Ο κρυφός πόλεμος Μητσοτάκη – Ερντογάν στις Βρυξέλλες
Πώς φθάσαμε στην καταδίκη της Τουρκίας από τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ – Οι συντονισμένες κινήσεις του Πρωθυπουργού και η απόφαση-«πακέτο» για όλες τις προκλητικές ενέργειες της Αγκυρας
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Στις 2 μετά τα μεσάνυχτα, την περασμένη Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου, το πρωθυπουργικό αεροπλάνο προσγειωνόταν στο αεροδρόμιο της Ελευσίνας. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επέστρεφε από τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στο Λονδίνο και από μια πολύ δύσκολη συνάντηση, διάρκειας μιάμισης ώρας, με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, η οποία κατέληξε σε αδιέξοδο. Μέσα στους τρεις μήνες που μεσολάβησαν από την πρώτη συνάντηση των δύο ηγετών στη Νέα Υόρκη, στις 25 Σεπτεμβρίου, στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, η οποία διήρκεσε 45 λεπτά, ο έλληνας πρωθυπουργός είχε τον χρόνο να σταθμίσει ακριβέστερα τις προθέσεις του τούρκου προέδρου. Και είχε ήδη σχεδιάσει τις επόμενες κινήσεις του.
Η ακύρωση της τουρκολυβικής συμφωνίας έγινε ζήτημα ύψιστης προτεραιότητας. Αυτό όμως σήμαινε ότι η κυβέρνηση έπρεπε να αποσυνδέσει το συγκεκριμένο ζήτημα από το Μεταναστευτικό, στο οποίο τόσο η Αθήνα όσο και άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, κυρίως το Βερολίνο, θέλουν να διατηρηθεί το καλό κλίμα για ευνόητους λόγους. Και, επιπλέον, να καταστήσει σαφές ότι πλέον δεν υπάρχει ένα μεμονωμένο πρόβλημα με την Τουρκία αλλά ότι είναι η συνολική στάση της γειτονικής χώρας που δηλητηριάζει το κλίμα στην ευρύτερη περιοχή.
Καθαρό μήνυμα στήριξης
Μόλις προσγειώθηκε στην Ελευσίνα, ο κ. Μητσοτάκης έστειλε μήνυμα στον Δημήτρη Μητρόπουλο, τον σύμβουλο Στρατηγικής και Ευρωπαϊκών Θεμάτων στο Μέγαρο Μαξίμου, ζητώντας να γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες ώστε η Τουρκία να εισαχθεί ως θέμα στην ατζέντα της Συνόδου Κορυφής και να περιληφθεί στο κείμενο συμπερασμάτων ένα καθαρό μήνυμα στήριξης της Ελλάδας και της Κύπρου από την ΕΕ.
Λίγες ώρες αργότερα, στις 9 το πρωί, ο κ. Μητσοτάκης υποδέχθηκε στο γραφείο του τον αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Μαργαρίτη Σχοινά και την επίτροπο Εσωτερικών Υποθέσεων Ιλβα Γιόχανσον, οι οποίοι στη συνέχεια συμμετείχαν σε σύσκεψη με τους αρμόδιους υπουργούς για το Μεταναστευτικό και την επόμενη ημέρα επισκέφθηκαν την Τουρκία.
Διπλωματικές
επαφές
Την ίδια ώρα, το επιτελείο του Μεγάρου Μαξίμου επιδόθηκε σε πυρετώδεις διπλωματικές επαφές με τις Βρυξέλλες και με κρίσιμες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες προκειμένου να υλοποιηθούν οι εντολές του Πρωθυπουργού. Η πρώτη επαφή έγινε με το γραφείο του πρόεδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ, συγκεκριμένα με τους στενούς συνεργάτες του Φρανσουά Ρου και Φρεντερίκ Μπερνάρ, οι οποίοι συνόδευαν τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στο δείπνο που είχε με τον κ. Μητσοτάκη στις 16 Οκτωβρίου, ο οποίος επίσης είχε μαζί του τον Δ. Μητρόπουλο. Την επόμενη ημέρα, 17 Οκτωβρίου, ο Πρωθυπουργός θα συμμετείχε για πρώτη φορά σε Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ και ο Σαρλ Μισέλ θέλησε να τον κατατοπίσει για μια σειρά ζητημάτων, στα οποία περιλαμβάνονταν μεταξύ άλλων η Τουρκία, το Κυπριακό, το Μεταναστευτικό. Η σχέση που αναπτύχθηκε έκτοτε βοήθησε τους χειρισμούς του Πρωθυπουργού σε αυτή τη συγκυρία.
