Αν βρεθεί κανείς στη Θεσσαλονίκη, είναι απαραίτητη μια επίσκεψη στο Μουσείο Φωτογραφίας στο λιμάνι της πόλης (ναι, αυτό στο οποίο ο διευθυντής του, Ηρακλής Παπαϊωάννου, παραιτήθηκε δύο φορές χωρίς να λάβει καμία απάντηση από την υπουργό Πολιτισμού). Γιατί οι εκθέσεις που διοργανώνονται σε αυτό είναι σταθερά σημείο αναφοράς για την ανάδειξη του μέσου και των δυνατοτήτων του. Τελευταίο παράδειγμα, δύο εκθέσεις υπό τον γενικό τίτλο «Καπιταλιστικός ρεαλισμός» σε επιμέλεια Πηνελόπης Πετσίνη στο πλαίσιο του θεσμού Thessaloniki PhotoBiennale 2018. Η μία, με υπότιτλο «Παρελθόν Διαρκείας», φιλοξενήθηκε στο Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης της πόλης στην Αποθήκη Β1 του Λιμανιού και ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο. Η δεύτερη, ονόματι «Συντελεσμένο Μέλλον», παρουσιάζεται στο ίδιο το Μουσείο, διαρκεί ως τις 27.1.2019 και αξίζει την προσοχή σας για να δείτε τις φωτογραφίες στις πραγματικές (ενίοτε μνημειώδεις) διαστάσεις τους.

Οι ερμηνείες του

Σημείο αφετηρίας και των δύο ενοτήτων υπήρξε ο ευρύς ως προς τις ερμηνείες του «Καπιταλιστικός ρεαλισμός». Ξεκίνησε ως το δυτικογερμανικό κίνημα-παρωδία και απάντηση στην αμερικανική pop art τη δεκαετία του ’60. Εγινε όρος προς διερεύνηση στο βιβλίο  «Capitalist Realism: Is there no alternative?» (Zero Books, 2009) του βρετανού θεωρητικού Μαρκ Φίσερ. Τελικά αποτέλεσε την υλοποίηση της αυτοεκπληρούμενης προφητείας της Μάργκαρετ Θάτσερ ότι, με δυο λόγια, «δεν υπάρχει εναλλακτική» επιλογή. Το σύγχρονο καπιταλιστικό σύστημα είναι η μόνη λύση για τον κόσμο μας. Και ενώ το «Παρελθόν Διαρκείας» προσέγγισε το σύστημα με όρους ιστορικούς, ο «Συντελεσμένος Μέλλοντας» εστιάζει μετά τη χρονιά-ορόσημο 1989, όταν δηλαδή κατέρρευσε ο λεγόμενος υπαρκτός σοσιαλισμός και σταδιακά άρχισε το ντόμινο των τραπεζικών κρίσεων. Και, όπως το έχει θέσει ο θεωρητικός αναλυτής του μεταμοντερνισμού Φρέντρικ Τζέιμσον και αναφέρει η επιμελήτρια, «…το μέλλον δεν φαίνεται να είναι παρά μια μονότονη επανάληψη αυτού που είναι ήδη εδώ και δεν μπορούμε να το φανταστούμε παρά μόνο ως ένα τέλος. Ετσι είναι ευκολότερο να φανταστεί κανείς το τέλος του κόσμου παρά το τέλος του καπιταλισμού».

24 φωτογράφοι

Στην έκθεση συμμετέχουν 24 φωτογράφοι που εκθέτουν «την αόρατη πολιτική γεωγραφία της εποχής μας» με ποικίλους τρόπους.

