Με τις δημοσκοπήσεις να διαδέχονται η μία την άλλη και καθεμία να είναι χειρότερη για τον ΣΥΡΙΖΑ από την προηγούμενη, υπάρχει μια απλή ερώτηση: Γιατί ο Τσίπρας δεν κάνει εκλογές τον Μάιο;

Τι περιμένει; Είναι λογικό να πιστεύει ότι έως τον Σεπτέμβριο ή τον Οκτώβριο μπορεί να συμβεί κάτι που θα αλλάξει τη φορά των πραγμάτων;

Αν μάλιστα προηγηθεί το διαφαινόμενο στραπάτσο των ευρωπαϊκών και τοπικών εκλογών, μάλλον χειρότερα θα τα βρει μπροστά του.

Με την ευκαιρία, λοιπόν, θυμήθηκα ένα περιστατικό. Πριν από χρόνια κουβέντιαζα κάτι αντίστοιχο με έναν κορυφαίο έλληνα πολιτικό. «Γιατί το κάνουν; Δεν βγάζει νόημα!» είχα αναρωτηθεί.

– Το κάνουν επειδή φοβούνται, μου είπε.

– Μα τι είναι δυνατόν να φοβούνται;

– Εμείς δεν ξέρουμε τι φοβούνται, μου απάντησε. Αλλά εκείνοι ξέρουν!

Κατά μία εκδοχή, ο Πρωθυπουργός περιμένει τις δημοσκοπήσεις του Απριλίου για να δει τι θα κάνει. Σύμφωνοι, αλλά τι περιμένει να δει;

Εως τώρα έχουμε πέντε έρευνες από ισάριθμες εταιρείες (Metron Analysis, Alko, Pulse, RASS, MRB) που λένε όλες τα ίδια πράγματα.

Πρώτον, η διαφορά υπέρ της ΝΔ διευρύνεται, είτε στην κάλπη των βουλευτικών είτε στην κάλπη των ευρωεκλογών. Η συνολική δημοσκοπική εικόνα της κυβέρνησης, του Πρωθυπουργού και του ΣΥΡΙΖΑ είναι πολύ χειρότερη από το φθινόπωρο και τις αρχές του χειμώνα.

Επιμέρους μάλιστα δημοσκοπήσεις για τις τοπικές εκλογές (δημοτικές και περιφερειακές) είναι ακόμη πιο αρνητικές για τον ΣΥΡΙΖΑ και όσους υποστηρίζει.

Δεύτερον, κάθε μέρα που περνάει οι εκλογικές συμπεριφορές για τις βουλευτικές και τις ευρωπαϊκές εκλογές δείχνουν όλο και περισσότερο να ταυτίζονται.

Αν αυτό συνεχιστεί, τότε ο Τσίπρας δεν θα αποφύγει στις 26 Μαΐου το δημοψήφισμα που προσπαθεί να επιβάλει ο Μητσοτάκης. Ακόμη χειρότερα: θα έχει το κόστος ενός δημοψηφίσματος χωρίς τα οφέλη μιας πολωτικής εκλογής. Θα μαυρίζουν όλοι τον Τσίπρα εύκολα, δωρεάν και για πλάκα.

Θέλω να ελπίζω (έστω για το καλό της δικής τους πνευματικής υγείας) ότι ακόμη και οι πλέον παράφρονες κυβερνητικοί σύμβουλοι αποκλείεται να πιστεύουν ότι οι Ελληνες θα ψηφίσουν σε όποια κάλπη εναντίον της Ακροδεξιάς, του φασισμού και του εθνικισμού.

Αλλά δικό τους θέμα. Αν πάντως πιστεύουν ότι θα κάνουν comeback με τον Λιάκο, τον Δουλουμπέκη, τον Ελαιοτριβάρη και τη Νατάσα Πενταγιώτη που θα μαζεύονταν χθες στo Γαλάτσι, μάλλον τα έχουν χαμένα.

Η ίδια η ιδέα είναι άλλωστε προβληματική. Τι σκέφτηκαν στο Μαξίμου; Οτι ο ΣΥΡΙΖΑ χάνει βαριά και γι’ αυτό πρέπει να κρύψουν τον ΣΥΡΙΖΑ από τους ψηφοφόρους.

Επιχείρησαν λοιπόν να φτιάξουν «κάτι άλλο» που θα λένε ότι είναι ο ΣΥΡΙΖΑ συν «κάτι άλλο». Ετσι οι ψηφοφόροι θα ξεγελαστούν και θα νομίζουν ότι ψηφίζουν «κάτι άλλο» αλλά θα ψηφίζουν ΣΥΡΙΖΑ.

Είναι μια στρατηγική. Μόνο που αυτά τα παλαιοκομμουνιστικά κόλπα του «μετωπικού σχήματος» θυμίζουν λαϊκές δημοκρατίες της δεκαετίας του ’50 και δύσκολα πιάνουν στην εποχή μας.

Μάλλον την πάτησαν λοιπόν όσοι το σκέφτηκαν. Την πάτησαν και όσοι προσφέρθηκαν να το υπηρετήσουν. Ευτυχώς, είναι λίγοι και άνευ σημασίας.

