Νέα έξοδος στις αγορές με μεγάλης διάρκειας ομόλογο
Γιατί το ποτήρι των προσδοκιών για την οικονομία δείχνει μισογεμάτο- Τι προβλέπουν για την ανάπτυξη εφέτος 20 διεθνείς οίκοι – Ως το τέλος Μαρτίου η πρόωρη αποπληρωμή των €3,6 δισ. δανείων του ΔΝΤ

Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Με ταμειακό «μαξιλάρι» 32 δισ. ευρώ αυτή τη στιγμή και με τις δανειακές ανάγκες της νέα χρονιάς να υπολογίζονται σε αυτή τη φάση σε περίπου 24 δισ. ευρώ, τις επόμενες ημέρες ο ΟΔΔΗΧ αναμένεται να επιχειρήσει την πρώτη έξοδο της χώρας στις αγορές από τις 4-5 που αναμένονται συνολικά για το 2021, με στόχο την άντληση 1,5-2 δισ. ευρώ με την έκδοση μακροπρόθεσμου ομολόγου (πιθανώς 20 ή 30 ετών), ενώ ως το τέλος Μαρτίου αναμένεται και η πρόωρη αποπληρωμή μέρους των δανείων του ΔΝΤ που σήμερα φτάνουν τα 3,6 δισ. ευρώ.
Για το 2021, εξάλλου, ήδη το σενάριο για εκδόσεις χρέους 8 δισ. ευρώ έχει πάει στις ελληνικές καλένδες και πλέον στόχος είναι η άντληση από τις αγορές τουλάχιστον 12 δισ. ευρώ, αφού όσο η πανδημία δεν έχει ακόμη ελεγχθεί, τόσο οι ανάγκες χρηματοδότησης της οικονομίας θα παραμένουν υψηλές.
Η πρώτη έκδοση αναμένεται να είναι σχετικά μικρότερη από άλλες, που πιθανώς να ξεπεράσουν και τα 3 δισ. ευρώ, καθώς όσο πιο μακροπρόθεσμη είναι η έκδοση τόσο αυξάνει το ρίσκο για τους διεθνείς επενδυτές. Π.χ. στην 30ετία το ρίσκο είναι τριπλάσιο σε σχέση με την 10ετία, καθώς η Ελλάδα απέχει ακόμη από την «επενδυτική βαθμίδα» κατά 2 με 3 βαθμίδες ανάλογα με τον οίκο αξιολόγησης, κάτι που σημαίνει πως όσο πιο μακροπρόθεσμη είναι μια έκδοση, τόσο λιγότερη θα είναι η συμμετοχή των καλής ποιότητας επενδυτών.
Το 2021 δεν αποκλείεται κάποια στιγμή, ιδίως αν η οικονομία ανακάμψει μερικώς, να υπάρξει ακόμη και κάποια αναβάθμιση από τους οίκους αξιολόγησης, αλλά αυτό δεν έχει και μεγάλη σημασία. Το στάτους του «investment grade» για το ελληνικό αξιόχρεο είναι δύσκολο να επιτευχθεί πριν από το 2023, καθώς το «τελευταίο σκαλί» θα είναι δύσκολο να το περάσει κανείς χωρίς να έχει λυθεί πλήρως το θέμα των κόκκινων δανείων ή η οικονομία να έχει επανέλθει στην κανονικότητα.
Το «μαξιλάρι»
Ωστόσο, η χώρα, πέρα από το «μαξιλάρι» ρευστότητας, έχει και τη στήριξη της ΕΚΤ, καθώς μετά την αύξηση του «QE πανδημίας» (η ΕΚΤ) μπορεί να αγοράσει ακόμη (πέρα από τις αγορές στις οποίες έχει ήδη προχωρήσει) ελληνικά ομόλογα αξίας 25 δισ. ευρώ σε τιμές αγοράς ή 20 δισ. ευρώ σε ονομαστικές τιμές, και αυτό είναι κάτι που το γνωρίζουν οι διεθνείς επενδυτές. Επιπρόσθετα η ΕΚΤ δείχνει να παρακολουθεί τις εξελίξεις και αν χρειαστεί μπορεί να προχωρήσει σε νέες παρεμβάσεις, καθώς για τους οικονομολόγους η δημοσιονομική ενοποίηση της ευρωζώνης μακροπρόθεσμα δείχνει να βρίσκεται σε μη αναστρέψιμη πορεία.
