Την περασμένη Δευτέρα οι 19 υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης έβγαλαν, έμπλεοι χαμόγελων, μια οικογενειακή φωτογραφία επί τη ευκαιρία της επετείου των 20 ετών από την εισαγωγή του ευρώ. Στη συνέχεια, εισήλθαν στη συνεδρίαση του Eurogroup για να εξέλθουν το επόμενο… πρωί με σακούλες στα μάτια και να ανακοινώσουν τις αποφάσεις τους για τις μεταρρυθμίσεις στην ευρωζώνη, οι οποίες θα αποτελέσουν μείζον θέμα στην προσεχή Σύνοδο Κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 13-14 Δεκεμβρίου στις Βρυξέλλες. Οι κακεντρεχείς τόνισαν ότι οι συνομιλίες αυτές ξεπέρασαν σε διάρκεια ακόμη και την ηρωική 17ωρη διαπραγμάτευση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ τον Ιούλιο του 2015, όταν το Grexit απετράπη την ύστατη ώρα. Οι ψυχραιμότεροι απλά σημείωσαν πως σε ό,τι αφορά την ευρωζώνη το γερμανικό δόγμα της σταθερότητας παραμένει ισχυρό και ουσιαστικά αμετάβλητο, ακόμη και αν η χώρα η οποία το υπερασπίστηκε σθεναρότερα δεν ήταν η ίδια η Γερμανία, αλλά ο παραδοσιακός και στενότερος σύμμαχος του Βερολίνου σε τέτοια ζητήματα: η Ολλανδία.

Η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει βρεθεί σε κομβικό σημείο. Αντιμετωπίζει σειρά προκλήσεων και ανοικτών μετώπων σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο, αλλά μοιάζει αδύνατο να βρεθεί ένας φιλόδοξος κοινός παρονομαστής. Ηδη στις Βρυξέλλες αγωνιούν για την επόμενη μέρα τής, όπως όλα δείχνουν, καταψήφισης της συμφωνίας για το Brexit στη Βουλή των Κοινοτήτων. Μόλις την περασμένη Τρίτη, μιλώντας στη δεξαμενή σκέψης German Marshall Fund, ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο προχώρησε σε μια ευθεία αμφισβήτηση του πολυμερούς διεθνούς συστήματος και στην ανάδειξη της σημασίας του έθνους-κράτους, μια κίνηση με ξεκάθαρο αποδέκτη την ΕΕ. Αναλυτές διερωτώνται ποια θα είναι η πορεία που θα ακολουθήσει η Γερμανία μετά την αποχώρηση της Ανγκελα Μέρκελ από την ηγεσία του CDU και προσεχώς από την καγκελαρία – ακόμη και αν η «Mutti» δεν ήταν οπαδός φιλόδοξων σχημάτων ολοκλήρωσης, αλλά μάλλον εγγυήτρια της σταθερότητας. Την ίδια στιγμή οι Βρυξέλλες προσπαθούν να ανασχέσουν την απειλή της νέας λαϊκιστικής ιταλικής κυβέρνησης μέσω κάποιου, μάλλον διακοσμητικού, συμβιβασμού επί του προϋπολογισμού της. Και μέσα σε όλα αυτά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καταθέτει πρόταση για αναβάθμιση του διεθνούς ρόλου του ευρώ. Οι αντιφάσεις είναι προφανείς ακόμη και στον αδαή επί των ευρωπαϊκών εξελίξεων.

Ο ελάχιστος κοινός παρονομαστής

 

Το φορτίο είναι τόσο βαρύ και οι πολιτικοί περιορισμοί τόσο ασφυκτικοί, που τελικά όλα καταλήγουν στον ελάχιστο κοινό παρονομαστή. Το Eurogroup της περασμένης Δευτέρας δεν απετέλεσε εξαίρεση, αποτελώντας παράλληλα την ταφόπλακα των σχεδόν «υπερβατικών» προτάσεων του Εμανουέλ Μακρόν. Ο γάλλος πρόεδρος είχε παρουσιάσει ένα πολύ φιλόδοξο πακέτο προτάσεων στην περίφημη «Ομιλία της Σορβόννης», αλλά παρά τα μικρά βήματα της κυρίας Μέρκελ με τη Διακήρυξη του Μέζενμπεργκ στις 19 Ιουνίου και πριν από μερικές ημέρες με την κοινή γαλλογερμανική πρόταση για τον προϋπολογισμό της ευρωζώνης, το μεγάλο βήμα δεν έγινε. Η Κομισιόν είχε χαιρετίσει θερμά τις προτάσεις Μακρόν, αλλά δεν μπορεί να επιβάλλει ιδέες.

