Μόνοι μας ασφαλώς και δεν θα είμαστε
Ο λαϊκισμός και η υπεραπλούστευση στην εξωτερική πολιτική της Ελλάδας πρέπει να μπουν οριστικά στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας από τις 8 Ιουλίου. Η Ελλάδα δεν θα είναι μόνη της, όπως και δεν είναι μόνη της σήμερα στο διεθνές στερέωμα που απολαμβάνει τα οφέλη της ειρήνης
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Για να είσαι επιτυχημένος πολιτικός δεν χρειάζεται να έχεις τη γοητεία του Μπαράκ Ομπάμα, την έμπνευση του Ουίνστον Τσόρτσιλ, το χάρισμα του Κων/νου Καραμανλή, την ευθύτητα του Κων/νου Φλωράκη ή την οξυδέρκεια του Κων/νου Μητσοτάκη, ώστε οι δημόσιες τοποθετήσεις σου να καταγράφονται ως ιστορική υπεραξία του κράτους που υπηρετείς. Υπάρχουν πολλοί πολιτικοί που απέφευγαν τις δημόσιες τοποθετήσεις γιατί αναγνώριζαν την ευθύνη της κάθε φράσης τους και παρέμεναν σιωπηλοί παράγοντας θετικό έργο δίχως λόγο.
Ο πρόλογος αυτός γίνεται για να δείξω ότι προσωπικά δεν θεωρώ έναν πολιτικό επιτυχημένο κατ’ ανάγκη μόνο από τις δηλώσεις του, αλλά από το έργο του. Ενας πολιτικός όμως μπορεί να δημιουργήσει σημαντική βλάβη, είτε σε επίπεδο λειτουργίας της κυβέρνησης είτε σε επίπεδο συνείδησης μιας ολόκληρης κοινωνίας, αν ξεχάσει τη σημασία της δημόσιας τοποθέτησης και αρκεστεί στον «επικοινωνισμό» αυτής.
Θεωρώ τον σημερινό υπουργό Εθνικής Αμυνας Ευάγγελο Αποστολάκη άξιο αξιωματικό των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Εντυπωσιακό βιογραφικό, θητεία στα επίλεκτα σώματα των Ειδικών Δυνάμεων, μετεκπαιδεύσεις σε κορυφαία σχολεία του εξωτερικού. Ως υπουργός όμως έχει μείνει σε χαμηλές επιδόσεις. Οχι μόνο σε έργο αλλά και σε δηλώσεις. «Κορυφαία» στιγμή η πρόσφατη δήλωσή του ότι η Ελλάδα σε περίπτωση σύγκρουσης θα είναι μόνη της, δήλωση που έσπευσαν πολλοί να την αγκαλιάσουν και να την ενστερνιστούν.
Η διάσταση της «εθνικής μας μοναξιάς» έγινε μόδα ανάλυσης εξωτερικής πολιτικής εκεί στα μέσα δεκαετίας του ’90, δημοφιλές λαϊκό τραγούδι, αγαπημένη λαϊκίστικη παραμυθία στα οικογενειακά τραπέζια της Κυριακής, αλλά απέχει πολύ από τις ουσιαστικές πολυπλοκότητες του διεθνούς συστήματος. Η προσέγγιση «μόνοι μας θα είμαστε την ώρα της σύγκρουσης» είναι ο ορισμός της υπεραπλούστευσης, γιατί πολύ απλά δεν ισχύει. Εμπεριέχει μια ισχυρή δόση θουκυδίδειας σοφίας, που δεν έχει σχέση όμως με τα δεδομένα του εδραιωμένου πολυπολισμού μέσα στον οποίο εξελίσσονται οι διεθνείς σχέσεις του 21ου αιώνα.
Για να απαντηθούν οι υπεραπλουστεύσεις που κατακλύζουν τις «αναλύσεις» εξωτερικής πολιτικής – υπάρχει υπερπληθώρα τέτοιων τα τελευταία χρόνια στα ελληνικά ΜΜΕ – κάποιος πρέπει να ανατρέξει στη διεθνή θεωρία. Καμία σύγκρουση δεν εξελίσσεται in void, σε «κενό χώρο» δηλαδή, εξαιτίας της αλληλεξάρτησης – στρατηγικής, οικονομικής, διπλωματικής – που διαπερνά το διεθνές σύστημα, κυρίως αυτό της μεταψυχροπολεμικής εποχής. Το παράδειγμα της αλληλεξάρτησης εντείνεται σε μια υψηλού ενδιαφέροντος, από στρατηγική, ενεργειακή, πολιτική και διπλωματική άποψη, περιοχή όπως αυτή της Ανατολικής Μεσογείου. Το επίπεδο της αλληλεξάρτησης είναι τόσο ισχυρό στις περιπτώσεις της Ελλάδας και της Τουρκίας ως προς τον δυτικό κόσμο, τη Ρωσία αλλά και προσφάτως την Κίνα μέσω της πολιτικής «One Belt – One Road», που το σίγουρο είναι ότι μια στρατιωτική ρήξη μεταξύ των δύο προαναφερόμενων κρατών στην Ανατολική Μεσόγειο θα έχει τόσο μεγάλο αντίκτυπο στο υφιστάμενο status quo του εν λόγω υποσυστήματος, που οι εμπλοκές – παρεμβάσεις θα είναι απόλυτα κανονιστικού τύπου, ξεπερνώντας σε πρώτο χρόνο ακόμη και τις πολιτικές πρωτοβουλίες.
