Σε έναν δύσκολο «πλου διέλευσης» – για να χρησιμοποιήσουμε έναν από τους όρους του Διεθνούς Δικαίου της Θαλάσσης – υποχρέωσε την κυβέρνηση και προσωπικά τον Πρωθυπουργό ο Νίκος Κοτζιάς προαναγγέλλοντας την πρόθεση της κυβέρνησης να κινηθεί προς την επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 ναυτικά μίλια σε τρεις διαφορετικές περιοχές, οι δύο εκ των οποίων περιλαμβάνονται στο Αιγαίο Πέλαγος. Η ανακοίνωση αυτή αφαίρεσε από την Αθήνα το όπλο του αιφνιδιασμού και προκάλεσε σφοδρή εσωτερική πολιτική αντιπαράθεση για ένα ζήτημα μείζονος εθνικής σημασίας. Επιπλέον, συνέπεσε με τη διαρκή αντιπαράθεση στο τρίγωνο Αθήνας – Αγκυρας – Λευκωσίας περί των ερευνών για υδρογονάνθρακες στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Κύπρου, αλλά και της Ελλάδας, στην Ανατολική Μεσόγειο.

Οι αποφάσεις της πρώτης σύσκεψης

Ο Αλέξης Τσίπρας προσπάθησε να ηρεμήσει την κατάσταση, αποφασίζοντας κατά την πρώτη του σύσκεψη με το «καπέλο» του υπουργού Εξωτερικών δύο πράγματα: πρώτον, να περιοριστεί η ελληνική πλευρά σε πρώτη φάση σε μια επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης στο Ιόνιο Πέλαγος και, δεύτερον, να προχωρήσει η κυβέρνηση στην επέκταση με σχέδιο νόμου και όχι με προεδρικό διάταγμα. Η άκαιρη ανακοίνωση του κ. Κοτζιά, την οποία χαρακτήρισαν «ανεύθυνη και επικίνδυνη» πολλοί διπλωμάτες που έχουν χειριστεί τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, προκάλεσε όπως ήταν αναμενόμενο την αντίδραση της Αγκυρας.
Η τουρκική κυβέρνηση επανέφερε την «απειλή πολέμου» (casus belli) στην επικαιρότητα, δηλώνοντας ότι δεν πρόκειται να ανεχθεί μονομερείς ενέργειες στο Αιγαίο, καλώντας για διάβημα τον έλληνα πρεσβευτή. Είναι σαφές ότι η Αγκυρα δεν διατυπώνει αντιρρήσεις σε μια επέκταση στο Ιόνιο Πέλαγος, προς την οποία η Αθήνα φέρεται να κινήθηκε ως απάντηση στο αδιέξοδο των συνομιλιών με την Αλβανία και την Ιταλία για την οριοθέτηση Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης.