Ο «άξονας των Βορείων» επεκράτησε για ακόμη μία φορά την περασμένη Δευτέρα και οι φιλοδοξίες του γάλλου προέδρου – ο οποίος βρίσκεται παράλληλα υπό ασφυκτική πίεση στο εσωτερικό της χώρας λόγω των κοινωνικών αντιδράσεων στις πολιτικές του – περί ενός προϋπολογισμού της ευρωζώνης ή ενός πανευρωπαϊκού συστήματος εγγύησης καταθέσεων συνετρίβησαν στις… μυλόπετρες της σύγχρονης Χανσεατικής Λίγκας, η οποία στο παρασκήνιο έλαβε τη διακριτική αλλά και αμέριστη στήριξη του Βερολίνου.

Το προσωνύμιο της «σύγχρονης Χανσεατικής Λίγκας» (που αρχικώς υιοθετήθηκε από αγγλοσαξονικά μέσα ενημέρωσης, αλλά τελικώς επικράτησε) προέρχεται από την «ιστορική Χανσεατική Λίγκα», μια συνομοσπονδία πόλεων-κρατών της αναγεννησιακής περιόδου που υποστήριζαν το ελεύθερο εμπόριο. Η σύγχρονη Λίγκα αποτελείται από οκτώ χώρες, με την Ολλανδία να ασκεί ουσιαστικά ηγετικό ρόλο. Τα υπόλοιπα μέλη είναι η Φινλανδία, η Ιρλανδία, η Δανία, η Σουηδία, η Λετονία, η Λιθουανία, καθώς επίσης η Σλοβακία και η Δημοκρατία της Τσεχίας. Τι ενώνει τις χώρες αυτές; Μια προτίμηση στην άσκηση υπεύθυνης, ενίοτε σκληρής, δημοσιονομικής πολιτικής και μια εφεκτικότητα έναντι της παραχώρησης υπερβολικών αρμοδιοτήτων σε ευρωπαϊκά όργανα.

Στο πρόσφατο Eurogroup η Ολλανδία, η οποία εν αναμονή της αποχώρησης της Βρετανίας από την ΕΕ επιδιώκει να αναλάβει ηγετικό ρόλο στην προάσπιση της ελεύθερης οικονομίας και της ενιαίας αγοράς, πίεσε διά του υπουργού Οικονομικών της Βέπκε Χέκστρα και ουσιαστικά επέβαλε όλες τις θέσεις που οι εταίροι της στη Λίγκα είχαν διατυπώσει σε δύο κείμενα πολιτικής για τη μεταρρύθμιση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM). Το πρώτο έχει ημερομηνία 1η Νοεμβρίου και αφορούσε τον ESM και το δεύτερο δημοσιοποιήθηκε στις 16 Νοεμβρίου και είχε θέμα τις προτάσεις για προϋπολογισμό της ευρωζώνης. Οποιος διαβάσει την ανακοίνωση του Eurogroup για την εμβάθυνση της Οικονομικής και Νομισματικής Ενωσης (ΟΝΕ) που περιέχει τις προτάσεις των υπουργών Οικονομικών προς τους ηγέτες ενόψει της Συνόδου, τότε θα καταλάβει ότι οι Βόρειοι τα πήραν όλα!

