Μια επίσκεψη-κλειδί σε έναν κόσμο που αλλάζει
Πώς κλείδωσε η συνάντηση Μητσοτάκη-Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο – Η ομιλία του Πρωθυπουργού στο Κογκρέσο και οι συναντήσεις με διακεκριμένα αμερικανικά στελέχη – Στο τραπέζι τα ενεργειακά, η συνεργασία του σχήματος «3+1» στην ανατολική Μεσόγειο και η απρόβλεπτη Αγκυρα
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Η εικόνα μιας συνάντησης με τον πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών στο περίφημο Οβάλ Γραφείο στη Δυτική Πτέρυγα του Λευκού Οίκου, με τη θέα στον Κήπο των Ρόδων, έχει τη δική της, ιδιαίτερη, ακτινοβολία. Για να πραγματοποιηθεί όμως μια τέτοια συνάντηση απαιτείται πολλή και σκληρή δουλειά. Η δε προετοιμασία της μετάβασης του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Ουάσιγκτον, όπου θα συναντηθεί αύριο, Δευτέρα 16 Μαΐου, το μεσημέρι με τον Τζο Μπάιντεν πέρασε από «σαράντα κύματα». Η κρίσιμη επαφή που «κλείδωσε» την επίσκεψη έγινε, σύμφωνα με τις πληροφορίες του «Βήματος» στις 18 Απριλίου, όταν η πρέσβης της Ελλάδας στην αμερικανική πρωτεύουσα, η Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, άκουσε την πολυπόθητη ημερομηνία και οι τελικές προετοιμασίες μπήκαν στην τελική ευθεία. Η αρχική επιβεβαίωση ότι η επίσκεψη θα πραγματοποιηθεί είχε δοθεί στα τέλη Μαρτίου, όταν είχαν «μπει σε κύκλο» συγκεκριμένες ημερομηνίες στα μέσα Μαΐου.
Ωστόσο, η έμπειρη διπλωμάτης, στην οποία ο Πρωθυπουργός έκανε ειδική ονομαστική αναφορά την περασμένη Πέμπτη κατά τη συζήτηση για την κύρωση της δεύτερης τροποποίησης του Πρωτοκόλλου της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA) στην Ολομέλεια της Βουλής, είχε κινητοποιήσει ένα ευρύ δίκτυο ανθρώπων στην Ουάσιγκτον για να επιτευχθεί ο στόχος. Και τελικά, όπως επίσης «Το Βήμα» πληροφορείται, η επιθυμία του ίδιου του Τζο Μπάιντεν να γίνει η επίσκεψη υπήρξε καταλυτική – παρά τις επιφυλάξεις που άλλα κέντρα λήψης αποφάσεων στην Ουάσιγκτον είχαν εκφράσει.
Από το Οβάλ Γραφείο
στο Κογκρέσο
Μετά τη συνάντησή του με τον κ. Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο, της οποίας θα προηγηθεί η συζήτηση του Πρωθυπουργού με τον Ντέιβιντ Ιγκνάσιους (έναν εκ των κορυφαίων αρθρογράφων και αναλυτών της εφημερίδας «Washington Post») στο πανεπιστήμιο Georgetown, ο κ. Μητσοτάκης θα έχει μια «γεμάτη» ημέρα μεθαύριο, Τρίτη, 17 Μαΐου στο Κογκρέσο. Ισως η σημαντικότερη στιγμή της επίσκεψης να είναι η ομιλία που θα εκφωνήσει ο έλληνας πρωθυπουργός σε κοινή συνεδρίαση των δύο Σωμάτων του Κογκρέσου (Βουλή των Αντιπροσώπων και Γερουσία). Ο κ. Μητσοτάκης είναι ο πρώτος έλληνας πολιτικός στον οποίο γίνεται αυτή η τιμή και, όπως ο ίδιος είπε στην πρόσφατη συνέντευξή του στο «Βήμα», σκοπεύει να την εκμεταλλευθεί ώστε να παρουσιάσει τον ρόλο της Ελλάδας ως αξιόπιστου και σταθερού εταίρου, αλλά και να μιλήσει για τις σύγχρονες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η δημοκρατία διεθνώς, ενώ μαίνεται ο ρωσοουκρανικός πόλεμος. Η ξεκάθαρη τοποθέτηση της Ελλάδας κατά του αναθεωρητισμού και υπέρ της Ουκρανίας εντάσσεται άλλωστε σε αυτό το πλαίσιο.
