική του Δήμου Αθηναίων) και δύο χορωδίες (ΕΡΤ, Δήμου Αθηναίων). Στην τελική του σύνθεση ένα κοινό σύνολο περίπου 200 ατόμων παρουσίασε την εμβληματική «Ενάτη Συμφωνία» του Μπετόβεν με την περίφημη «Ωδή στη Χαρά», τον απόλυτο ύμνο της αδελφοσύνης των λαών.

Περιεχόμενο για συνδρομητές

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tovima.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Έχετε ήδη
συνδρομή;

Μπορείτε να συνδεθείτε από εδω

Θέλετε να γίνετε συνδρομητής;

Μπορείτε να αποκτήσετε την συνδρομή σας από εδω