«Μήλα»: η πρώτη ελληνική ταινία που ανοίγει το πρόγραμμα των Οριζόντων
Ο σκηνοθέτης Χρήστος Νίκου μιλάει για το παρθενικό του φιλμ μεγάλου μήκους, με το οποίο κάνει όνειρα ακόμη και για τα Οσκαρ!

Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Για πρώτη φορά μια ελληνική ταινία, τα «Μήλα», πρόκειται να ανοίξει το παράλληλο πρόγραμμα Orizzonti του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βενετίας, από το οποίο συνήθως προκύπτουν όμορφες εκπλήξεις. Ακόμη μία ελληνική φεστιβαλική διάκριση λοιπόν στο συγκεκριμένο φεστιβάλ, το οποίο ανέκαθεν έδειχνε μια συμπάθεια απέναντι στην Ελλάδα. Στο παρελθόν η Βενετία έχει φιλοξενήσει αρκετές ελληνικές ταινίες σε διάφορα προγράμματά του, ενώ θυμίζουμε πέρσι έκανε πρεμιέρα στη Βενετία η ταινία «Ενήλικοι στην αίθουσα» του Κώστα Γαβρά αλλά και η μεσαίου μήκους ταινία της Κωνσταντίνας Κοτζαμάνη «Electric Swan».
Τα «Μήλα» είναι το ντεμπούτο στη μεγάλου μήκους κινηματογραφική παραγωγή του Χρήστου Νίκου, ο οποίος ως τώρα κρατούσε καθήκοντα βοηθού σκηνοθέτη σε ταινίες όπως ο «Κυνόδοντας» του Γιώργου Λάνθιμου και «Πριν τα Μεσάνυχτα» (Before Midnight) του Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ. Μέχρι πρότινος, μοναδική παρουσία του Νίκου ως δημιουργού ήταν η μικρού μήκους ταινία «ΚΜ» που βραβεύθηκε στο Φεστιβάλ Δράμας. Τα «Μήλα», με πρωταγωνιστή τον Αρη Σερβετάλη, αφηγούνται «μια γοητευτικά αλλόκοτη, πρωτότυπη ιστορία με ήρωα έναν άνδρα που πάσχει από απώλεια μνήμης σε μια πόλη που ξαφνικά ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων έχει αρχίσει να ξεχνά», όπως αναφέρει η σχετική ανακοίνωση για την συμμετοχή της ταινίας.
Ας δώσουμε τον λόγο στον σκηνοθέτη.
Εχετε δουλέψει σε αρκετές ταινίες ως βοηθός. Πότε αισθανθήκατε έτοιμος για τη δική σας μεγάλου μήκους;
«Συνειδητά στα 18 μου αποφάσισα να μη σπουδάσω σινεμά και να προσπαθήσω να κάνω ταινίες ως αυτοδίδακτος σκηνοθέτης. Γι’ αυτό δούλεψα σε αρκετές ταινίες ως βοηθός μιας και είχα καθημερινή τριβή με γυρίσματα και αυτό αποτέλεσε το δικό μου σχολείο. Μετά έκανα, επίσης συνειδητά, μία μόνο μικρού μήκους, μιας και ποτέ δεν μου άρεσαν ως θεατής, ώστε να έχω ένα δείγμα δουλειάς να παρουσιάσω και ταυτόχρονα ξεκινήσαμε να ετοιμάζουμε τα «Μήλα». Οπότε μάλλον η απάντηση είναι πως από την αρχή της ενασχόλησής μου με τον κινηματογράφο αισθανόμουν έτοιμος, απλά έπρεπε να ακολουθήσω μια συγκεκριμένη διαδικασία».
Πιστεύετε ότι ενσυνείδητα ή μη, άσκησε πάνω σας επιρροή κάποιος συγκεκριμένος δημιουργός με τον οποίο είτε έχετε συνεργαστεί είτε όχι;
«Οσο ρηξικέλευθη και αν είναι η σκηνοθετική προσέγγιση ενός δημιουργού δεν γίνεται να μην κρύβει έστω και υποδόρια δεκάδες επιρροές. Οι δικές μου επιρροές μάλλον είναι οι αγαπημένοι μου σκηνοθέτες. Robert Bresson, John Cassavetes, Jean-Luc Godard, Leos Carax, Roy Andersson, Spike Jonze, Charlie Kaufman».
Είναι προφανές ότι με τα «Μήλα» κάτι σχολιάζετε. Αυτό έγινε με συγκεκριμένο στόχο εξαρχής ή προέκυψε ενώ είχατε ήδη αρχίσει να γράφετε το σενάριο;
«Δεν νομίζω πως γίνεται να γράψεις μια ιστορία αν δεν ξέρεις εξαρχής τι θέλεις να πεις. Ή τουλάχιστον εγώ δεν ξέρω πώς γίνεται αυτό. Με τα «Μήλα» θέλαμε φυσικά να διερευνήσουμε το θέμα της μνήμης και κατά πόσο είναι επιλεκτική. Η ταινία κρύβει αρκετούς συμβολισμούς και παρουσιάζει μια στρεβλή απεικόνιση του κόσμου μας. Υπάρχουν πολλά στοιχεία που μπορούν να ερμηνευθούν με διαφορετικό τρόπο από τους θεατές».
