Ο διπλωμάτης και ποιητής Σεφέρης

Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
«… Η πολιτική, με τη στενή της έννοια, δε μ’ απασχόλησε ποτέ, σαν σκοπός ζωής. Αργότερα, όταν μπήκα στο Υπουργείο και βρέθηκα εξαρτημένος από την πολιτική, πάλι δε μου πέρασε από το νου πως θα μπορούσα να γίνω ποτέ, σαν πολίτης, περισσότερο από ένας τίμιος οπαδός, και σαν υπηρέτης του κράτους περισσότερο από ένας ικανός βοηθός. Είχα άλλα ενδιαφέροντα, που τα τοποθετούσα ψηλότερα από τις πρόσκαιρες αυτές ασχολίες και που ήταν η ζωή μου… Η ανάγκη να υπηρετώ δύο κυρίους και η αποστροφή μου γενικά για την ερασιτεχνία με βασάνισαν αδιάκοπα. Κάποτε ήταν ένα μαρτύριο… Ετσι έκανα ως τα σήμερα, όσο μπορούσα πιο τίμια, το υπηρεσιακό μου χρέος, και προσπάθησα, όσο μπορούσα πιο τίμια, να μην έχω καμιάν ιδιαίτερη εύνοια ή απολαβή από τους ανθρώπους που μας κυβερνούσαν…».
Το απόσπασμα αυτό («Χειρόγραφο», Σεπτ. ’41, σελ. 13-14) συμπυκνώνει απόλυτα τη δύσκολη ψυχολογική ισορροπία του Γιώργου Σεφέρη μεταξύ της υπηρεσιακής του ζωής στο υπουργείο Εξωτερικών και της αγάπης του για την «πραγματική» του ζωή, την ποίηση, αυτή που τον «απογείωσε» στο Νομπέλ Λογοτεχνίας και στην παγκόσμια αναγνώριση, το 1963. Τούτη η δύσκολη «συμβίωση» υπηρεσίας και ποίησης είναι που απασχολεί τον Βασίλη Παπαδόπουλο στο πολύ ενδιαφέρον – και ως ένα σημείο, βιωματικό, θα έλεγε κανείς – βιβλίο του «Διπλωματία και Ποίηση: Η περίπτωση του Γιώργου Σεφέρη» (Εκδόσεις Ικαρος). Ο συγγραφέας, διπλωμάτης και ο ίδιος, επιδιώκει να εντοπίσει τη σχέση αυτή μεταξύ διπλωματίας και ποίησης που καθόρισε τον Σεφέρη. Αλλωστε, ο πρέσβης Παπαδόπουλος είχε ήδη γράψει διηγήματα και δοκίμια προτού αποφασίσει να ασχοληθεί με το σίγουρα πολυπλοκότερο από τα μέχρι στιγμής θέματά του – οπότε αντιλαμβάνεται τη δύσκολη αυτή συνύπαρξη.
Ηδη από τον πρόλογο, θέτει δύο ερωτήματα καίριας σημασίας. «Ποια είναι τα εμπόδια που θέτει η υπηρεσιακή ζωή στην ποιητική δημιουργία και, αντίστροφα, πόσο συμβάλλει σε αυτήν; Πού εντοπίζεται η ασυνείδητη αλληλεπίδραση των δύο πλευρών της δημιουργικής προσωπικότητας;». Και λίγο πιο κάτω, δίνει ο ίδιος μια πρώτη, λιτή, απάντηση: «Σίγουρα η διπλωματία δεν τον έκανε ποιητή (σ.σ. τον Σεφέρη). Τον έκανε όμως τον ποιητή που ήταν, ή τουλάχιστον συνέβαλε σ’ αυτό». Και ίσως, η φράση του Οδυσσέα Ελύτη, που παραθέτει ο συγγραφέας, για τον Σεφέρη, να περιγράφει με υψηλή ακρίβεια αυτή τη συμβολή: «Το γράψιμο γι’ αυτόν ήταν αλήθεια ένας καημός που έφτανε από πολύ μακριά κι από πολύ βαθιά, ένα μεράκι βουβό που αυλάκωνε την όψη του κι άφηνε κάτι σκοτεινό να κατακαθίσει, όπως η άμμος από το ποτάμι, στα μεγάλα ζεστά μελαγχολικά του μάτια…».
Ο γεννηθείς στη Σμύρνη Σεφέρης (ως γνωστόν με το επώνυμο Σεφεριάδης) διορίστηκε στο υπουργείο Εξωτερικών στις 29 Δεκεμβρίου 1926. Στη διπλωματική του σταδιοδρομία, τρία ήταν τα βασικά προβλήματα που έπρεπε να υπερβεί. Καταρχήν, το γραφειοκρατικό κλίμα εντός του οποίου περνούσε μεγάλο μέρος της καθημερινότητάς του. Δεύτερον, η στέρηση του απαραίτητου χρόνου να ασχοληθεί με την ποίηση. Τρίτον, οι συνεχείς μετακινήσεις. Μπορεί η ποίηση να ήταν η ίδια του η ζωή, αλλά ο Σεφέρης υπήρξε επίσης ένας άνθρωπος με ισχυρές απόψεις για τα καίρια πολιτικά ζητήματα – ακόμη και αν εμφανιζόταν προσεκτικός στις δημόσιες τοποθετήσεις του. Ετυχε άλλωστε να βρεθεί, σε κρίσιμες στιγμές της ελληνικής Ιστορίας, σε κρίσιμες θέσεις. Δύο εξ αυτών ξεχωρίζουν. Η πρώτη ήταν η τοποθέτησή του ως διευθυντή του Γραφείου του αντιβασιλέως Δαμασκηνού σε μία από τις πιο θυελλώδεις στιγμές για την Ελλάδα, τον Μάιο του 1945, εν μέσω εμφυλίου πολέμου. Και η δεύτερη, η ανάληψη της Διεύθυνσης για το Κυπριακό, το καλοκαίρι του 1956, η οποία θα ακολουθηθεί από τη μετακίνησή του στη θέση του πρέσβη της Ελλάδος στο Λονδίνο σχεδόν έναν χρόνο αργότερα. Είδε και άκουσε πολλά, ενώ στην περίπτωση του Κυπριακού δεν δίστασε να συγκρουστεί με τον πολιτικό του προϊστάμενο, τον τότε υπουργό Εξωτερικών Ευάγγελο Αβέρωφ.
Ο αναγνώστης «θα συναντήσει» στο βιβλίο του Βασίλη Παπαδόπουλου έναν Σεφέρη που δεν αποδέχεται τη μετριότητα, που στηλιτεύει τη δειλία, που θεωρεί τη δικαιοσύνη μείζονα αρετή. Εναν άνθρωπο που αν και ασφυκτιά στο επαγγελματικό περιβάλλον, συμπεριφέρεται ως ο απόλυτος επαγγελματίας, με ισχυρή αγάπη για την Ελλάδα. Και μια προσωπικότητα παγκοσμίου βεληνεκούς που είχε αντιληφθεί έγκαιρα κάτι που και σήμερα πολλοί εντοπίζουμε: ότι η Ελλάδα δεν είχε, πλην εξαιρέσεων, την ηγεσία που θα της άξιζε, ιδιαίτερα σε περιόδους αστάθειας και περιδίνησης, όπως αυτή που προσφάτως διήλθε.