Δύσκολα διλήμματα

Η αναζωπύρωση της επέκτασης της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης τόσο στο Ιόνιο Πέλαγος (σε μια περιοχή που θα ξεκινά από τα Διαπόντια Νησιά, βορείως της Κέρκυρας, φθάνοντας ως το Ακρωτήριο Μαλέας, νοτίως της Πελοποννήσου, με ευθείες γραμμές βάσεως και κλείσιμο του Μεσσηνιακού και του Λακωνικού Κόλπου) όσο – και κυρίως – στο Αιγαίο Πέλαγος φέρνει την Ελλάδα ενώπιον δύσκολων διλημμάτων. Και αν στην πρώτη περίπτωση τα πνεύματα θα παραμείνουν μάλλον ήρεμα, η περίπτωση του Αιγαίου φέρει βαρύ ιστορικό φορτίο. Οταν ξέσπασε η ελληνοτουρκική κρίση για την υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου τη δεκαετία του 1970, η επέκταση στα 12 ν.μ. συζητήθηκε ήδη από την εποχή της χούντας. Η σχετική απόφαση ανεβλήθη, ενώ το 1976, κατά την πρώτη συνάντηση των εμπειρογνωμόνων των δύο χωρών στη Βέρνη, η Αγκυρα φέρεται να έθεσε για πρώτη φορά με ευθύ τρόπο ζήτημα μη μονομερούς επέκτασης διότι αυτό θα θεωρούνταν απειλή για την ασφάλεια της Τουρκίας.
Από ορισμένες πλευρές προβάλλεται και η πιθανότητα αντίδρασης τρίτων παικτών σε μια επέκταση, όπως π.χ. των Ηνωμένων Πολιτειών. Ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες, η Ουάσιγκτον δεν είχε αντιταχθεί στο παρελθόν σε πιθανή ελληνική επέκταση (στα τέλη της δεκαετίας του 1980), εφόσον οι δίοδοι ανοιχτής θάλασσας μεταξύ Βορείου και Νοτίου Αιγαίου δεν επηρεάζονταν και υπήρχε ταύτιση αιγιαλίτιδας ζώνης και εναερίου χώρου (πληροφορία από το βιβλίο «Ελληνοτουρκικές σχέσεις» του Αγγελου Μ. Συρίγου).
Κατά τον πρώην υπουργό, το πρώτο προεδρικό διάταγμα για την επέκταση στο Ιόνιο Πέλαγος είναι σχεδόν 100% έτοιμο, ενώ προετοιμάζονται άλλα δύο: το πρώτο αφορά την επέκταση των χωρικών υδάτων από τα Αντικύθηρα προς την Κρήτη και το δεύτερο από το Ακρωτήριο Μαλέας προς βορειότερα ως και τον Παγασητικό Κόλπο. Ο κ. Κοτζιάς φέρεται να ενημέρωσε περί των ελληνικών προθέσεων τον τούρκο ομόλογό του Μεβλούτ Τσαβούσογλου όταν οι δύο άνδρες συναντήθηκαν πρόσφατα στη Σμύρνη. Δεν είναι σαφές τι απάντησε ο κ. Τσαβούσογλου και τι κατάλαβε ο κ. Κοτζιάς. Αυτό που είναι σαφές είναι τι απάντησε με επίσημη ανακοίνωσή του το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών.

Τουρκική αντίδραση

Η Αγκυρα κινήθηκε άλλωστε στην πάγια γραμμή της ότι στην περιοχή του Αιγαίου Πελάγους δεν θα δεχθεί μονομερείς ενέργειες που πραγματοποιούνται ανατολικά των Κυθήρων. Επομένως, η επέκταση των χωρικών υδάτων βορείως της Κρήτης – πόσω μάλλον η επέκταση ως και τον Παγασητικό – θα προκαλούσε άμεση τουρκική αντίδραση. Αυτή λογικά θα ενισχυόταν από την πιθανή χάραξη ευθειών γραμμών βάσεων (που θα έκλειναν π.χ. τον Αργολικό ή τον Σαρωνικό Κόλπο).

Η θεωρία της «ελληνικής λίμνης»