Τόσο η συνάντηση με τον κ. Μπάιντεν όσο και οι επαφές στο Κογκρέσο – πέραν της ομιλίας – αναμένεται να προσφέρουν στον κ. Μητσοτάκη (ο οποίος θα συνοδεύεται στην Ουάσιγκτον από τους υπουργούς Εξωτερικών Νίκο Δένδια, Εθνικής Αμυνας Νίκο Παναγιωτόπουλο, Παιδείας Νίκη Κεραμέως και τον υφυπουργό Εξωτερικών με αρμοδιότητα την οικονομική διπλωματία Κώστα Φραγκογιάννη) την ευκαιρία να ξεδιπλώσει την ελληνική περιφερειακή στρατηγική αλλά και τη δυνατότητα αναβάθμισης της οικονομικής συνεργασίας. Ο Πρωθυπουργός αναμένεται να παρακαθίσει σε γεύμα που θα του παραθέσει η πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι και στη συνέχεια θα έχει συναντήσεις με τα προεδρεία και διακεκριμένα στελέχη των επιτροπών Εξωτερικών Σχέσεων και Ενόπλων Δυνάμεων τόσο της Βουλής των Αντιπροσώπων όσο και της Γερουσίας, με κορυφαίο εξ αυτών τον Ρόμπερτ Μενέντεζ (τον πρόεδρο της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας). Σε αυτές τις συναντήσεις αναμένεται να γίνει εκτενής ανάλυση των γεωπολιτικών εξελίξεων, αλλά και των ελληνοτουρκικών σχέσεων, υπό το πρίσμα των τεκτονικών αλλαγών των τελευταίων μηνών.
Τα ενεργειακά
και το ελληνικό
non-paper για το «3+1»
Στελέχη που διαδραμάτισαν ρόλο στον προγραμματισμό της επίσκεψης, η οποία αν δεν υπήρχε η πανδημία θα είχε πιθανότατα πραγματοποιηθεί εντός του 2021, ώστε να συμπέσει με την επέτειο των 200 ετών από την έναρξη της Επανάστασης του 1821, σημείωναν τις τελευταίες ημέρες ότι ο κ. Μητσοτάκης θα απευθυνθεί στους συνομιλητές του με έμφαση στην Ελλάδα και όχι «στην Ελλάδα σε σχέση με την Τουρκία». Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα αναδειχθεί το ζήτημα των τουρκικών υπερπτήσεων ή των ακραίων θέσεων περί ελληνικής κυριαρχίας σε νησιά του Αιγαίου υπό τον όρο της αποστρατιωτικοποίησης ή ότι δεν θα συζητηθούν θέματα, όπως η διεύρυνση της ελληνοαμερικανικής αμυντικής συνεργασίας, που αντικατοπτρίζεται και στη νέα MDCA. Ομως, σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, κρίσιμη έμφαση θα δοθεί στον ευρύτερο ρόλο που δύναται να διαδραματίσει η Αθήνα στην αναδιάταξη του περιφερειακού και διεθνούς ενεργειακού χάρτη, η οποία θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη.
