Μερικές φορές αφανή νήµατα ενώνουν πράγµατα που ίσως φαινοµενικά µοιάζουν ασύνδετα. Εχοντας παρακολουθήσει τις προηγούµενες εβδοµάδες δύο από τις πιο δηµοφιλείς, επιτυχηµένες και – κατά γενική οµολογία – αξιόλογες θεατρικές παραστάσεις της σεζόν, δεν µπόρεσα να αποφύγω τη σκέψη πως ενώ αναφέρονται στο παρελθόν µε πολύ διαφορετικές αφορµές, σχολιάζουν κατά κάποιον τρόπο το σήµερα, προσπαθούν να εξηγήσουν γιατί δεν αντιµετωπίσαµε ποτέ δραστικά ως κοινωνία τα ανεπούλωτα τραύµατά µας.
Στο «Ξύπνα, Βασίλη», που έχει σκηνοθετηθεί από τον Αρη Μπινιάρη και παρουσιάζεται στο Εθνικό Θέατρο, ο ομώνυμος ήρωας της κωμωδίας του Δημήτρη Ψαθά είναι ένας συντηρητικός τύπος, ένας περήφανος αντικομμουνιστής. Ολοι γύρω του, αριστερόφρονες και δεξιόφρονες, διαθέτουν εύπλαστη και προσαρμοστική συνείδηση. Ο «κουκουές» συνάδελφός του επιβραβεύεται από το Κόμμα για τους ανυπόγραφους λίβελους που δημοσιεύει στην εφημερίδα «Η Κραυγή». Η υστερική, ανάλγητη αφεντικίνα του αντιμετωπίζει τους υπαλλήλους της σαν υπηρέτες. Κι όμως, αυτοί οι δύο άνθρωποι τα βρίσκουν τελικά. Τους ενώνει η έγνοια για το προσωπικό συμφέρον. Ο συνεπής στα «πιστεύω» του Βασίλης καταλήγει στο τρελοκομείο όταν βάζει νερό στο κρασί του. Δεν συνέρχεται ποτέ πραγματικά. Φανατικός αντικομμουνιστής είναι και ο Βάσια, ο «Γιούγκερμαν» δηλαδή, που θα κάνει οσονούπω πρεμιέρα στο θέατρο Πορεία. Δεν χρειάζεται να δούμε την παράσταση του Δημήτρη Τάρλοου, το γνωρίζουμε από το βιβλίο του Καραγάτση. Αλλη μια παράξενη σύμπτωση της σεζόν 2018-19.
Και στον «Αρίστο», όμως, το μεγάλο «word of mouth» σουξέ του Θεάτρου του Νέου Κόσμου (σε σκηνοθεσία Γιώργου Παπαγεωργίου), πίσω από τη λούμπεν, περιθωριακή Θεσσαλονίκη της δεκαετίας του ’60, μια πόλωση, μια μόνιμη θαρρείς φυσική μας κατάσταση ως λαού, δίνει βροντερά το «παρών»: από τη μια οι δεξιοί, από την άλλη οι αριστεροί, και στη μέση οι χαφιέδες. Στην έξοχη παράσταση, που είναι βασισμένη στο βιβλίο του Θωμά Κοροβίνη «Ο γύρος του θανάτου» με θέμα την υπόθεση του Αρίστου Παγκρατίδη, ο οποίος καταδικάστηκε σε θάνατο ως «Δράκος του Σέιχ Σου», οι πληγές του Εμφυλίου χάσκουν ακόμη ανοιχτές, το παρακράτος δρα ανενόχλητο και η δικτατορία βρίσκεται προ των πυλών.
Οι δουλειές αυτές είναι δικαίως sold-out διότι αποτελούν υποδείγματα καλού θεάτρου. Αγγίζουν ωστόσο και μια διχαστική συνθήκη που νομίζαμε ότι είχε ατονήσει και επανήλθε δριμύτερη τα τελευταία χρόνια ζητώντας επιτακτικά από όλους μας να επιλέξουμε στρατόπεδο. Αρκετοί βρήκαν το καταφύγιό τους στους υπάρχοντες πολιτικούς χώρους. Πολλοί, ωστόσο, νιώθουμε σαν να έχουμε βρεθεί σε αδιέξοδο, σαν να ανήκουμε σε μια στρατιά αμίλητων ανθρώπων, ευαίσθητων και σοβαρών, που έχουν άποψη για τα διάφορα επιμέρους ζητήματα που προκύπτουν καθημερινά σε αυτόν τον τόπο, όμως δεν έχουν κάπου να στραφούν για τη συνολική εκπροσώπησή τους. Η μετριοπάθεια δεν αποτελεί, βέβαια, δυνατό καύσιμο για τη δημιουργία ηρώων του θεάτρου, δεν θα γραφτούν έργα για εμάς. Το μόνο σίγουρο είναι πως τις απαντήσεις που ζητούμε δεν θα τις βρούμε μόνο σε κάποια παράσταση. Ισως να πρέπει να τις δώσουμε οι ίδιοι.