Και να θέλετε είναι αδύνατον να το μάθετε απ’ έξω, όμως το επίσημο όνομα της Μπανγκόκ είναι «Krung Thep Mahanakhon Amon Rattanakosin Mahinthara Ayuthaya Mahadilok Phop Noppharat Ratchathani Burirom Udomratchaniwet Mahasathan Amon Piman Awatan Sathit Sakkathattiya Witsanukam Prasit», ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων. Οι Ταϊλανδοί για συντομία χρησιμοποιούν κυρίως τις δύο πρώτες λέξεις, αποκαλώντας την Κρουνγκ Τεπ, δηλαδή Πόλη των Αγγέλων. Για την προέλευση του ονόματος που καθιερώθηκε διεθνώς, του Μπανγκόκ, υπάρχουν διάφορες θεωρίες. Ομως ακόμη κι έτσι, «κουτσουρεμένη», «συμπυκνωμένη» σε δύο λέξεις, συντετμημένη, η πρωτεύουσα της Ταϊλάνδης παραμένει τόσο μεγάλη όσο και το πραγματικό όνομά της. Τεράστια όχι μόνο σε έκταση και σε πληθυσμό αλλά και σε σημασία για όλη την Ασία, καθώς η Μπανγκόκ είναι μια πόλη-«καταφύγιο» που συγκεντρώνει στην αγκαλιά της όλα τα παιδιά της και τους δίνει προστασία, δουλειά και φαγητό.
Η μυρωδιά του φαγητού είναι εξάλλου αυτή που επικρατεί (μαζί με εκείνη της βροχής) στους δρόμους αυτής της πόλης των σχεδόν 10 εκατομμυρίων κατοίκων, η οποία σου δίνει ενίοτε την αίσθηση πως βρίσκεσαι σε ένα τεράστιο πυρωμένο γουόκ: Ζέστη, υγρασία, χιλιάδες μαγείρισσες και μάγειροι διασκορπισμένοι σε κάθε γειτονιά να ετοιμάζουν από το πρωί έως το βράδυ τις σπεσιαλιτέ τους στις φορητές κουζινούλες τους, και οι περαστικοί να περπατούν τρώγοντας ασταμάτητα. Θα είμαι ειλικρινής: Αυτό το ζεστό και υγρό κλίμα δεν είναι ό,τι το καλύτερο για εμάς. Η αίσθηση πως κυκλοφορείς σε χαμάμ μπορεί να σου δημιουργήσει αρχικά δυσφορία. Ολα όμως συνηθίζονται.
Ή έστω μαθαίνεις να τα υπομένεις. Και τον διαρκή, ασταμάτητο θόρυβο, την εκκωφαντική φασαρία που επικρατεί στο εκτεταμένο κέντρο. Και το μποτιλιάρισμα στους τεράστιους δρόμους. Και τα πλήθη που συνωστίζονται στα πεζοδρόμια. Ολα αυτά, που όταν τα περιγράφουμε μπορεί να ακούγονται από εκνευριστικά έως αφόρητα, είναι τα συστατικά της γοητείας μιας μεγαλούπολης που δεν μοιάζει με καμία άλλη από όσες έχω μέχρι στιγμής επισκεφθεί. Υπάρχει όμως και ένα ακόμη συστατικό, το οποίο κάνει τη διαφορά: Το χαμόγελο των κατοίκων της. Χωρίς ίχνος υπερβολής (και νομίζω πως όσοι έχουν ταξιδέψει στην Ταϊλάνδη θα το επιβεβαιώσουν) οι Ταϊλανδοί είναι ο πιο χαμογελαστός και ένας από τους πιο ευγενικούς λαούς του κόσμου. Θα το διαπιστώσετε εύκολα στη συναναστροφή σας μαζί τους, όπου και αν πάτε.