Η προγραμματιζόμενη για τον Ιούνιο ολοκλήρωση του διασυνδετηρίου αγωγού Ελλάδας – Βουλγαρίας (IGB), η επιτάχυνση της ολοκλήρωσης της πλωτής μονάδας επαναεριοποίησης (FSRU) στην Αλεξανδρούπολη έως τα τέλη του 2023 και η προοπτική εγκατάστασης ακόμη μιας, η αναβάθμιση της Ρεβυθούσας που πλέον αποκτά περιφερειακή σημασία (λόγω κυρίως της τροφοδοσίας της Βουλγαρίας), η αύξηση των ποσοτήτων αζερικού φυσικού αερίου που διέρχεται του αγωγού ΤΑΡ, η προοπτική κατασκευής διασυνδετηρίου αγωγού φυσικού αερίου προς τη Βόρεια Μακεδονία και φυσικά η σύνδεση, είτε μέσω ηλεκτρικών καλωδίων είτε μέσω αγωγών, για τη μεταφορά ενεργειακών πόρων από την Ανατολική Μεσόγειο προς την Ευρώπη μέσω Ελλάδας διαμορφώνουν ένα παζλ στο κέντρο του οποίου βρίσκεται η χώρα μας και η τρέχουσα συγκυρία τής επιτρέπει να το αξιοποιήσει.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η σημασία της συνεργασίας του σχήματος «3+1» (Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ και ΗΠΑ) μπορεί να είναι κομβική. Πέραν της πρόσφατης τηλεδιάσκεψης σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών την περασμένη Δευτέρα, η Αθήνα έχει κατασταλαγμένες ιδέες για τη μελλοντική διαμόρφωση αυτής της συνεργασίας. Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του «Βήματος», η ελληνική πλευρά έχει καταθέσει αναλυτικό non-paper προς την Ουάσιγκτον με τις απόψεις της για την ενίσχυση και εμβάθυνση του «3+1», ώστε πλέον να υπάρξει άνωθεν πολιτική καθοδήγηση (top-down approach). Το έγγραφο αυτό δόθηκε τόσο στη Λευκωσία όσο και στο Τελ Αβίβ κατά την πρόσφατη τριμερή συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών στην Αθήνα.
Η απόφαση για τη σύσταση ομάδων εργασίας σε θέματα όπως οι ενεργειακές υποδομές, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η κυβερνοσφάλεια (αναφορικά με την προστασία των ενεργειακών υποδομών), στις οποίες θα ηγούνται η Ελλάδα, οι ΗΠΑ και το Ισραήλ, αντιστοίχως κινούνται σε αυτή τη γραμμή της πολιτικής εμβάθυνσης του «3+1». Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Ελλάδα θα επιθυμούσε και ενεργότερη εμπλοκή των Αμερικανών σε ζητήματα «σκληρής ασφάλειας», κάτι που εμμέσως θα μετέτρεπε το «3+1» σε ένα «Quad» της Ανατολικής Μεσογείου. Αυτό είναι όμως κάτι που προς το παρόν δεν μοιάζει εφικτό, καθώς η Ουάσιγκτον εμφανίζεται συγκρατημένη.
Τα τουρκικά F-16 και
η απρόβλεπτη Αγκυρα
Ενας από τους λόγους της συγκρατημένης αμερικανικής στάσης είναι και η αναθέρμανση των αμερικανοτουρκικών σχέσεων – χωρίς πάντως να είναι βέβαιο ότι θα λάβει μονιμότερα χαρακτηριστικά, με την Ουάσιγκτον να έχει και το βλέμμα της στραμμένο στις προγραμματισμένες τουρκικές προεδρικές εκλογές. Ο ρωσοουκρανικός πόλεμος προσέφερε στην Αγκυρα μια πολύ καλή ευκαιρία «να ξαναμπεί» στο παιχνίδι ύστερα από εκείνη που εμφανίστηκε μετά την αμερικανική αποχώρηση από το Αφγανιστάν. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ στηρίζει ενεργά την επαναπροσέγγιση, καθώς θα ήθελε να δει την Τουρκία ως ανάχωμα στον ρωσικό αναθεωρητισμό.
Η πρόσφατη αποκάλυψη της «Wall Street Journal» ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν ζήτησε, κατ’ αρχήν ατύπως, από το Κογκρέσο να εγκρίνει την πώληση οπλισμού και άλλων προηγμένων συστημάτων για τον στόλο F-16 της τουρκικής Πολεμικής Αεροπορίας (πυραύλους AIM-9 Sidewinder και AIM-120 Amraam, καθώς επίσης ραντάρ και ηλεκτρονικά συστήματα) δεν έπεσε ως «κεραυνός εν αιθρία» για όσους παρακολουθούν τις εξελίξεις. Μετά την αποπομπή της από το πρόγραμμα κατασκευής του μαχητικού 5ης γενιάς F-35 λόγω της αγοράς των ρωσικών S-400, η Αγκυρα κατέθεσε πρόταση, συνολικού κόστους περίπου 6 δισ. δολαρίων, για την αγορά 40 F-16 Block 70 και την αναβάθμιση άλλων 80 αεροσκαφών του στόλου της.