Παράλληλα, οι θεωρίες των συμμαχιών αναδεικνύουν την ακόλουθη λεπτομέρεια που προφανώς ο υπουργός Εθνικής Αμυνας δεν τη γνωρίζει. Οσο μεγαλύτερη είναι η διεθνής δικτύωση ενός κράτους, τόσο η λειτουργία της διπλωματικής αποτροπής ενισχύεται. Παράλληλα, στην περίπτωση αυτή που η αποτροπή αποτύχει και η σύγκρουση εκκινήσει, τότε η διπλωματία εισέρχεται σε λειτουργία «αντιθετικής κατεύθυνσης», αναζητώντας δηλαδή τρόπους εκτόνωσης της έντασης. Γίνεται εύκολα κατανοητό λοιπόν ότι όσο μεγαλύτερη είναι η διεθνής δικτύωση του κράτους – της Ελλάδας είναι εξόχως εκτεταμένη χάρη στους Νικόλαο Πλαστήρα, Κων/νο Καραμανλή και σε όλον τον αστικό πολιτικό κόσμο που στήριξαν θαρραλέα απέναντι στις κραυγές του απομονωτισμού και του λαϊκισμού την είσοδό της στο ΝΑΤΟ και στην, τότε, ΕΟΚ – τόσο πιο έντονες και συντονισμένες θα είναι οι κινήσεις εκτόνωσης σε διεθνές επίπεδο.
Τέλος, η Ελλάδα δεν είναι μόνη της, γιατί τόσο ο αστικός πολιτικός όσο και ο ακαδημαϊκός κόσμος της χώρας έχει διευρυμένα δίκτυα επαφών σε όλον τον πλανήτη. Η συχνή και πυκνή αρθρογραφία σε διεθνές επίπεδο, η δημοσιοποίηση απόψεων σε διεθνή Μέσα διαλύουν την ψευδαίσθηση ότι η Ελλάδα θα είναι μόνη της την ώρα της κρίσης. Αν ίσως ο υπουργός Εθνικής Αμυνας προσπαθούσε να ενισχύσει τη λειτουργία της ακαδημαϊκής διπλωματίας και εκμεταλλευόταν θετικά τη δυναμική των ελλήνων πανεπιστημιακών ως καταλυτών διαμόρφωσης της κοινής γνώμης σε διεθνές επίπεδο, θα βρισκόμασταν σε ακόμη καλύτερο επίπεδο.
Η Ελλάδα σε περίπτωση σύγκρουσης με την Τουρκία δεν θα είναι μόνη της. Ασφαλώς και η πορεία προς τη σύγκρουση οφείλει να αποτραπεί και είναι καιρός κάποιοι να αντιληφθούν ότι οι ευθύνες τους ξεπερνούν τον άχαρο ρόλο των κασσανδρικού τύπου προβλέψεων και να δουλέψουν στη βάση της περαιτέρω ενίσχυσης της διεθνούς μας παρουσίας, ώστε η Ελλάδα να αυξάνει τη στρατηγική της υπεραξία μέσω της συμμετοχής της στο διεθνές δρώμενο και στους συμμαχικούς της μηχανισμούς. Ο λαϊκισμός και η υπεραπλούστευση στην εξωτερική πολιτική της Ελλάδας πρέπει να μπουν οριστικά στο χρονοντούλαπο της Ιστορίας από τις 8 Ιουλίου. Η Ελλάδα δεν θα είναι μόνη της, όπως και δεν είναι μόνη της σήμερα στο διεθνές στερέωμα που απολαμβάνει τα οφέλη της ειρήνης.
Ο κ. Σπύρος Ν. Λίτσας είναι αναπληρωτής καθηγητής Διεθνών Σχέσεων Πανεπιστημίου Μακεδονίας και επισκέπτης καθηγητής του Ινστιτούτου Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου της Grenoble.