Ο ESM θα λειτουργήσει υποστηρικτικά για το Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης (SRF) των τραπεζών και ενδεχομένως νωρίτερα από την αρχική πρόβλεψη, εφόσον όμως υπάρχει επαρκής μείωση κινδύνου (ιδιαίτερα στα «κόκκινα» δάνεια) μέχρι το 2020. Ωστόσο, οι σκέψεις για υιοθέτηση ενός πανευρωπαϊκού συστήματος εγγύησης καταθέσεων δεν προχωρούν, καθώς οι αντιδράσεις στη Γερμανία είναι ισχυρότατες. Παράλληλα, κράτη-μέλη της ευρωζώνης που μπορούν μεν να δανειστούν, αλλά αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα που εκφεύγουν του ελέγχου τους, θα μπορούν να προσφύγουν στον ESM για πρόσβαση σε προληπτική πιστωτική γραμμή (PCCL), αλλά φυσικά υπό αυστηρές προϋποθέσεις και προοπτική βιώσιμου χρέους. Γενικότερα, καταγράφεται επίσης η προοπτική ένταξης Συλλογικών Ρητρών Δράσης (CACs) στη Συνθήκη του ESM. Επίσης, αν και διακριτικά, ο ρόλος του ESM στα προγράμματα βοήθειας ενισχύεται.

Το πιο ενδιαφέρον σημείο όμως είναι ο «πάγος» στις γαλλικές επιθυμίες για έναν προϋπολογισμό της ευρωζώνης ο οποίος θα έχει σταθεροποιητική λειτουργία, θα είναι δηλαδή σε θέση να βοηθά ένα κράτος να απορροφήσει αιφνίδια οικονομικά σοκ. Η συμμαχία των βόρειων χωρών απέρριψε κάτι τέτοιο και οι «τεχνικές συνομιλίες θα συνεχιστούν», όπως κατέγραψε η απόφαση του Eurogroup. Αντίθετα, ένας τέτοιος προϋπολογισμός θα περιοριστεί μόνο στην ενίσχυση «της ανταγωνιστικότητας και της σύγκλισης», άρα των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων – πάγια προτίμηση του Βερολίνου. Επιπλέον, θα αποτελεί μέρος του κοινοτικού προϋπολογισμού και δεν θα είναι ανεξάρτητος. Με τον τρόπο αυτόν το μέγεθός του θα είναι περιορισμένο, ενώ δεν πρέπει να λησμονείται ότι οι διαπραγματεύσεις για τον επόμενο προϋπολογισμό της ΕΕ (για την περίοδο 2021-2017) θα είναι σκληρότατες.

Προβλήματα και αντιφάσεις

 

Την ώρα που το Eurogroup προχωρεί με δειλά βήματα σε μια εμβάθυνση της ΟΝΕ αντί σε μια γενναία κίνηση που θα πείσει τους υπόλοιπους παίκτες του διεθνούς συστήματος ότι οι Ευρωπαίοι είναι αποφασισμένοι να κινηθούν συντονισμένα προς τα εμπρός, τα προβλήματα δεν μειώνονται αλλά αυξάνονται. Στη Γαλλία, ο πρόεδρος Μακρόν βρίσκεται υπό πολιορκία. Οι φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις του έχουν κολλήσει μετά τις διαδηλώσεις των «κίτρινων γιλέκων» και η δημοτικότητά του φθίνει διαρκώς, κάτι που αφαιρεί δυναμική από τις ευρωπαϊκές προτάσεις του. Παράλληλα, διάχυτη είναι η πεποίθηση σε ευρωπαϊκούς κύκλους ότι ο Μακρόν δεν είναι ευρωπαϊστής, αλλά γκωλιστής με ευρωπαϊκό κοστούμι, και ως απόδειξη φέρουν την πρόσφατη ενόχληση του Παρισιού στην πρόταση του γερμανού υπουργού Οικονομικών Ολαφ Σολτς να παραχωρήσει η Γαλλία τη θέση της στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ στην ΕΕ. Στη δε αντιπαράθεση Βρυξελλών – Ρώμης για τον ιταλικό προϋπολογισμό, είναι σαφές ότι ουδείς, με πρώτο το Βερολίνο, έχει διάθεση για… περιπέτειες. Αυτή η προσέγγιση θα οδηγήσει λογικά σε έναν συμβιβασμό ώστε η Κομισιόν να επιδείξει διαλλακτικότητα στη Διαδικασία Υπερβολικού Ελλείμματος.