Το σκεπτικό
του αιτήματος
Παράλληλα, κινητοποιήθηκε ο Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδας στις Βρυξέλλες Ανδρέας Παπασταύρου, ένας έμπειρος διπλωμάτης που έχει ανοιχτή γραμμή με το σύστημα των Βρυξελλών. Οι Φρανσουά Ρου και Φρεντερίκ Μπερνάρ ενημερώθηκαν πρώτοι για το αίτημα της Αθήνας και το σκεπτικό του: ότι τα προβλήματα που δημιουργεί η Τουρκία στην περιοχή, Προσφυγικό, Κυπριακό, θαλάσσιες ζώνες, τείνουν να ενοποιηθούν απειλώντας να βγάλουν την κατάσταση εκτός ελέγχου· και ότι χρειάζεται να δοθεί ένα ισχυρό μήνυμα από την ΕΕ προς την Τουρκία, το οποίο θα έλυνε τα χέρια της κυβέρνησης στην επιδίωξή της να αποκλιμακώσει την ένταση με την Αγκυρα.
Το ίδιο σκεπτικό εξηγήθηκε σε δέκα ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, οι οποίες επελέγησαν είτε επειδή βρίσκονται πολύ κοντά στην Τουρκία είτε γιατί στηρίζουν την Ελλάδα και αντιμετωπίζουν με αρνητική διάθεση την Τουρκία. Μεταξύ των χωρών αυτών, ήταν η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία, η Ισπανία, η Αυστρία, η Ολλανδία, η Σουηδία, κ.ά.
Οι επαφές με
τους Γερμανούς
Με τους Γερμανούς είχαν προηγηθεί εκτεταμένες συζητήσεις έναν μήνα πριν, στο περιθώριο της Συνόδου του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος στο Ζάγκρεμπ (17-18 Νοεμβρίου). Εκεί, στενός συνεργάτης του Πρωθυπουργού εξέθεσε σε γερμανό συνομιλητή του την άποψη του Μεγάρου Μαξίμου ότι «τελικά φαίνεται ότι δεν έχουμε πρόβλημα με το Μεταναστευτικό αλλά συνολικά με την Τουρκία». Και ότι οι προσπάθειες της Αθήνας να ξεκινήσει ένας ευρύς διάλογος με την Αγκυρα όχι απλώς έχουν πέσει στο κενό αλλά σε ένα τείχος αυξανόμενης προκλητικότητας. Η γερμανική πλευρά άκουσε με προσοχή τις ελληνικές απόψεις.
Ο προβληματισμός του πρωθυπουργικού επιτελείου για τις προθέσεις του τούρκου προέδρου οδήγησε τον κ. Μητσοτάκη στην απόφαση να μην παραστεί στα εγκαίνια του αγωγού TANAP στα Υψαλα, στις 30 Νοεμβρίου. Η διαδοχή των γεγονότων προσέδωσε αξιοπιστία στην Αθήνα και στις συζητήσεις της με τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, οι οποίες άνοιξαν τα αφτιά τους στο επιχείρημα ότι υπάρχει ποιοτική διαφορά στη στάση της Τουρκίας και ότι η Ελλάδα είναι σταθεροποιητικός παράγοντας και σοβαρός συνομιλητής για όλα τα θέματα που αφορούν την περιοχή.
Ηθελαν ρητή
καταδίκη
Ομως, η καλή διάθεση των συνομιλητών της δεν αρκούσε στην ελληνική κυβέρνηση, η οποία ήθελε ρητή καταδίκη της τουρκικής προκλητικότητας. Η διπλωματική μάχη δόθηκε σε ένα ευαίσθητο περιβάλλον, με τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ να είναι αφιερωμένη στο κλίμα, τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να αποφεύγει τις εντάσεις, και πολλές χώρες να έχουν επιφυλάξεις απέναντι στην Κύπρο. Η Αθήνα πήρε την πρωτοβουλία και ενσωμάτωσε στην παράγραφο για την Τουρκία και τα ζητήματα που αφορούσαν την Κύπρο.
Ο κ. Μητσοτάκης επέλεξε να προχωρήσουν τα πράγματα βήμα-βήμα, με ασφάλεια, ώστε να πετύχει το μέγιστο αποτέλεσμα σε ευρωπαϊκό επίπεδο σχετικά με τη συμφωνία Τουρκίας – Λιβύης. Προείχε να περιληφθεί στο τελικό κείμενο συμπερασμάτων της Συνόδου ένα καθαρό μήνυμα προς την Τουρκία, το οποίο να μην περιοριζόταν σε μια ανούσια πολιτική καταδίκη, να μην είχε χαρακτηρισμούς που θα δυσκόλευαν περαιτέρω χειρισμούς, αλλά να κατοχύρωνε νομικά την Ελλάδα και να στήριζε την Κύπρο.
