Μια κορβέτα του 1872 αποκαλύπτει το… (έγ)κλιμα
Οι έρευνες του βρετανικού «HMS Challenger» πριν από 150 χρόνια σε σχέση με σημερινά δείγματα δείχνουν ότι τα κελύφη θαλάσσιων οργανισμών είναι 76% λεπτότερα λόγω της μόλυνσης
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Το 1872 μια ειδικά εξοπλισμένη κορβέτα του Βρετανικού Ναυτικού ξεκίνησε για ένα ταξίδι θαλάσσιας εξερεύνησης το οποίο έμεινε στα επιστημονικά χρονικά με το όνομα του ίδιου του καραβιού: «HMS Challenger». Στα επόμενα τέσσερα χρόνια το σκάφος είχε διανύσει πάνω από 70.000 ναυτικά μίλια συλλέγοντας δείγματα από διάφορα σημεία του πλανήτη και περιγράφοντας περισσότερα από 4.000 άγνωστα έως τότε είδη θαλάσσιων οργανισμών.
Πλαγκτονικά δείγματα από εκείνη την αποστολή, η οποία στην πραγματικότητα έθεσε τις βάσεις της σύγχρονης ωκεανογραφίας, ανακάλυψε στις αποθήκες του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας του Λονδίνου η μικροπαλαιοντολόγος του Πανεπιστημίου Κίνγκστον δρ Λίντσι Φοξ (Lyndsey Fox) και είχε την ιδέα να τα συγκρίνει με αντίστοιχα σημερινά δείγματα. Σκοπός της σύγκρισης ήταν να διαπιστωθεί αν υπήρχαν αλλαγές οι οποίες σχετίζονταν με την κλιματική αλλαγή και ειδικότερα με την οξύνιση (την πτώση του pH των ωκεανών).
Πτώση του pH
Εδώ και χρόνια οι επιστήμονες γνωρίζουν ότι τα ποσά ατμοσφαιρικού διοξειδίου του άνθρακα τα οποία διαλύονται στο νερό των ωκεανών είναι περισσότερα απ’ όσα θα μπορούσε να αντέξει το σύστημα και αυτό έχει σαν αποτέλεσμα την πτώση του pH σε επίπεδα που δυσκολεύουν τη ζωή των οργανισμών. Οπως έχει προκύψει από πλήθος πειραμάτων στο εργαστήριο, ιδιαίτερα πλήττονται οργανισμοί των οποίων το κέλυφος αποτελείται από ανθρακικό ασβέστιο, όπως συμβαίνει με τα κοράλλια ή τα καβούρια (τα οποία αδυνατούν υπό αυτές τις συνθήκες να συνθέσουν το κέλυφός τους).
Καθώς τα εργαστηριακά πειράματα δεν διαρκούν πολύ, οι επιστήμονες δεν μπορούσαν παρά να εικάζουν τη μακροχρόνια επίδραση της οξύνισης στους θαλάσσιους οργανισμούς. Δεν είναι λοιπόν καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι η βρετανίδα επιστήμονας και οι συνεργάτες της εστίασαν σε δύο είδη μονοκύτταρων πλαγκτονικών οργανισμών οι οποίοι φέρουν ασβεστολιθικά κυτταρικά τοιχώματα, τους Neogloboquadrina dutertrei και Globigerinoides ruber, και των οποίων η διάμετρος δεν ξεπερνά το ένα χιλιοστό. Αξιοποιώντας τις λεπτομερείς σημειώσεις των φυσιοδιφών του «Challenger» οι οποίες συνόδευαν κάθε δείγμα, ζήτησαν και έλαβαν σύγχρονα δείγματα από την αποστολή του ερευνητικού σκάφους «Tara Oceans» του 2011. Τα δείγματα είχαν ληφθεί από τις ίδιες περιοχές και την ίδια εποχή του χρόνου με εκείνα του «Challenger».
Λεπτότερο τοίχωμα
Οπως περιγράφεται στο άρθρο της βρετανικής ερευνητικής ομάδας, το οποίο δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Scientific Reports», η συγκριτική μελέτη των τοιχωμάτων των πλαγκτονικών οργανισμών τούς επεφύλασσε μια μεγάλη έκπληξη: έως και 76% λεπτότερο βρέθηκε να είναι το κυτταρικό τοίχωμα στα σύγχρονα δείγματα σε σχέση με εκείνα που είχαν ληφθεί πριν από 150 χρόνια!
Και ενώ οι ερευνητές σχεδιάζουν να επεκτείνουν τη μελέτη τους και σε άλλα είδη, περιττό να πούμε ότι ευρήματα όπως τα παραπάνω αποτελούν τρανταχτά επιχειρήματα εναντίον εκείνων που υποστηρίζουν ότι η κλιματική αλλαγή είναι επιστημονική φαντασία.
ΤΡΕΙΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΜΕ ΒΙΟΛΟΓΙΚΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ
Τρεις διαφορετικές εκδηλώσεις βιολογικού ενδιαφέροντος και ανοιχτές στο κοινό λαμβάνουν χώρα στην Αθήνα την ερχόμενη εβδομάδα και δεν θα μπορούσα να μη σας τις παρουσιάσω. Τις καταγράφω δε με αντίστροφη χρονολογική σειρά, έτσι για αλλαγή!
l Την Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου και ώρα 18.00 η κυρία Κατερίνα Χαρβάτη, καθηγήτρια Παλαιοανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου του Τίμπιγκεν της Γερμανίας, θα δώσει διάλεξη με θέμα «Οι Νεάντερταλ και η προέλευση του σύγχρονου ανθρώπου». Η διακεκριμένη ελληνίδα επιστήμονας που έχει συμβάλει καθοριστικά στην κατανόηση των σχέσεών μας με τους Νεάντερταλ θα παρουσιάσει τα τελευταία αποτελέσματα της ερευνητικής της δουλειάς (εργαστηριακής και πεδίου). Αξίζει τον κόπο να ανεβείτε στην Πανεπιστημιούπολη και ειδικότερα στο Τμήμα Βιολογίας και στον χώρο εκδηλώσεων του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας για να την απολαύσετε.
l Την Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου και πάλι στις 18.00 η νεοσύστατη Ελληνική Εξελικτική Εταιρεία πραγματοποιεί μια ανοιχτή συζήτηση πάνω στην εγκυρότητα, στις δυσκολίες αποδοχής και στις προεκτάσεις της Θεωρίας της Εξέλιξης. Η συζήτηση, η οποία έχει αναμφίβολα μεγάλο ενδιαφέρον για τους εκπαιδευτικούς (και όχι μόνο), θα λάβει χώρα στο Αμφιθέατρο του Μαρασλείου Διδασκαλείου (Μαρασλή 4, Κολωνάκι) με ομιλητές τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Κύπρου Σπύρο Σφενδουράκη και τους καθηγητές του ΕΚΠΑ Ευαγγελία Μαυρικάκη και Παναγιώτη Παφίλη.
l Την Τρίτη 11 Φεβρουαρίου και ώρα 18.30 στο βιβλιοπωλείο Books Plus (Πανεπιστημίου 37) θα παρουσιαστεί το βιβλίο του Μέννο Σχιλτχάυζεν «Γενετήσια Παιχνίδια», το οποίο κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης. Οπως φανερώνει και ο υπότιτλος, το βιβλίο αφορά τα «γεννητικά όργανα των ζώων και τις ιδιοτροπίες της εξέλιξης» και θα παρουσιαστεί από τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Κύπρου Σπύρο Σφενδουράκη, τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Πατρών Σίνο Γκιώκα και τη γράφουσα.
Μύθοι και αλήθειες για τη δίαιτα του μικροβιώματος
Εδώ και μερικά χρόνια, χάρη σε ραγδαίες επιστημονικές εξελίξεις κατέστη σαφές ότι κατά έναν μεγάλο βαθμό η ανθρώπινη παθοφυσιολογία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το μικροβίωμα, με τα τρισεκατομμύρια των μικροοργανισμών που μας εποικίζουν από τη στιγμή της γέννησής μας και οι οποίοι αποτελούν συνοδοιπόρους μας μέχρι το τέλος της ζωής μας. Παράλληλα, καθώς η νέα γνώση περνούσε και στο ευρύ κοινό, δίαιτες ή μεμονωμένα τρόφιμα τα οποία υποτίθεται έχουν ευεργετική επίδραση στο μικροβίωμά μας άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους.
Προτού όμως βιαστούμε να εξαγάγουμε συμπεράσματα, καλό είναι να ακούσουμε τους ειδικούς: όπως σημειώνει με άρθρο του στην επιθεώρηση «Νature» ο γερμανός μικροβιολόγος Peter J. Turnbaugh, οι παράμετροι είναι πάρα πολλές και τα ευρήματα πολύ πρώιμα για να μπορούν να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα σχετικά με την επίδραση μεμονωμένων τροφίμων στη σύνθεση του μικροβιώματος.
Με άλλα λόγια, δεν πρέπει να υποθέτουμε ότι μια κακή διατροφή μπορεί να γίνει καλή μόνο και μόνο επειδή προσθέσαμε ένα-δύο τρόφιμα της νέας διατροφικής μόδας. Αντ’ αυτού καλύτερα να παραμείνουμε στη μεσογειακή διατροφή, της οποίας τα άριστα για την υγεία αποτελέσματα έχουν αντέξει στον χρόνο.