Πέραν της άποψης ότι στο Αιγαίο επικρατούν «ειδικές περιστάσεις», έχει η Αγκυρα πρόβλημα με αυτό που η ίδια περιγράφει ως μετατροπή του Αιγαίου σε «ελληνική λίμνη»; Σήμερα, με την αιγιαλίτιδα ζώνη στα 6 ν.μ., η Ελλάδα καταλαμβάνει λίγο περισσότερο από το 43% των υδάτων του Αιγαίου, με την Τουρκία να έχει το 7,5%. Μια επέκταση στα 12 ν.μ. θα απέδιδε στην Ελλάδα περίπου το 71% και στην Τουρκία περί το 9%.
Από την άλλη πλευρά, υπάρχει το ζήτημα του αποκλεισμού που η Τουρκία θεωρεί ότι θα υπάρξει στην ελεύθερη πρόσβασή της στην ανοιχτή θάλασσα, αλλά και η επίδραση στην οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Ο 25ος μεσημβρινός είναι το όριο ανατολικά του οποίου η Αγκυρα θεωρεί ότι δεν μπορεί να υπάρξει επέκταση από την Ελλάδα ή έστω μια συμφωνημένη επέκταση.
Είναι επίσης αλήθεια ότι στο πλαίσιο των διερευνητικών επαφών έγιναν εκτενέστατες συζητήσεις για μια «συναινετική» επιλεκτική επέκταση εκ μέρους της Ελλάδας που θα σεβόταν τις τουρκικές ανησυχίες. Οι συζητήσεις αυτές διεκόπησαν επί Ευάγγελου Βενιζέλου στο υπουργείο Εξωτερικών και οι διερευνητικές συνομιλίες εστίασαν στο θέμα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ. Από το 2015 και μετά βέβαια οι διερευνητικές επαφές καρκινοβατούν.

Προεδρικό διάταγμα ή νόμος;

Το θέμα της επιλογής προεδρικού διατάγματος ή σχεδίου νόμου είναι άλλο ένα ζήτημα που έχει σημασία. Οσοι υποστηρίζουν τη χρήση προεδρικού διατάγματος επικαλούνται, μεταξύ άλλων, το άρθρο 2 του νόμου 2321/1995 με τον οποίο κυρώθηκε η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS). Σε αυτό, πέραν της διαπίστωσης ότι «η Ελλάδα έχει το αναφαίρετο δικαίωμα να επεκτείνει σε οποιονδήποτε χρόνο το εύρος της χωρικής θάλασσας μέχρι αποστάσεως 12 ν.μ.», για την εφαρμογή στην εσωτερική έννομη τάξη των σχετικών διατάξεων της UNCLOS «εκδίδονται σχετικά προεδρικά διατάγματα».
Η εντολή του κ. Τσίπρα να προχωρήσει η διαδικασία με την κατάθεση σχεδίου νόμου υποστηρίζεται από όσους θεωρούν ότι πρέπει να ακολουθηθεί η πρόβλεψη του άρθρου 27(1) του Συντάγματος, που αναφέρει ότι «καμία μεταβολή στα όρια της Επικράτειας δεν μπορεί να γίνει χωρίς νόμο, που ψηφίζεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών». Φαίνεται ότι ο κ. Τσίπρας ίσως επιδιώκει να κινηθεί σε μια πιο συναινετική γραμμή (αν και παραμένει και σε αυτό το ζήτημα άγνωστη η στάση Καμμένου). Με δεδομένη την άμεση και σκληρή αντίδραση της αντιπολίτευσης στις ανακοινώσεις Κοτζιά κατά την παράδοση – παραλαβή του υπουργείου Εξωτερικών (όπου βέβαια ο κ. Τσίπρας δεν εμφανίστηκε αντίθετος), αυτό που μένει να αποδειχθεί είναι αν οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας μπορούν να επιδείξουν υπευθυνότητα επί ενός τόσο ευαίσθητου ζητήματος.
Το επονομαζόμενο τουρκικό casus belli φέρει μια διατύπωση που μοιάζει να απαντά στην ελληνική μεθοδολογία. Στην τελευταία παράγραφο του σχετικού ψηφίσματος της Μεγάλης Εθνοσυνέλευσης, στις 8 Ιουνίου 1995, αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι η τουρκική Βουλή «αποφάσισε να παραχωρήσει στην τουρκική κυβέρνηση όλες τις εξουσίες, συμπεριλαμβανομένων όσων ίσως κριθούν αναγκαία στο στρατιωτικό πεδίο, για την προστασία και υπεράσπιση των ζωτικών συμφερόντων της Τουρκίας σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο». Ουσιαστικά δηλαδή παρακαμπτόταν και από τουρκικής πλευράς ο ρόλος του Κοινοβουλίου σχετικά με την απειλή χρήσης βίας.