Αλλά το στρατηγικό κενό παραμένει. Πώς θα αποφύγει ο ΣΥΡΙΖΑ την ήττα στις εκλογές; Τι άλλο μπορεί άραγε να σκαρφιστεί για να τη διασκεδάσει;

Δυσκολεύομαι να δω. Ακόμη περισσότερο όταν κάθε μέρα που περνάει διαμορφώνεται η εντύπωση πως ακόμη και αν γίνουν μόνο ευρωεκλογές, δύσκολα θα πέσουν «στα μαλακά».

Εχω λοιπόν όλο και περισσότερο την αίσθηση πως η εξήγηση βρίσκεται αλλού και ζούμε μια περίπτωση σαν εκείνη που περιέγραψα στην αρχή. Δεν είναι δηλαδή οι πολιτικοί υπολογισμοί, αλλά ο φόβος που παραλύει την κυβέρνηση.

Ενας φόβος που την εμποδίζει να επιλέξει ακόμη και μια στοιχειώδη αυτοπροστασία.

– Μα τι μπορεί να φοβούνται, ίσως με ρωτήσετε.

– Εμείς δεν ξέρουμε. Αλλά εκείνοι ξέρουν, θα σας απαντήσω.

Ψάχνοντας τον αντίπαλο

Οι παλαιότεροι έλεγαν ότι η σπουδή είναι κακός σύμβουλος στην πολιτική. Αλλά υπάρχει κι ένας χειρότερος: η ακρισία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η φασαρία για την Προεδρία της Δημοκρατίας.

Προς το παρόν έχουμε Πρόεδρο, τον Πρ. Παυλόπουλο. Μια χαρά άνθρωπος. Κάποιοι τον θεωρούν καλό Πρόεδρο, κάποιοι άλλοι όχι.

Απομένει όμως ένας χρόνος (περίπου) έως τη λήξη τη θητείας του. Κι ακόμη δεν ξέρουμε πώς θα εκλεγεί ο επόμενος – αυτό θα το φροντίσει η συνταγματική αναθεώρηση, αν και όταν ολοκληρωθεί…

Προς το παρόν έχουμε επίσης κι έναν υποψήφιο. Δύο φορές τουλάχιστον ο Αλ. Τσίπρας έχει προτείνει δημοσίως την επανεκλογή Παυλόπουλου, ο οποίος δεν έχει αρνηθεί, ούτε έχει επιφυλαχθεί.

Μια χαρά και αυτό. Είναι δικαίωμα του ΣΥΡΙΖΑ να επιλέγει τον Παυλόπουλο ή τη Μαρία Πενταγιώτισσα.

Για λόγους λιγότερο προφανείς υπέρ της επανεκλογής Παυλόπουλου (που έως τώρα, όπως είπαμε, είναι ο εν ενεργεία Πρόεδρος και υποψήφιος του ΣΥΡΙΖΑ) έχουν ταχθεί ο Κακλαμάνης και ο Μεϊμαράκης. Υποθέτω ότι τοποθετούνται εντελώς θεωρητικά, κάπως σαν φιλοφρόνηση για έναν Πρόεδρο που γνωρίζουν από παλιά.

Ούτως ή άλλως, η επιλογή Προέδρου δεν εμπίπτει στις αρμοδιότητές τους περισσότερο από τη σύνθεση της επόμενης κυβέρνησης ή την εξεύρεση νέου προπονητή για τους Μπόστον Σέλτικς.

Ακόμα περισσότερο όταν ο Μητσοτάκης (που είναι και αρχηγός και αρμόδιος) δεν έχει εκφραστεί, ούτε έχει λόγο να εκφραστεί πριν από το αποτέλεσμα των εκλογών και τις αλλαγές στο Σύνταγμα.

Υποθέτω πως θα αποφασίσει όταν γνωρίζει το πλαίσιο και όταν διαμορφωθούν τα δεδομένα. Και μάλλον δεν πρόκειται να εκβιαστεί. Λογικά πράγματα. Ετσι συμβαίνει στην κανονική πολιτική.

Ο Μητσοτάκης άλλωστε είναι εκείνος που ξεχαρβάλωσε την «παράγκα» του ΣΥΡΙΖΑ στη ΝΔ και δεν τον βλέπω διατεθειμένο να την ξαναστήσει στα πόδια της αν και όταν γίνει πρωθυπουργός.

Φυσικά σε ένα μεγάλο και πολυσυλλεκτικό κόμμα συνυπάρχουν διαφορετικοί άνθρωποι, διαφορετικά ταμπεραμέντα και διαφορετικές ευαισθησίες. Και ο Αδωνις και ο Χατζηδάκης και ο Δένδιας και ο Σαμαράς και ο Μεϊμαράκης.

Δεν χρειάζεται να κάνουν παρέα, ούτε να συμφωνούν σε όλα. Υπό μια προϋπόθεση: ότι τουλάχιστον συμφωνούν μεταξύ τους ποιος είναι ο αντίπαλος και ποιος δεν είναι.

Διότι αν μπερδευτείς ψάχνοντας ποιος είναι με το μέρος σου, μικρό το κακό. Αργά ή γρήγορα, η ζωή θα σε επαναφέρει στην πραγματικότητα.

Αλλά αν μπερδευτείς ψάχνοντας τον αντίπαλο, τότε πολύ φοβούμαι ότι δεν υπάρχει επαναφορά.