Μια επιθετική μηχανή απέναντι στον Ολυμπιακό

Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Πέρυσι τέτοιες μέρες η Μπάγερν Μονάχου ήρθε στην Αθήνα να αντιμετωπίσει την ΑΕΚ και ήταν μια μπερδεμένη πρωταθλήτρια. Η ομάδα του Νίκο Κόβατς δεν ήταν στα καλύτερά της. Πριν από το ματς με την ΑΕΚ η (μόνιμη τα τελευταία χρόνια) πρωταθλήτρια Γερμανίας είχε ηττηθεί από την Γκλάντμπαχ στο Μόναχο με 0-3 και για πρώτη φορά έπειτα από τέσσερα χρόνια στην Μπουντεσλίγκα είχε μπροστά της στη βαθμολογία μια ομάδα που της είχε ξεφύγει με πέντε βαθμούς, τη φιλόδοξη Μπορούσια Ντόρτμουντ. Παρ’ όλα αυτά κέρδισε την ΑΕΚ χωρίς να ιδρώσει: γιατί είναι η Μπάγερν Μονάχου που με αντίπαλο ελληνικές ομάδες καταφέρνει πάντα να πάρει ό,τι θέλει.
Αλλο πέρυσι,
άλλο φέτος
Η Μπάγερν φέτος έχει λίγες, αλλά σημαντικές διαφορές σε σχέση με πέρυσι. Ερχεται να αντιμετωπίσει τον Ολυμπιακό έχοντας διαλύσει την Τότεναμ στο Λονδίνο. Οπως και πέρυσι δεν έχει ξεφύγει από όλους τους αντιπάλους της στην Μπουντεσλίγκα, στην οποία όμως έχει καλύτερα αποτελέσματα σε σχέση με πέρυσι κι ας μην έχει ακόμα στρογγυλοκαθίσει στην κορυφή.
Πέρυσι το μέτριο ξεκίνημά της στη σεζόν και ο γρήγορος αποκλεισμός της στο Τσάμπιονς Λιγκ είχαν να κάνουν και με τα ψυχολογικά προβλήματα που απέκτησαν οι διεθνείς γερμανοί ποδοσφαιριστές της (και όχι μόνο) μετά την αποτυχία τους στο Μουντιάλ. Ο Νόιερ, ο Χούμελς, ο Μίλερ, ο Κίμιχ, ο Γκορέτσκα, αλλά και ο Πολωνός Λεβαντόφσκι, επέστρεψαν από το Μουντιάλ με σπασμένα φτερά – αλλά όλα αυτά ανήκουν στο παρελθόν.
Φέτος δεν υπάρχει επίσης καμία αμφισβήτηση του προπονητή (και πρώην ποδοσφαιριστή της ομάδας) Νίκο Κόβατς. Πέρυσι ο Κόβατς ζητούσε πολύ τρέξιμο από παίκτες που έχουν περάσει τα τριάντα και ο Ριμπερί κι ο Ρόμπεν δυσκολεύονταν μαζί του όλη τη σεζόν: η προσαρμογή τους στο απαιτητικό του παιχνίδι ήταν αδύνατη. Ο 47χρονος προπονητής είχε προκαλέσει πέρυσι πλήθος από συζητήσεις, όμως η κατάκτηση του πρωταθλήματος έπειτα από μια δύσκολη χρονιά τον βοήθησε να εδραιώσει τη θέση του. Το κονκλάβιο των γεροσοφών που διοικεί την Μπάγερν (Ρουμενίγκε, Μπεκενμπάουερ, Χένες κ.λπ.), παρά την τρομερή γκρίνια οπαδών και δημοσιογράφων πέρυσι τον στήριξε και όταν τον είδε να κατακτά το πρωτάθλημα, μολονότι είχε χάσει έδαφος στην κούρσα με την Μπορούσια, αποφάσισε να του δείξει και εμπράκτως εμπιστοσύνη κάνοντας δεκτές κάποιες σκληρές καλοκαιρινές εισηγήσεις του.
«Ο Κόβατς», έλεγε πέρυσι ο Στέφαν Εφενμπεργκ που τα εσωτερικά της Μπάγερν τα γνωρίζει πολύ καλά, «πέρασε πολύ καιρό βλέποντας το φάντασμα του λατρεμένου πρώην προπονητή Γιουπ Χάινκες να κυκλοφορεί στα αποδυτήρια, αλλά δεν τρόμαξε». Φέτος έκανε το δικό του: έπεισε τη διοίκηση να αποκτήσει τον βιρτουόζο Βραζιλιάνο Κοουτίνιο που μετά το πέρασμά του από τη Λίβερπουλ και την Μπαρτσελόνα είναι έτοιμος να γίνει ηγέτης και ζήτησε να φύγουν τα δυο μεγάλα παιδιά που του έκαναν τη ζωή δύσκολη: οι αποχαιρετισμοί του Ριμπερί και του Ρόμπεν υπήρξαν συγκινητικοί και απαραίτητοι. Στη θέση τους προβίβασε δύο ταχύτατους εξτρέμ, τον Κομάν και τον Γνάμπρι, και είναι αυτοί που «ταΐζοντας» τον Λεβαντόφσκι σπέρνουν τον πανικό στις αντίπαλες άμυνες. Κανείς δεν ξέρει για πόσο αυτό θα συνεχιστεί, αφού οι δύο μικροί είναι ακόμα ασταθείς, αλλά και οι δύο αυτόν τον καιρό μοιάζουν ασταμάτητοι. Οι Γερμανοί μετά τη διαδικαστική νίκη με τον Ερυθρό Αστέρα και τη διάλυση της Τότεναμ θέλουν δύο νίκες στα ματς με τον Ολυμπιακό για να πάρουν την πρωτιά στον όμιλο – πράγμα που θεωρούν υποχρέωσή τους.
Σε χρόνο-ρεκόρ
Ο Ολυμπιακός αγωνίστηκε για τελευταία φορά με την Μπάγερν πριν από τέσσερα χρόνια: έκανε ένα πολύ καλό ματς στο «Γεώργιος Καραϊσκάκης» και έχασε με 0-3! Ο Ολυμπιακός θα έχει την υποστήριξη 30 χιλιάδων οπαδών του, που εξάντλησαν τα εισιτήρια σε χρόνο-ρεκόρ! Ο προπονητής του κ. Πέδρο Μαρτίνς θα έχει ξανά κάποιους σημαντικούς παίκτες που στη διακοπή του πρωταθλήματος ξεκουράστηκαν και ξεπέρασαν τους μικροτραυματισμούς τους: ο Ποντένσε και ο Τσιμίκας είναι εντάξει, ο Μεριά που έμεινε για λίγο εκτός είναι ξανά διαθέσιμος.
Θα λείψει ο τιμωρημένος Μπενζιά, που άδικα αποβλήθηκε στο Βελιγράδι και απόντες θα είναι και οι τραυματίες (ακόμα…) Χριστοδουλόπουλος και Φορτούνης, τους οποίους ο Μαρτίνς πολύ θα ήθελε να έχει ετοιμοπόλεμους.