Για παράδειγμα, ο Αμερικανός Τζόνι Μίλερ χρησιμοποιεί drone για να φωτογραφίσει τη θέα από ψηλά σε υποβαθμισμένες και προνομιούχες περιοχές πόλεων με μεγάλες κοινωνικές ανισότητες, όπως η Βομβάη, η Σάντα Φε ή το Νταρ ες Σαλάαμ της Τανζανίας, και αντιπαραθέτει τα εκ διαμέτρου αντίθετα οπτικά αποτελέσματα. Ο Καναδός Γκρεγκ Ζιράρ καταγράφει πώς καταστρέφονται ολόκληρες γειτονιές της Σανγκάης, μιας πόλης που παρέμεινε αμετάβλητη όσο διήρκεσε η κομμουνιστική επιρροή αλλά ήδη από το 1992 και μετά την προτροπή του ηγέτη Ντενγκ Σιαοπίνγκ ολόκληρες γειτονιές γκρεμίστηκαν εν μιά νυκτί για να πάρουν τη θέση τους λαμπεροί ουρανοξύστες. Η Γερμανίδα Αννα Σκλάντμαν φωτογραφίζει τους γόνους των ρώσων ολιγαρχών έτσι όπως μεγαλώνουν στα πολυτελή σπίτια τους σαν μικρομέγαλοι εκκολαπτόμενοι τσάροι έχοντας αποχαιρετήσει από καιρό την αθωότητα της παιδικής τους ηλικίας. Το θέμα είναι βέβαια ότι θα πρέπει να υπάρχει ο κόσμος για να μπορούν να εδραιώσουν σε αυτόν την ηγεμονία τους. Ο πλανήτης ήδη ζει μικρές δόσεις του επερχόμενου τέλους εξαιτίας καταστροφών όπως η έκρηξη του πυρηνικού εργοστασίου της Φουκουσίμα. Ο Γάλλος Γκιγιόμ Μπρεσιόν μαζί με τον Βενεζουελάνο Κάρλος Αγέστα σκηνοθετούν την απόπειρα επιστροφής των ανθρώπων στην κανονικότητα ύστερα από ένα τέτοιο βίαιο χτύπημα και η δυστοπική επιστημονική φαντασία συναντάει τη σχεδόν ζωγραφική προσέγγιση του φωτογραφικού κάδρου στην παράδοση του Τζεφ Γουόλ και του Γκρέγκορι Κρούντσον.

Γεωργικό τοπίο

Η Γερμανίδα Φρέγια Ναχάντε, από την άλλη, αποπειράται να αποτυπώσει το σύγχρονο γεωργικό τοπίο σε μια εποχή όπου τα φυτά, οι σοδειές, τα χωράφια και τα αγροκτήματα αλλάζουν διαρκώς όψη. Οπως έχουμε συνηθίσει πλέον και απαιτούμε, τα τρόφιμα πρέπει να είναι διαθέσιμα σε όλη τη διάρκεια του χρόνου, η τιμή τους να είναι η χαμηλότερη δυνατή, η όψη τους ευχάριστη και (πιο πρόσφατη προσθήκη αυτή) η παραγωγή τους να μην καταστρέφει το περιβάλλον. Στη σειρά «Φράουλες τον χειμώνα» η Ναχάντε μπαίνει σε θερμοκήπια όπου οι ντομάτες φυτεύονται σε αποστειρωμένο υλικό όπως ο πετροβάμβακας προκειμένου να ελέγχονται το πότισμα και η παροχή θρεπτικών συστατικών και να απαιτείται μικρότερη ποσότητα παρασιτοκτόνων για την καλλιέργειά τους. Είναι υποτίθεται για καλό, αλλά έτσι όπως αποτυπώνονται τα δίκτυα παραγωγής μοιάζουν σαν τον πανέμορφο, μαγεμένο κήπο του παραμυθιού. Οποιος φάει τους καρπούς του μάλλον δεν θα έχει καλά ξεμπερδέματα.

Τέλος, από τους έξι πολύ αξιόλογους συμμετέχοντες Ελληνες θα ξεχωρίσω τη δουλειά του Πάρι Πετρίδη. Σε αντίθεση με τους υπόλοιπους, δεν εστιάζει στην ελληνική πραγματικότητα αλλά στη λιγότερη προβεβλημένη εικονογραφία των Αγίων Τόπων, εκεί όπου βρίσκονται τα οδοφράγματα και η έρημος. Μια εικόνα που ακόμη κουβαλάω μέσα μου είναι η φωτογραφία ενός γαϊδάρου εν μέσω ενός άνυδρου σεληνιακού τοπίου, το οποίο μοιάζει να απλώνεται στο διηνεκές. Δεν υπάρχει πουθενά δείγμα ζωής, η μοναξιά του ζωντανού είναι εξίσου απεριόριστη με το τοπίο που το περιβάλλει. «Βηθλεέμ» είναι ο τίτλος της αλλά προς στιγμήν μπορεί να διαβαστεί και ως «Βοήθεια».