Στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων τεσσάρων ετών εκτινάχθηκαν την εβδομάδα που πέρασε οι τιμές του πετρελαίου στις διεθνείς αγορές, καθώς Σαουδική Αραβία και Ρωσία απέρριψαν τις εκκλήσεις του Ντόναλντ Τραμπ να αυξήσουν την παραγωγή τους. «Εμείς προστατεύουμε τις χώρες της Μέσης Ανατολής. Δεν θα είναι επί μακρόν ασφαλείς δίχως εμάς. Αλλά αυτές ακολουθούν μια πολιτική αύξησης των τιμών. Θα το θυμόμαστε αυτό…» τουιτάρισε την περασμένη Δευτέρα ο αμερικανός πρόεδρος.
Μία ημέρα νωρίτερα, την Κυριακή, οι καθ’ ύλην αρμόδιοι υπουργοί των δύο χωρών είχαν συναντηθεί στο Αλγέρι για να συζητήσουν για τα επίπεδα πετρελαϊκής παραγωγής και για τις αμερικανικές κυρώσεις στο Ιράν. Ανακοινώσεις δεν έγιναν μετά τη συνάντηση, αλλά οι δύο υπουργοί συμφώνησαν στη διατήρηση σταθερής της παγκόσμιας πετρελαϊκής παραγωγής – «δεν θέλουμε να επηρεάσουμε τις τιμές» δήλωσε χαρακτηριστικά ο σαουδάραβας υπουργός Ενέργειας Χαλίντ αλ Φαλίχ.

Διαρκής μείωση των εξαγωγών

Σύμφωνα με το Reuters, συζητήθηκε το ενδεχόμενο αύξησης της παγκόσμιας παραγωγής κατά 500.000 βαρέλια ημερησίως λόγω της διαρκούς μείωσης των εξαγωγών από το Ιράν – λιγοστεύουν οι πελάτες του εν όψει των νέων κυρώσεων της Ουάσιγκτον κατά της Τεχεράνης που θα εφαρμοστούν τον Νοέμβριο.
Σημειωτέον ότι η Σαουδική Αραβία είναι η μεγαλύτερη παραγωγός χώρα-μέλος του OPEC, ενώ η Ρωσία είναι η μεγαλύτερη παραγωγός από τις χώρες που δεν μετέχουν στον Οργανισμό – το Ιράν μετέχει. Από το 2017 Ριάντ και Μόσχα έχουν αποκαταστήσει μια στενή συνεργασία σε ό,τι αφορά το πετρέλαιο, φέρνοντας ουσιαστικά κοντά τις 15 χώρες που μετέχουν στον OPEC και αυτές που δεν μετέχουν – αλλά συνεισφέρουν κατά περισσότερο από το ήμισυ στην παγκόσμια πετρελαϊκή παραγωγή.
Η Σαουδική Αραβία ηγείται παραδοσιακά των χωρών-μελών του OPEC, ενώ η Ρωσία επηρεάζει σημαντικά όσες δεν μετέχουν στο καρτέλ.

Υπεραντίδραση της αγοράς;

Παρεμπιπτόντως, ένα ακόμη από τα παράδοξα των τελευταίων ετών είναι το ότι οι πετρελαιοπαραγωγικές χώρες έχουν πάψει να παραβιάζουν ασύστολα τα συμφωνημένα πλαφόν παραγωγής, όπως παραδοσιακά επί δεκαετίες πράττουν – κάτι που σημαίνει ότι επηρεάζουν ουσιαστικότερα την πετρελαϊκή προσφορά.
Την Τρίτη το Brent στην αγορά του Λονδίνου ξεπέρασε τα 82 δολάρια το βαρέλι και η ανησυχία των ενεργειακώς εξαρτημένων χωρών είναι αν οι τιμές θα συνεχίσουν την ανοδική τους πορεία, δεδομένου ότι, ταυτόχρονα με τις ροές του ιρανικού πετρελαίου στις αγορές που θα περιοριστούν, αναμένεται αύξηση της παγκόσμιας πετρελαϊκής ζήτησης λόγω φθινοπώρου και επιδείνωσης του καιρού στο ενεργοβόρο Βόρειο Ημισφαίριο του πλανήτη.
Πάντως, στα επίπεδα που έχουν φθάσει οι τιμές του «μαύρου χρυσού», η παραγωγή γίνεται συμφέρουσα για όλο και περισσότερους παραγωγούς σχιστολιθικού πετρελαίου, αλλά και παραδοσιακούς παραγωγούς πιο δύσκολων στην εκμετάλλευση κοιτασμάτων. Αυτά, ίσως, αναλογιζόμενη η Αν-Λουίζ Χιτλ, αντιπρόεδρος της εταιρείας ενεργειακών συμβούλων Wood Mackenzie, μιλώντας στο BBC εξέφρασε την εκτίμηση ότι η άνοδος των πετρελαϊκών που βιώνουν οι καταναλωτές συνιστά μια «υπεραντίδραση των αγορών» και δεν θα έχει συνέχεια.