Σε κάθε περίπτωση το ύψος των εκδόσεων ελληνικού χρέους για το 2021 θα μπορούσε να διαφοροποιηθεί ανάλογα και με την πορεία του δημοσιονομικού ελλείμματος αλλά και από την πορεία της ανάκαμψης της οικονομίας. Αν το έλλειμμα ξεφύγει κατά πολύ από τα 9 δισ. ευρώ που αναμένεται εφέτος ή η οικονομία δεν «γυρίσει» ουσιαστικά μετά την άνοιξη, τότε οι ανάγκες θα αυξηθούν και θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν με προεξοφλήσεις, με μη μείωση της αναμενόμενης αποπληρωμής των εντόκων, με χρησιμοποίηση μέρους του «μαξιλαριού» ή και με αύξηση του προβλεπόμενου δανεισμού από τις αγορές. Αν π.χ. οι αποδόσεις στα έντοκα συνεχίζουν να είναι αρνητικές, θα ακολουθηθούν άλλες στρατηγικές, αν και ο ΟΔΔΗΧ θα επιθυμούσε μια απομείωση του αποθέματος των έντοκων γραμματίων ώστε να περιοριστούν οι κίνδυνοι στην αναχρηματόδηση του βραχυπρόθεσμου χρέους.
Σε κάθε περίπτωση, όλα θα εξαρτηθούν από την πορεία της ανάκαμψης, ενώ τα προβλήματα θα μπορούσαν να ενταθούν αν η ύφεση πέρα π.χ. από το α’ τρίμηνο επεκταθεί και στο β’ τρίμηνο του 2021. Ωστόσο, αυτή τη στιγμή κοινή είναι η εκτίμηση πως η οικονομία μετά την άνοιξη θα ανακάμψει και αν μάλιστα εμβολιαστεί ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού και κυρίως οι ευάλωτες ομάδες, ορισμένοι δεν αποκλείουν στο β’ εξάμηνο εκτίναξη του ΑΕΠ, δεδομένης και της χαμηλής βάσης εκκίνησης.
Η ανάπτυξη
Κοινή συνισταμένη των εκτιμήσεων των οικονομολόγων είναι σήμερα πως η ανάπτυξη του 2021 θα κυμανθεί στο 4,5%, με το ΑΕΠ να ανακάμπτει στο επίπεδο του 2019 το 2022-2023. Ενδεικτικά 20 οίκοι προβλέπουν για την ανάπτυξη της Ελλάδας το 2021 τα εξής: Η JP Morgan βλέπει ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ 5% εφέτος, 5,3% η Morgan Stanley, 3% η HSBC, 4,5% η Capital Economics, 2,2% η Citigroup, 2,8% η BofA/ML, 5,5% η Deutsche Bank, 2,2% η ING, 5,6% η UBS, 5,1% η Fitch, 4% η Scope, 5% η BNP Paribas, 6% η Commerzbank, 3,9% η Credit Agricole, 2,5% η DZ Bank, 3,5% η EIU, 5,3% η Euromonitor Int, 4,5% η Julius Baer, 4,8% η Moody’s Analytics, 3,9% η Oxford Economics κ.λπ.
Προοπτικές
Διεθνείς τράπεζες, όπως π.χ. η JP Morgan, εμφανίζονται θετικές για τα ελληνικά ομόλογα, συστήνοντας long (ανοδικές) θέσεις, εκτιμώντας ότι προσφέρουν ελκυστικότερες αποδόσεις και ευνοϊκά επίπεδα προσφοράς σε σχέση με τις δυνητικές αγορές από την ΕΚΤ. Παράλληλα, το σταθερό πολιτικό περιβάλλον, οι προοπτικές της οικονομίας, καθώς η χώρα είναι και από τις ευνοημένες του Ταμείου Ανάκαμψης, αλλά και οι προσδοκίες αναβάθμισης του αξιόχρεου το 2021, με την επενδυτική διαβάθμιση (investment grade) να επιτυγχάνεται πιθανός εντός του 2022, στηρίζουν τους ελληνικούς τίτλους.
Σημειώνεται ότι το 78% του δημόσιου χρέους, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΔΔΗΧ, παραμένει σε χέρια του επίσημου τομέα (κράτη, οργανισμοί), ενώ μόλις το 22% βρίσκεται σε ιδιώτες θεσμικούς επενδυτές. Την ίδια ώρα, το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους, ως αναλογία επί των κρατικών εσόδων, έχει μειωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, από 10,9% το 2012 στο 6,3% το 2019 και στο 6,5% το 2020.
Παράλληλα, ο μέσος όρος αποπληρωμής των ελληνικών ομολόγων κυμαίνεται στα 20 χρόνια έναντι 7,7 ετών των υπόλοιπων χωρών της ευρωπαϊκής περιφέρειας, ενώ παρά την αύξηση του χρέους ως προς το ΑΕΠ και την επιδείνωση των δημοσιονομικών μεγεθών, το ευνοϊκό προφίλ αποπληρωμής (μεγάλες ωριμάσεις, χαμηλά επιτόκια) και τις αγορές ομολόγων από την ΕΚΤ σε ένα περιβάλλον αρνητικών αποδόσεων για τα ομόλογα της ευρωζώνης, οι ελληνικοί τίτλοι θα συνεχίζουν μάλλον να προσελκύουν το επενδυτικό ενδιαφέρον.

