Μίνως Βολανάκης: ένα πνεύμα μοναδικό
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Οεικοστός αιώνας γνώρισε χαρισματικούς σκηνοθέτες (Στανισλάβσκι, Μάισνερ, Γκροτόφσκι κ.ά.), που άνοιξαν τον δρόμο για διαφορετικές προσεγγίσεις του θεατρικού κειμένου και πρωτοπόρες παραστάσεις. Οι οικονομικοπολιτικές αλλαγές και η ραγδαία εξέλιξη της τεχνικής έδωσαν αφορμές για βαθύτερη ανάγνωση των κειμένων και πολύπλευρες οπτικές σε σκηνοθέτες με προσωπικότητα. Ο σκηνοθέτης αποκτά άλλη οντότητα μέσα από τον διάλογο με τον ηθοποιό και πλαισιώνει τον θεατρικό λόγο με κίνηση, μουσική και ορισμένο χώρο δρωμένων, μετατρέποντας το κείμενο σε θέαμα αξιώσεων.
Φέτος έκλεισαν είκοσι χρόνια από τότε που έφυγε από κοντά μας ένας από τους μεγαλύτερους θεατρανθρώπους που γνώρισε αυτή η χώρα. Ο Μίνως Βολανάκης. Εφυγε στο τέλος του 20ού αιώνα, κλείνοντας μια γενιά ευρωπαίων σκηνοθετών με ανθρωπιστική παιδεία και φωτεινούς ορίζοντες, που σήμερα έχουν στενέψει στο θολό τοπίο μιας τέχνης που πασχίζει να ανασυγκροτήσει μια θεατρική ταυτότητα αποδομώντας και αναδομώντας τα μεγάλα έργα. Εκείνοι τότε σχηματοποιούσαν την ελληνική θεατρική ταυτότητα με έργα και τρόπους οικουμενικούς και όχι περιορισμένης εμβέλειας.
Ο Μίνως Βολανάκης ήταν ένας διεθνής σκηνοθέτης. Είχε σκηνοθετήσει την Γκλέντα Τζάκσον στις «Δούλες» του Ζαν Ζενέ στο Oxford Playhouse το 1963. Στην Αγγλία τον θεωρούσαν μεγάλο δημιουργό. Ο Πάτρικ Μακ Γκι, ο αγαπημένος ηθοποιός του Σάμιουελ Μπέκετ, για τον οποίο έγραψε τις «Μαγνητοταινίες του κ. Κραπ», τον εκθείαζε.
Είχα τη σπάνια ευκαιρία να γνωρίσω αυτόν τον μοναδικό άνθρωπο, να περάσω ώρες μαζί του, να δω πρόβες του και να δουλέψουμε μαζί, με την ιδιότητά μου ως αρχιτέκτονα στις αναζητήσεις του για τη δημιουργία των υπαίθριων «Θεάτρων των Βράχων» στα νταμάρια της Αττικής. Γνώρισα ίσως τον πιο ελεύθερο άνθρωπο που έχω συναντήσει ποτέ μου. Ενα πνεύμα μοναδικό που υπηρέτησε υποδειγματικά την τέχνη της σκηνοθεσίας. Συνήθιζε να λέει: «Οι Αγγλοι λένε «acting» που είναι δράση εμείς λέμε «παίζω». Ηθοποιός σημαίνει ποιώ ήθος. Ηθος σημαίνει συνήθεια». «Ο χαρακτήρας είναι κάτι χαραγμένο, δεν αλλάζει, είναι τελειωμένο. Γι’ αυτό και αναγνωρίσιμο. Σ’ ένα ηφαίστειο, το χαραγμένο είναι το βουνό, η λάβα όμως δεν είναι. Το βουνό έχει συγκεκριμένη δομή. Εκείνο όμως που έχει σημασία είναι η λάβα. Η πρόβα είναι εξόρυξη. Αν υπάρχει λάβα να ανοίξει την τρύπα».
Ο Μίνως Βολανάκης, ανέδειξε τα έργα που ανέλαβε με την ευαισθησία να διεισδύει σε βάθος, με πάθος και ευσυνειδησία σε κάθε πτυχή τους. Ελεγε χαρακτηριστικά: «Ο,τι συμβαίνει σε κάθε έργο δεν υπάρχει, είναι στο κεφάλι κάποιου ανθρώπου». «Να σας πω ένα παραμύθι: να σας πω ένα ψέμα. Είναι αυτό η αρχή της αλήθειας;».
Εδινε φως στο περιεχόμενο του κειμένου και «φώτα» στους ηθοποιούς με την πλαστικότητα και την αισθαντικότητα που τον διέκρινε. «Στα όνειρά μας δεν είμαστε ποτέ εμείς οι ίδιοι». «Το θέατρο σου επιτρέπει να μην είσαι. Το ίδιο ισχύει και για το κοινό». «Η ανθρώπινη ισορροπία βασίζεται στην απόσχιση, όχι στην ταύτιση». «Πρέπει να καταφέρεις να πετύχεις μια κατασκευασμένη αθωότητα. Το πιο δύσκολο». «Το αληθινό είναι το αναγνωρίσιμο. Το συναίσθημα είναι κακό θέατρο».