Ο σκόπελος
για την Τουρκία
Εχοντας δώσει μεγάλη έμφαση, ήδη από την εποχή Τραμπ, στη σημασία της προσωπικής επαφής του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με τον εκάστοτε ένοικο του Λευκού Οίκου, η Αγκυρα αγνόησε τη σημασία του Κογκρέσου σε κομβικά ζητήματα λήψης αποφάσεων. Αυτή τη στιγμή, το Σώμα δεν είναι πεπεισμένο για την ειλικρίνεια των τουρκικών προθέσεων, αλλά διαφαίνεται μια αλλαγή της ατμόσφαιρας. Η στιβαρή παρουσία του κ. Μενέντεζ λειτουργεί αποτρεπτικά σε βιαστικές κινήσεις, αλλά η τουρκική πλευρά επιδιώκει να μεταβάλει τις εναντίον της ισορροπίες στις αρμόδιες επιτροπές Εξωτερικών Σχέσεων και Ενόπλων Δυνάμεων σε Βουλή των Αντιπροσώπων και Γερουσία. Δεν αποκλείεται επίσης η πρόσφατη κίνηση της κυβέρνησης Μπάιντεν να είναι κι ένα… μικρό αντάλλαγμα στο γεγονός ότι η συνάντηση του τούρκου υπουργού Μεβλούτ Τσαβούσογλου με τον αμερικανό ομόλογό του Αντονι Μπλίνκεν θα γίνει μάλλον στη Νέα Υόρκη (στο περιθώριο συνάντησης στα Ηνωμένα Εθνη περί μετανάστευσης) και όχι στην Ουάσιγκτον όπου ενδεχομένως θα συνέπιπτε με την παρουσία του κ. Μητσοτάκη.
Η ΑΛΛΑΓΗ ΣΚΥΤΑΛΗΣΚΑΙ Η ΕΛΕΥΣΗ ΤΣΟΥΝΗΗ επίσκεψη του κ. Μητσοτάκη στον Λευκό Οίκο συμπίπτει και με την ανάληψη των καθηκόντων του νέου αμερικανού πρεσβευτή στην Αθήνα, του Ελληνοαμερικανού Τζορτζ Τσούνη. Ο γεννηθείς το 1967 (με οικογένεια που κατάγεται από την περιοχή της Ναυπάκτου) κ. Τσούνης επέδωσε την εβδομάδα που μας πέρασε τα διαπιστευτήριά του στην Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου και συναντήθηκε τόσο με τον Πρωθυπουργό όσο και με τους κ.κ. Δένδια και Παναγιωτόπουλο. Αναμφίβολα, ο κ. Τσούνης αναλαμβάνει την πρεσβεία των Αθηνών σε μια περίοδο που οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις βρίσκονται σε πολύ καλό σημείο, όπως αποδεικνύουν και η νέα τροποποίηση της MDCA και η ανάδειξη της Αλεξανδρούπολης σε κόμβο στρατιωτικής και ενεργειακής σημασίας. Ο πήχης βέβαια βρίσκεται ήδη ψηλά εξαιτίας και της δυναμικής παρουσίας του προκατόχου του, του Τζέφρι Πάιατ, ο οποίος πλέον αναλαμβάνει, όπως πρώτο είχε γράψει «Το Βήμα», τη θέση του βοηθού υπουργού Εξωτερικών για θέματα ενέργειας – αξίωμα που στη δεδομένη συγκυρία κρίνεται κομβικό και για τη χώρα μας. Ωστόσο, άνθρωποι που γνωρίζουν τον κ. Τσούνη διαβεβαιώνουν ότι διακατέχεται από μεγάλη επιθυμία να βοηθήσει στην περαιτέρω αναβάθμιση των διμερών σχέσεων.

