Είναι αυτονόητο ότι μια επετειακή εκδήλωση για να πιάνει τόπο πρέπει να εκφράζεται και ως πηγή γνώσης και όταν αυτό επιβάλλεται, από το ίδιο το θέμα, να επεκτείνεται στην εθνική και κοινωνικο-πολιτισμική αυτογνωσία. Η πολυμεταχειρισμένη αναμνησιολογία- σε πλείστες όσες περιπτώσειςείναι μεν βολική και χρηστική, αλλά αμφίβολης ωφελιμότητας και σκοπιμότητας. Στις προδιαγραφές της επετείου ως προσφορά Γνώσης, Παιδείας και Πολιτισμού, ανταποκρίνεται το συνέδριο το οποίο διοργανώνουν (13-14 Νοεμβρίου) στο Ζάππειο Μέγαρο ο ιστορικότατος Εθνικός Γυμναστικός Σύλλογος (1893) και η Επιτροπή Ζαππείων και Κληροδοτημάτων με την εκθεσιακή συνδρομή, κυρίως αθλητικής μορφής τεκμηρίων, από τη Βιβλιοθήκη Γ. Δολιανίτη και το αρχείο Δ. Μποντικούλη.

***
Η επέτειος αναφέρεται στα 150 χρόνια από τη διεξαγωγή στην Αθήνα των Α΄ Ολυμπίων του 1859. Αργότερα έγινε πιο γνωστός ο προσδιορισμός «Ζάππειες Ολυμπιάδες». Εξ αντικειμένου μια επέτειος με έντονη σημασία και πέραν του πρώτου βήματος του εθνικού ευεργέτη, οραματιστή και πραγματοποιού Ευαγγέλη Ζάππα (και όχι Ευάγγελου ή Βαγγέλη, όπως συχνά αναφέρεται) για την αναβίωση/ανασύσταση των Ολυμπιακών Αγώνων ήταν η πιο συχνή αναφορά κατά τον 19ο αιώνα, καθώς και του εξαδέλφου του Κωνσταντίνου Ζάππα. Ορθώς έπραξαν οι διοργανωτές του συνεδρίου- στο οποίο θα παραστεί ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, επιφανής φιλαθλητικός άνδρας κ. Κάρολος Παπούλιας- και έδωσαν διπλή όψη στην όλη εκδήλωση. Αφενός την αθλητική, αφετέρου τη δημιουργική σε μια δύσκολη περίοδο της μικρής Ελλάδας. τριάντα χρόνια μετά την εμφάνιση στον ευρωπαϊκό χάρτη ενός μικρού κράτους με τα μίζερα σύνορά του στη Μελούνα, στις νότιες υπώρειες του Ολύμπου. Αλλά η έννοια του Ελληνισμού απλωνόταν σε όλη την Ευρώπη με τα θαύματα του εκτός συνόρων Ελληνισμού, από τη Μαύρη Θάλασσα ως τη Βρετανία, σ΄ όλη τη Μεσόγειο και από τις παραδουνάβιες περιοχές στην Αίγυπτο, μέσω Μικράς Ασίας, Κρήτης και Κύπρου. Ενας Ελληνισμός που απέκτησε, αν όχι απόλυτη, την κρατική επάρκεια μετά τα 60 χρόνια με την παλλαϊκή εξόρμηση του 1912-13. (Είχε ήδη γίνει η ενσωμάτωση των Επτανήσων και της Κρήτης).

***
Το θέμα του συνεδρίου χρονικά εκτείνεται μεταξύ των Α΄ Ολυμπίων 1859 και των Β΄ Ολυμπίων 1870. Μία δεκαετία και κάτι μεγάλων εξελίξεων για τη μικρή ελεύθερη Ελλάδα και εκπληκτικών πραγματοποιήσεων του εκτός συνόρων Ελληνισμού. Εύγλωττος ο τίτλος «Η Ελλάδα και η Ομογένεια την εποχή των Α΄ και Β΄ Ολυμπίων». Εικοσάδα ομιλιών και εισηγήσεων θα καλύψουν τις φιλοδοξίες αυτής της αξιοσύστατης πρωτοβουλίας.

***
Ειδικότερα για τις δύο Ζάππειες Ολυμπιάδες η σημασία τους για την κοινωνική ανέλιξη του Ελληνισμού, την ενότητα του οποίου εξέφραζαν, όπως και οι επόμενες, 1875 και 1899, είναι βαθύτατα ενεργητική. Αρκεί να περιδιαβάσουμε στον πίνακα των συμμετεχόντων αθλητών («αγωνιστών» ήταν η συνηθισμένη αναφορά) για να δούμε την αθλητική ανάδυση των λαϊκών στρωμάτων (εργατικών και επαγγελματικών). Το γεγονός αυτό πιστοποιεί την απαρχή της κοινωνικοποίησης του ελληνικού Αθλητισμού. Η Ιστορία την έχει κρίνει ως πρωτοποριακή, δεδομένου ότι στην Ευρώπη (με εξαίρεση τη Βρετανία όπου είχε «γεννηθεί» ένα εξόχως λαϊκό άθλημα, το ποδόσφαιρο) η καλλιέργεια των σπορ είχε μάλλον ελιτίστικη όψη.

***
Σπουδαίας σημασίας και η ενεργός ανάμειξη στο αθλητικό γίγνεσθαι στη χώρα μας ακαδημαϊκών δασκάλων, των καθηγητών του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου με τις ιδιότητες του αλυτάρχη, γυμνασίαρχου, αγωνοδίκη. Ετσι, έσπασε το τσόφλι του αντιαθλητικού Λογιωτατισμού με την επέμβαση, μεγάλης κοινωνικής επιρροής, των καθηγητών Κ. Βουσάκη, Φ. Ιωάννου, Γρ. Παπαδοπούλου και του καθηγητή της Βοτανικής Ορφανίδη που συνέγραψε «Υμνον Ολυμπιακόν» και τον παρουσίασε (1870) ο μουσικοδιδάσκαλος Παριζίνης. Οραμα και πράξη του Ζάππα.