Γιατί επιλέξατε την απώλεια μνήμης ως την αιτία από την οποία ξεκινά το προσχηματικό «κακό» της ιστορίας; Εσείς βρίσκετε ότι είναι απαραίτητη η μνήμη;
«Γιατί νομίζω πως ο κόσμος μας ξεχνάει. Πάντα μου άρεσαν οι ταινίες ή οι ιστορίες που πειράζουν λίγο τον κόσμο και δημιουργούν μια νέα συνθήκη μέσα σε αυτόν. Δύο αγαπημένα βιβλία που με έχουν επηρεάσει είναι το «1984» και το «Περί τυφλότητος». Ετσι, μετά από μια προσωπική εμπειρία που έχει να κάνει με τη μνήμη, προσπάθησα να καταλάβω πώς γίνεται οι άνθρωποι γύρω μου να ξεχνούν τόσο εύκολα και εγώ να μην τα καταφέρνω. Η εκτεταμένη χρήση της τεχνολογίας και ιδιαιτέρως του Internet έχει κάνει λίγο το μυαλό μας πιο τεμπέλικο. Πλέον δεν χρειάζεται να αποθηκεύσεις κάτι μέσα στο μυαλό σου. Αυτή η σκέψη λοιπόν ήταν η αρχή ώστε να δημιουργήσουμε έναν κόσμο που η αμνησία εξαπλώνεται και αρκετοί άνθρωποι παθαίνουν απώλεια μνήμης. Και να προσπαθούμε να απαντήσουμε στο ερώτημα αν τελικά είμαστε όλα όσα δεν ξεχνάμε».
Τα μήλα παίζουν σημαντικό ρόλο στην κατασταση του κεντρικού ήρωα, την οποία δεν θα προδώσουμε φυσικά εδώ. Γιατί όμως το συγκεκριμένο φρούτο και όχι κάποιο άλλο;
«Το μήλο είναι ένα φρούτο που έχει επηρεάσει πολύ την ιστορία της ανθρωπότητας. Και είναι ένα φρούτο με αρκετές ευεργετικές ιδιότητες. Επίσης υπάρχει μια ειρωνική ερμηνεία για τον τίτλο μιας και, όπως ανέφερα παραπάνω, δεν χρειάζεται πλέον να αποθηκεύσεις κάτι στο μυαλό σου αφού μπορείς πολύ εύκολα να αποθηκεύσεις τα πάντα στα προϊόντα της Apple. Και τέλος έχει επιλεγεί για έναν πολύ προσωπικό λόγο, μιας και ήταν το αγαπημένο φρούτο ενός δικού μου ανθρώπου».
Αν σας ζητούσα να κατατάξετε τα «Μήλα» σε κάποιο συγκεκριμένο κινηματογραφικό είδος ποιο θα ήταν αυτό;
«Ποτέ δεν μου άρεσαν πολύ οι ταινίες είδους. Πάντα προτιμούσα να βλέπω ταινίες που εναλλάσσουν είδη καθ’ όλη τη διάρκειά τους. Και αυτό προσπαθήσαμε να κάνουμε και στα «Μήλα». Σίγουρα υπάρχουν αρκετές κωμικές, δραματικές, ρομαντικές σκηνές ή ακόμη και αυτές που κρύβουν κάποιο μυστήριο. Για αυτό όμως δεν νομίζω πως η ταινία μπορεί να καταταχθεί σε κάποιο συγκεκριμένο είδος».
Και τέλος, κατά πόσο πιστεύετε πως το Φεστιβάλ Βενετίας θα βοηθήσει την εξέλιξη της ταινίας και ποιοι είναι οι επόμενοι στόχοι;
«Λόγω κορωνοϊού είναι αρκετά δύσκολο να μπορεί κανείς να ξέρει με σιγουριά τα επόμενα βήματα και να μπορεί να προβλέψει την εξέλιξη της ταινίας. Ολοκληρώσαμε το post production των «Μήλων» λίγες βδομάδες πριν το lockdown. Και μετά ενώ η ταινία είχε μπει στο επίσημο πρόγραμμα των Καννών, λόγω της ακύρωσης του φεστιβάλ, αποδεχθήκαμε την πρόσκληση της Βενετίας. Προσωπικά πιστεύω πως παρόλο που στη Βενετία είμαστε η ταινία έναρξης του Οrizzonti, κάτι που είναι πολύ τιμητικό, η μεγαλύτερη επιτυχία φεστιβαλικά είναι η επιλογή στο Telluride. Είναι το πιο ελιτίστικο φεστιβάλ της Αμερικής και αυτό που παρακολουθούν κυρίως οι Academy Voters (σ.σ.: τα μέλη της Αμερικανικής Ακαδημίας που ψηφίζουν στα Οσκαρ). Είναι σχεδόν αδύνατον να μπει κάποιος εκεί με το ντεμπούτο του. Επόμενος στόχος όλης της ομάδας και κυρίως της CAA που εκπροσωπεί την ταινία στην Αμερική – όπως και της αμερικανικής εταιρείας διανομής που δεν μπορούμε να ανακοινώσουμε ακόμη – είναι η υποψηφιότητα για ξενόγλωσσο Οσκαρ. Προσωπικός στόχος είναι η ταινία να βρει διανομή σε όσο περισσότερες χώρες γίνεται και να μιλήσει στο κοινό».