Η παράγραφος 19
των συμπερασμάτων
Οι συζητήσεις ήταν λεπτές, απαιτητικές και ο Πρωθυπουργός αποφάσισε να τις χειριστεί με έναν πολύ κλειστό κύκλο συνεργατών, διαμορφώνοντας ένα κείμενο με τρεις άξονες, το οποίο μετά τις διαπραγματεύσεις κατέληξε στην παράγραφο 19 του τελικού κειμένου συμπερασμάτων που συνόψισε όλες τις ελληνικές θέσεις: «Το μνημόνιο συνεννόησης Τουρκίας – Λιβύης για την οριοθέτηση περιοχών θαλάσσιας δικαιοδοσίας στη Μεσόγειο παραβιάζει τα κυριαρχικά δικαιώματα τρίτων κρατών, δεν συνάδει με το Δίκαιο της Θάλασσας και δεν μπορεί να παράγει έννομες συνέπειες για τρίτα κράτη. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επαναβεβαιώνει απερίφραστα την αλληλεγγύη του προς την Ελλάδα και την Κύπρο έναντι των συγκεκριμένων ενεργειών της Τουρκίας».
Πρόκειται, εκτιμούν στο Μέγαρο Μαξίμου, για το καλύτερο αποτέλεσμα που μπορούσε να πετύχει η Ελλάδα, το οποίο όμως δεν ήταν καθόλου αυτονόητο και για να επιτευχθεί χρειάστηκαν αλλεπάλληλες επαφές σε διάφορα επίπεδα.
Το νερό μπήκε στο αυλάκι την Παρασκευή 6 Δεκεμβρίου, όταν ο Σαρλ Μισέλ ζήτησε να μιλήσει τηλεφωνικά με τον Πρωθυπουργό προκειμένου να διαμορφώσει προσωπική άποψη για το αίτημα της ελληνικής κυβέρνησης. Η συζήτηση διήρκεσε δέκα λεπτά και ήταν αρκετή για να εξηγήσει ο κ. Μητσοτάκης το σκεπτικό του, να διασφαλίσει ότι θα είναι ο πρώτος ηγέτης που θα τοποθετηθεί για την Τουρκία στο δείπνο των ηγετών και να ζητήσει να είναι ομόφωνη η καταδίκη της από την ΕΕ.
Κανένας
εφησυχασμός
Τη Δευτέρα 9 Δεκεμβρίου, στις 11 το βράδυ, έφτασε στα χέρια του Πρωθυπουργού ένα σχέδιο συμπερασμάτων της Συνόδου Κορυφής, το οποίο περιελάμβανε όλα όσα είχε ζητήσει η Ελλάδα. Ο κ. Μητσοτάκης το ενέκρινε και την Τρίτη, στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων όπου παρέστη ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης, η παράγραφος 19 έγινε μέρος του προσχεδίου συμπερασμάτων. Οπως εξήγησαν οι συνεργάτες του Σαρλ Μισέλ στην προπαρασκευαστική σύσκεψη μεταξύ των μόνιμων αντιπροσώπων που έγινε λίγο πριν από το Συμβούλιο, «το σημείο 19 έχει συμφωνηθεί μεταξύ του προέδρου του Συμβουλίου και του έλληνα πρωθυπουργού και δεν πρόκειται να αλλάξει». Τις εξελίξεις παρακολουθούσε στενά και ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας, ο οποίος την Κυριακή 8 Δεκεμβρίου, παραμονή του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ, είχε κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον κ. Μητσοτάκη στο Μέγαρο Μαξίμου προκειμένου να συζητήσουν τους χειρισμούς στο ευρωπαϊκό και στο ευρύτερο διπλωματικό επίπεδο.
Συζητήσεις με
τον Αναστασιάδη
Παρότι φάνηκε να έχει τον έλεγχο των κινήσεων και να συμμετέχει ισότιμα στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής πολιτικής, ο Πρωθυπουργός δεν ησύχασε. Στο διάστημα που μεσολάβησε μέχρι τη Σύνοδο προχώρησε και σε δεύτερο γύρο επαφών με τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, ώστε να διασφαλίσει ότι έγιναν πλήρως κατανοητά τα ελληνικά επιχειρήματα. Εκτεταμένες συζητήσεις έγιναν και με την Κύπρο, ώστε να συγχρονιστούν οι κινήσεις των δύο χωρών, ενώ πριν από το δείπνο των ηγετών υπήρξε επικοινωνία του κ. Μητσοτάκη με τον κύπριο πρόεδρο Νίκο Αναστασιάδη.