Από τον Μίνω Βολανάκη κατάλαβα – και είναι μια αίσθηση που έχουμε οικογενειακώς, γιατί είχαμε την ευτυχία να συνεργαστεί με τη μητέρα μου για χρόνια – πως «ο χρόνος που μας αναλογεί να ζήσουμε, πρέπει να είναι απόλυτα δικός μας. Αν αυτό πλουτίζει τους άλλους που βρίσκονται δίπλα μας, τότε μιλάμε και για προσφορά. Μόνο ως «εμείς» μπορούμε να είμαστε χρήσιμοι».Δεν θα ξεχάσω τις συχνές συναντήσεις μας σε κινηματογράφους, όχι απαραίτητα σε «μεγάλα» έργα, όπου πήγαινα μόνος και συναντιόμαστε ως συνωμότες. Λέγαμε δυο κουβέντες στο διάλειμμα και στο τέλος σχολιάζαμε. «Τι ωραία αποτυχία!» θυμάμαι μου είχε πει για το «Αβγό του φιδιού» του Μπέργκμαν. Συζητώντας με τον σκηνοθέτη Δημήτρη Μαυρίκιο, ο οποίος τον ήξερε πολύ καλά, μου επιβεβαίωσε πως ο Μίνως αγαπούσε πολύ να πηγαίνει σινεμά. Το είχε ανάγκη, ήταν μια δεύτερη ζωή γι’ αυτόν, μια ανάσα. Δεν πήγαινε απαραίτητα σε «κουλτουριάρικες ταινίες». Δεν του ήταν απαραίτητο να ξαναδεί την Γκλέντα Τζάκσον, για παράδειγμα, με την οποία είχε δουλέψει στην Αγγλία και ήταν φίλη του. Ηθελε, ενίοτε βέβαια, να βλέπει συγκεκριμένα έργα που τον ενδιέφεραν, ώστε να διαμορφώνει τη σκέψη του, μέσω των διαφορετικών αναγνώσεων, π.χ. ενός Μακμπέθ (στην τσεχική, στη ρωσική, στην αγγλική). Εάν έβλεπε κάτι που περιείχε την ήδη δική του ματιά ή μια άποψη πολύ δυνατή και ολοκληρωμένη, προτιμούσε να μην ανεβάσει το συγκεκριμένο θεατρικό έργο. Ουσιαστικά επιχειρούσε να κάνει κάτι εξαιρετικά πρωτότυπο και ασυνήθιστο: μια προσωπική αναλυτική καταγραφή κινηματογραφικών εκδοχών έργων, ώστε να καταλήξει στο να απορρίψει ή να προκρίνει το επόμενό του θεατρικό γεγονός.Ας ξαναγυρίσουμε όμως στο θέατρο. Το έργο του Βολανάκη είναι πολύτιμος οδηγός για τις επόμενες γενιές.
«Αν η γνώμη υπερτερεί της θέλησης», έλεγε, «μπορεί να δουλέψει αγαθά, αν υπερτερεί η θέληση μπορεί να είναι καταστροφική, γιατί η θέληση είναι στοιχείο του ζώου που κοιτάει μόνο το συμφέρον του».
«Οι ρόλοι είναι στα λόγια των άλλων ηθοποιών. Το εγώ του ανθρώπου εμπεριέχει φασισμό και σχιζοφρένεια. Εκεί οδηγείται το άτομο για να βγει από τη φυλακή του, όμως υπάρχει και η τέχνη».
«Ξέρετε τι συμβαίνει στις πληγές που είναι κοντά στο κόκαλο; Αργούν πολύ να ιαθούν. Δεν υπάρχει υπόβαθρο ανάμεσα στο δέρμα και στο κόκαλο. Πρέπει να υπάρχει ένα υπόβαθρο ανάμεσα στον ρόλο και στην ερμηνεία, ανάμεσα στα πράγματα. Πονάει άμα ταυτίζεσαι. Αμα έχεις υπόβαθρο είναι καλυτέρα».
«Παίζω τον ρόλο. Μην παίζετε τον ρόλο. Παίζετε τη στιγμή. Μην παίζετε τη στιγμή, παίζετε το θέλω. Δηλαδή, παίζετε την ενέργεια». «Το μέλλον του θέατρου είναι αυτοί που δεν πηγαίνουν στο θέατρο».
Θέλω να κλείσω με ένα επίγραμμα από την Παλατινή ανθολογία, που τόσο υπέροχα μετέφρασε, ως δεινός μεταφραστής τραγωδιών και θεατρικών έργων που ήταν ο Μίνως: «Από το ουδέν οδεύεις στο μηδέν. Στη διαδρομή θα δεις τον ήλιο».
Αξέχαστος, μοναδικός. Ο σκηνοθέτης Μίνως Βολανάκης.
Ο κ. Αλέξης Σταμάτης
είναι συγγραφέας