Επιχείρηση Κομισιόν για αναβάθμιση του ευρώ απέναντι στο δολάριο

Η απερχόμενη Επιτροπή υπό τον Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ προχωρεί παράλληλα σε μια κίνηση που καταδεικνύει τις ευρωπαϊκές ανησυχίες για την ολοένα και ευκρινέστερη στροφή των Ηνωμένων Πολιτειών προς τον προστατευτισμό, η οποία συνδυάζεται με μια σαφή και ολοένα πιο «εθνική» στάση της Ουάσιγκτον σε θέματα ασφαλείας – η οποία ανησυχεί εντόνως τους Ευρωπαίους. Το σχέδιο για περιορισμό της εξάρτησης της ΕΕ από τη χρήση του δολαρίου και η σύσταση να ξεκινήσει αυτός από τον τομέα των ενεργειακών συναλλαγών παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Είναι σαφές ότι η πρωτοβουλία αυτή πυροδοτήθηκε από το πρόβλημα που έχει ανακύψει με την απόφαση της κυβέρνησης του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να επαναφέρει ένα ασφυκτικό δίκτυο κυρώσεων εναντίον του Ιράν, οι οποίες πλήττουν και όσες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις έχουν συναλλαγές με την Τεχεράνη.

Η σύσταση της Κομισιόν περιλαμβάνει τη χρήση του ευρώ ως βασικού νομίσματος στα ενεργειακά συμβόλαια μεταξύ κρατών-μελών της ΕΕ και τρίτων χωρών, καθώς και τον ορισμό ορίων τιμών σε ευρώ για το αργό πετρέλαιο. Δεν πρέπει να λησμονείται ότι η ΕΕ συνολικά είναι ένα από τους μεγαλύτερους εισαγωγείς ενεργειακών πόρων. Ωστόσο, μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι προτάσεις των Βρυξελλών για τον ορισμό αξιόπιστων σημείων επιτοκίων και ενός ολοκληρωμένου συστήματος άμεσων πληρωμών (κατά το πρότυπο του SWIFT). Μια τέτοια ιδέα είχε προτείνει πριν από κάποιους μήνες ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών Χάικο Μάας. Ωστόσο, σε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο τους στην ιστοσελίδα του Κέντρου Ευρωπαϊκής Μεταρρύθμισης (CER), ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Κολούμπια Ανταμ Τουζ και ο επικεφαλής οικονομολόγος του CER Κρίστιαν Οντενταλ αναδεικνύουν με πολύ πειστικό τρόπο τις δυσκολίες που υπάρχουν ώστε το ευρώ να ανταγωνιστεί το δολάριο. Το σημαντικότερο σημείο της ανάλυσής τους είναι ότι για να συμβεί αυτό θα απαιτηθούν σοβαρές αλλαγές στις βασικές πολιτικές της ευρωζώνης, αλλά και η μετατόπιση του Βερολίνου – κάτι που σήμερα δεν μοιάζει πιθανό.

Ωστόσο, εν όψει και των ευρωεκλογών του επόμενου έτους, τα βλέμματα έχουν στραφεί στη Γερμανία. Η πιθανή αποχώρηση της κυρίας Μέρκελ και από την καγκελαρία, πέραν της ηγεσίας του CDU, νωρίτερα από την ολοκλήρωση της θητείας της θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα κενό και μια αδυναμία εξεύρεσης συμβιβασμών σε επίπεδο ηγετών. Ανεξάρτητα του ποιος θα είναι ο διάδοχός της, ο πυρήνας της γερμανικής πολιτικής για την ΕΕ δεν θα μεταβληθεί δραματικά. Οι πιέσεις όμως που ασκεί η νέα αμερικανική κυβέρνηση στο εμπορικό μέτωπο αλλά σε θέματα ασφαλείας και άμυνας δεν είναι διόλου αμελητέες. Η ΕΕ εμμένει ρητορικά στην προάσπιση του ελεύθερου εμπορίου και μιας φιλελεύθερης τάξης πραγμάτων, την οποία όμως δεν είναι βέβαιο ότι μπορεί να επιτύχει χωρίς ριζική αναθεώρηση των πολιτικών που σήμερα ακολουθεί.