Πάμε τώρα για μια πρώτη γνωριμία με την πόλη, ξεκινώντας από τα must: Από το Μεγάλο Ανάκτορο και το Βατ Πρα Καεό, με την καλόγουστη χλιδή και τον ιερό σμαραγδένιο Βούδα. Περνάμε στο Βατ Πο, τον αρχαιότερο και μεγαλύτερο ναό της Μπανγκόκ, όπου μεταξύ άλλων βλέπουμε τον τεράστιο, επίχρυσο ξαπλωμένο Βούδα που έχει μήκος 46 μέτρα. Το Βατ Αρούν, ο Ναός της Αυγής, περίτεχνα διακοσμημένος από κομμάτια πορσελάνης, είναι ένα από τα πιο εντυπωσιακά κτίσματα της πόλης. Στο πάρκο Ντουσίτ θα ξεκουράσουμε για λίγο τα αφτάκια μας από τη φασαρία και από τις φωνές. Ανάμεσα στα εντυπωσιακά κτίρια που θα δούμε εκεί ξεχωρίζει το χρυσό Ανάκτορο Βιμανμέκ, φτιαγμένο από ξύλο τικ. Το Μέγαρο του Τζιμ Τόμσον είναι από τα πιο καλοδιατηρημένα παραδοσιακά σπίτια της πόλης. Κατά την ξενάγηση στα δωμάτιά του μας μιλούν για την ιστορία του και κυρίως για την ιστορία του ιδιοκτήτη του, του αμερικανού επιχειρηματία που αναβίωσε την τέχνη των μεταξωτών υφαντών και που χάθηκε στη ζούγκλα της Μαλαισίας για να μη βρεθεί ποτέ κανένα ίχνος του. Καταπράσινοι οι κήποι του σπιτιού, καταπράσινο και το πάρκο Λουμπίνι, όπου νωρίς το πρωί Ταϊλανδοί και Κινέζοι κάνουν τη γυμναστική τους. Το Βατ Σακέτ, ένας τεχνητός λόφος με έναν χρυσό πύργο στην κορυφή του, ήταν κάποτε το πιο ψηλό σημείο της πόλης. Ακόμη προσφέρει όμορφη θέα, όμως πλέον η Μπανγκόκ είναι γεμάτη ουρανοξύστες.
Αυτούς τους ουρανοξύστες βλέπουμε στο κέντρο και στις όχθες του ποταμού Τσάο Πράγια που σημαίνει «Ποταμός των Βασιλιάδων». Πρόκειται για την τεράστια «φλέβα» που διασχίζει την πόλη και της δίνει ζωή. Εκατοντάδες ποταμόπλοια πηγαινοέρχονται καθημερινά μεταφέροντας εμπορεύματα και ανθρώπους. Μοναδική εμπειρία η επίσκεψη με βάρκα-ταξί στις γειτονίες με τα κανάλια και τα χτισμένα πάνω στο νερό σπίτια. Εκεί γνωρίζουμε μια άλλη Μπανγκόκ, πολύ διαφορετική από τη σύγχρονη μεγαλούπολη με τα εντυπωσιακά κτίρια, τα τεράστια mall και τις υπερπολυτελείς μπουτίκ. Και επειδή η πρωτεύουσα της Ταϊλάνδης έχει πολλά πρόσωπα, πάμε και από την Τσαϊνατάουν (είναι τεράστια!), για να περπατήσουμε σε έναν λαβύρινθο από δρομάκια όπου βρίσκουμε τα πάντα, από υφάσματα έως αποξηραμένες νυχτερίδες (χρησιμοποιούνται για ιατρικούς λόγους) και από μικρούς Βούδες μέχρι λικέρ με (ολόκληρα) φίδια και σκορπιούς μέσα στο μπουκάλι. Τι γεύση έχει το ποτό; Αυτή του τσίπουρου – και όχι, δεν το δοκίμασα, άλλοι το έκαναν, πιο τολμηροί από εμένα.
Περισσότερα (ζωντανά, αυτή τη φορά) φίδια και άλλα άγρια ζώα θα δούμε στον θαυμάσιο ζωολογικό κήπο Ντούζιτ. Επειτα από μια γεμάτη ημέρα, το βράδυ θα χαθούμε στις πολύχρωμες νυχτερινές αγορές (υπάρχουν πολλά παζάρια που λειτουργούν και την ημέρα και το βράδυ) και ως φιλοπερίεργοι τουρίστες θα κάνουμε το απαραίτητο πέρασμα από την αμαρτωλή περιοχή μιας πόλης που έχει κατηγορηθεί για τον σεξοτουρισμό της: Η «σκοτεινή πλευρά» της Ταϊλάνδης με τα κακόφημα μπαρ και κλαμπ βρίσκεται στα πέριξ της λεωφόρου Σιλόμ. Διάσημοι είναι και οι δρόμοι Πατπόνγκ 1 και 2 με τη νυχτερινή αγορά και τα «περίεργα» μαγαζιά τους.