Το tweet στήριξης
από τον Τουσκ
Την Πέμπτη 12 Δεκεμβρίου, λίγο πριν ξεκινήσει η Σύνοδος των ηγετών, πραγματοποιήθηκε η προσύνοδος του ΕΛΚ, η οποία φιλοξενήθηκε σε ένα πριγκιπικό ανάκτορο απέναντι από το Βασιλικό Παλάτι των Βρυξελλών. Σε έναν από τους άνετους καναπέδες του, ο κ. Μητσοτάκης και ο πρόεδρος του ΕΛΚ Ντόναλντ Τουσκ είχαν μια εγκάρδια τετ α τετ συνάντηση. Ο Πρωθυπουργός εξήγησε στον συνομιλητή του όλο το πλαίσιο των σχέσεων με την Τουρκία. «Θα βγάλω ένα tweet» απάντησε ο κ. Τουσκ και σε λίγα λεπτά εμφανίστηκε στον προσωπικό λογαριασμό του η ακόλουθη ανάρτηση: «Πλήρης στήριξη στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη για το μνημόνιο Τουρκίας – Λιβύης για τις θαλάσσιες ζώνες. Είναι μία παράνομη και προκλητική παραβίαση της κυριαρχίας της Ελλάδας που δημιουργεί αστάθεια στη Μεσόγειο. Η Τουρκία πρέπει να σεβαστεί το Δίκαιο της Θάλασσας και να είναι καλός γείτονας με τις άλλες χώρες».
Η ελληνική πλευρά ούτε τότε θεώρησε ότι τακτοποιήθηκε το θέμα. Καθ’ οδόν προς τη Σύνοδο, ο κ. Μητσοτάκης αποφάσισε να αλλάξει τη δήλωση που θα έκανε κατά την είσοδό του, η οποία αρχικά αφορούσε το κλίμα. «Το δήθεν μνημόνιο Λιβύης και Τουρκίας είναι άκυρο. Η Ευρώπη υψώνει διπλωματικά τείχη απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα» υπογράμμισε.
Το πηγαδάκι με
Μέρκελ και άλλους
Αλλά και την ώρα που ο Πρωθυπουργός συμμετείχε στη Σύνοδο Κορυφής, οι Δ. Μητρόπουλος και Ανδρ. Παπασταύρου είχαν μείνει έξω από την αίθουσα όπου συνεδρίαζαν οι ηγέτες της ΕΕ και ενημέρωναν διαρκώς τους συνεργάτες τους. Το δείπνο καθυστέρησε να ξεκινήσει εξαιτίας της άρνησης της Πολωνίας να δεχθεί το κείμενο για το κλίμα. Στο μεσοδιάστημα ο κ. Μητσοτάκης είχε την ευκαιρία να βρεθεί σε πηγαδάκι με την Ανγκελα Μέρκελ, την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και τον ιρλανδό πρωθυπουργό Λίο Βαράντκαρ, όπου δεν χρειάστηκε να πει κουβέντα για τα ελληνοτουρκικά, καθώς το θέμα θεωρήθηκε κλεισμένο και οι άλλοι ηγέτες αντιμετώπιζαν την Ελλάδα ως μέρος της λύσης των ευρωπαϊκών προβλημάτων. «Εμείς θα συνεχίσουμε να προωθούμε την ατζέντα του 2020-2030 που φέρνει την Ελλάδα στην πρωτοπορία της Ευρώπης, σε πείσμα όσων θέλουν να μας γυρίσουν στο ’75» σχολίαζε συνεργάτης του Πρωθυπουργού.
«Εχουμε ισχυρούς συμμάχους που στέκονται στο πλευρό μας»
Με την άνεση που του έδωσε η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, ο κ. Μητσοτάκης δήλωσε μετά τη Σύνοδο Κορυφής: «Θέλω να γνωρίζουν, όλες και όλοι, ότι έχουμε ψυχραιμία, έχουμε αυτοπεποίθηση, έχουμε σχέδιο. Οχι μόνο γιατί έχουμε το δίκιο με το μέρος μας, αλλά γιατί έχουμε και πολύ ισχυρούς συμμάχους, οι οποίοι θα στέκονται πάντα στο πλευρό της Ελλάδας όταν πρόκειται αυτή να υπερασπιστεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα».