Πρωί και βράδυ η ζωή στους δρόμους της Μπανγκόκ δεν σταματάει ποτέ. Οποια ώρα και αν βγείτε από το ξενοδοχείο σας θα δείτε ανθρώπους να περπατάνε, να κυκλοφορούν με τα αυτοκίνητά τους, με τις δημόσιες συγκοινωνίες ή με τα παραδοσιακά οχήματα τουκ-τουκ και θα συναντήσετε καντίνες με φρεσκομαγειρεμένο φαγητό. Οπως αέναα κυλάει ο πλατύς Τσάο Πράγια, το ευλογημένο ποτάμι, την ίδια διαρκή κίνηση σαν αυτή του νερού αισθάνεσαι παντού γύρω σου όπου κι αν βρίσκεται. Γίνεσαι και εσύ «σταγόνα» σε αυτό το ανθρώπινο ποτάμι και κυλάς μαζί τους στους μεγάλους δρόμους, κάτω από τις τεράστιες φωτεινές επιγραφές ή στις ταπεινές γειτονιές με τα φτιαγμένα από κόντρα πλακέ σπίτια, τα μπαμπού και τα βρώμικα κανάλια. Στέκεσαι για λίγο μόνο κάτω από το στέγαστρο, δίπλα στην κυρία που τηγανίζει κοτόπουλο, ώσπου να περάσει η καταιγίδα που ξαφνικά ξέσπασε με φοβερές αστραπές και κεραυνούς (μια υπερπαραγωγή στον ουρανό της πόλης) και παρατηρείς την άλλη κυρία στο απέναντι πεζοδρόμιο που σκεπασμένη με το υποτυπώδες αδιάβροχό της εξακολουθεί να πουλάει τους λωτούς της. Η βροχή γίνεται τόσο δυνατή και πυκνή που σχεδόν την εξαφανίζει. Η κυρία με το κοτόπουλο σού χαμογελάει. Η μυρωδιά από το τηγάνι της, που έχει μέσα και σκόρδο, και τζίντζερ, και λέμονγκρας και τσίλι, σου σπάει τη μύτη. Λίγο αργότερα, μέσα στην καταιγίδα, απολαμβάνεις το φαγητό της, σερβιρισμένο σε ένα κόκκινο πλαστικό πιάτο. Της χαμογελάς κι εσύ. Το βράδυ πέφτει στην Μπανγκόκ, και τώρα που χόρτασες θέλεις όσο τίποτε να επιστρέψεις στο ξενοδοχείο για να αλλάξεις τα βρεγμένα ρούχα σου προτού κρυώσεις. Λίγο μετά, στεγνός και καθαρός, θα ξαναβγείς!

Post-it

Πώς θα πάτε
Δυστυχώς δεν υπάρχει πλέον απευθείας πτήση από την Ελλάδα όπως υπήρχε παλαιότερα, οπότε θα πάτε μέσω Κωνσταντινούπολης, Βιέννης, Φρανκφούρτης, Ντουμπάι ή κάποιου άλλου κομβικού αεροδρομίου. Η Thai, η αεροπορική εταιρία της Ταϊλάνδης, είναι εξαιρετική.
Πού θα μείνετε
Στην Μπανγκόκ θα βρείτε μερικά από τα πιο πολυτελή ξενοδοχεία στον κόσμο και θα απολαύσετε όλες τις ανέσεις σε αρκετά χαμηλές τιμές, ειδικά αν δεν πάτε στην ακμή της τουριστικής περιόδου, δηλαδή τον δικό μας χειμώνα. Την περίοδο των βροχών (Μάιος – Σεπτέμβριος) το κόστος διαμονής μειώνεται θεαματικά.
Τι να κάνετε οπωσδήποτε
-Να δοκιµάσετε το παραδοσιακό ταϊλανδέζικο µασάζ, µετά το οποίο θα νιώθετε… καινούργιοι! Μασέρ θα βρείτε σε όλα τα ξενοδοχεία αλλά και σε κάθε γειτονιά της πόλης. Ψάξτε το λίγο για να µην πέσετε σε σκιτζήδες.
– Να περιηγηθείτε µε βάρκα στις πλωτές αγορές που λειτουργούν στα πέριξ της πόλης.
– Να παραγγείλετε καυτερά ταϊλανδέζικα κάρι, αλλά και sticky rice, ένα γλύκισµα από ρύζι (πρόκειται για ειδική ποικιλία) που µαγειρεύεται µε γάλα καρύδας, καστανή ζάχαρη και σερβίρεται µε φρέσκο µάνγκο.
– Να επισκεφθείτε το Museum of Contempory Art µε την πολύ ενδιαφέρουσα συλλογή. Δεν είναι εύκολο να φτάσετε εκεί, αξίζει όµως τον κόπο. Εξαιρετικό είναι και το Αρχαιολογικό Μουσείο που βρίσκεται και πιο κεντρικά.
– Να κάνετε µια ηµερήσια εκδροµή (µε το τρένο) έως την Αγιουτάγια, την παλιά πρωτεύουσα της Ταϊλάνδης (φωτογραφία κάτω).