Μεταξύ ειρήνης και πολέμου
Ο Μακρόν σέρνει τη Μέρκελ, ο Ερντογάν θέλει να μας καταπονήσει και να μας σύρει στο τραπέζι του διαλόγου, ο Μητσοτάκης αντιστέκεται και ονειρεύεται, όπως ο Σημίτης, ένα «Ελσίνκι 2»
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Σε κρίσιμη φάση εισέρχονται η ελληνοτουρκική κρίση και η αντιπαράθεση για τις επίμαχες θαλάσσιες ζώνες του Νοτίου Αιγαίου και της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, όπου εκδηλώνεται η τουρκική διεκδίκηση και αναπτύσσεται η ελληνική άμυνα. Στο προηγούμενο διάστημα του τρέχοντος Αυγούστου επαπειλήθηκε θερμό επεισόδιο και πιθανότατα θα είχε συμβεί αν ο αντιπλοίαρχος Γιάννης Σαλιάρης, κυβερνήτης της φρεγάτας «Λήμνος», δεν αντιδρούσε με απόλυτη ψυχραιμία και με τον δέοντα επαγγελματισμό απέναντι στην επιθετική και εν πολλοίς άτακτη, εκτός κανόνων, κίνηση της τουρκικής φρεγάτας «Κεμάλ Ρέις».
Οι επιτελείς της πληγωμένης, όπως αποδείχθηκε, τουρκικής φρεγάτας αιφνιδιάστηκαν προφανώς από το αποτέλεσμα της αφροσύνης τους και υποχώρησαν, αλλά ο καθένας μπορεί να φανταστεί τι θα συνέβαινε αν ο χειρισμός του έλληνα κυβερνήτη ήταν διαφορετικός.
Πιέσεις να αποτραπεί
ένα θερμό επεισόδιο
Ωστόσο εκείνο το επεισόδιο έπεισε και τους πιο δύσπιστους στην Ευρώπη ότι τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά και πως ανά πάσα στιγμή μπορεί να υπάρξουν γεγονότα ικανά να οδηγήσουν την Ελλάδα και την Τουρκία σε πολεμική σύγκρουση. Εκτοτε το ενδιαφέρον μεγάλωσε και οι διεθνείς πιέσεις προς όλες τις πλευρές εντατικοποιήθηκαν ώστε στην παρούσα φάση τουλάχιστον να αποτραπεί ένα θερμό επεισόδιο. Παρά ταύτα, οι στόλοι παραμένουν σε διάταξη μάχης, το τουρκικό ερευνητικό σκάφος κινείται πάνω-κάτω, στα όρια της παράνομης NAVTEX, μεταξύ Κύπρου και Κρήτης, συνεχίζει να παραβιάζει την ελληνική υφαλοκρηπίδα, επιμένοντας στην ύψωση σημαίας διεκδίκησης σε ζώνη ελληνική. Η παράνομη τουρκική NAVTEX εξαντλείται σήμερα, 23 Αυγούστου, αλλά τίποτε δεν εγγυάται ότι δεν θα εκδοθεί νέα, ίσως ακόμη προκλητικότερη, στα όρια των ελληνικών χωρικών υδάτων πια, στη ζώνη μεταξύ Ρόδου, Κάσου και Καρπάθου.
Εντονότερη πίεση
από Μέρκελ και ΗΠΑ
Στην Αθήνα, οι επιτελείς του Μαξίμου και του υπουργείου Εξωτερικών αναμένουν ότι τόσο η Ανγκελα Μέρκελ όσο και ιθύνοντες της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής θα ασκήσουν την εντονότερη δυνατή πίεση προς τον Ταγίπ Ερντογάν ώστε να επικρατήσει ηρεμία στη θάλασσα και να δοθεί χρόνος για την έναρξη των περιβόητων διερευνητικών συνομιλιών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Η γερμανίδα καγκελάριος έχει διαμηνύσει προς τις δύο πλευρές ότι από τη λήξη της παρούσης τουρκικής NAVTEX μέχρι την προγραμματισμένη για τις 24 Σεπτεμβρίου ειδική σύνοδο κορυφής για τις σχέσεις EE – Τουρκίας υπάρχει χρόνος για την επανέναρξη των διερευνητικών συνομιλιών, οι οποίες μπορούν να διαμορφώσουν το πλαίσιο επανεκκίνησης των διαπραγματεύσεων από το σημείο που σταμάτησαν το 2016.
Η κυρία Μέρκελ το τελευταίο πράγμα που θα ήθελε είναι μια πολεμική αντιπαράθεση στο Αιγαίο στη διάρκεια της γερμανικής προεδρίας. Πιστεύει στον ελληνοτουρκικό διάλογο και γι’ αυτό μετέθεσε στο μέλλον τη συζήτηση για κυρώσεις εναντίον της Αγκυρας, προσπαθώντας ταυτόχρονα να απαλύνει τη σκληρή γλώσσα του Εμανουέλ Μακρόν απέναντι στον Ταγίπ Ερντογάν. O γάλλος πρόεδρος μόλις την περασμένη Τετάρτη είχε δηλώσει ότι ο τούρκος πρόεδρος «ασκεί πολιτική επεκτατισμού, αναμειγνύει τον εθνικισμό με τον λαϊκισμό, αντιστρατεύεται τα ευρωπαϊκά συμφέροντα» και εξελίσσεται σε «παράγοντα αποσταθεροποίησης της Ευρώπης». Υπό το βάρος αυτής της δημόσιας τοποθέτησης, το απόγευμα της περασμένης Πέμπτης πραγματοποιήθηκε συνάντηση Μέρκελ – Μακρόν στη θερινή προεδρική κατοικία στο Φορ ντε Μπρεγκανσόν, όπου διακηρύχθηκε ότι Γαλλία και Γερμανία μοιράζονται τον ίδιο στόχο της «ευρωπαϊκής κυριαρχίας και σταθερότητας» και δηλώθηκε με σαφή τρόπο ότι «δεν θα γίνει ανεκτή η απειλή κυριαρχίας κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης». Οι παραπάνω δηλώσεις συνοδεύθηκαν με προτροπές για «διάλογο στη βάση του Διεθνούς Δικαίου» και «αποκλιμάκωση της έντασης».
Η ενεργοποίηση του|
συμφώνου με τη Λιβύη
Παρά ταύτα, οι ιδιαίτερες συνθήκες έντασης που έχουν διαμορφωθεί, εξαιτίας κυρίως της επιθετικότητας των γειτόνων, δεν επιτρέπουν αισιοδοξία. Ειδικοί αναλυτές επισημαίνουν ότι έχει συσσωρευθεί αρκετή ένταση, που δεν είναι εύκολο να ξεπεραστεί μονομιάς. Υπάρχουν άλλωστε σημάδια, αλλά και γεγονότα τις επόμενες μέρες, ικανά να πυροδοτήσουν νέο κύκλο αντιπαράθεσης. Η τουρκική πλευρά επέμενε τις προηγούμενες μέρες σε επιθετική ρητορική και άφηνε να εννοηθεί ότι επίκειται η ενεργοποίηση του παράνομου τουρκολυβικού συμφώνου. Αυτό άλλωστε υποδηλώνει η πρόσφατη επίσκεψη του υπουργού Αμυνας Χουλουσί Ακάρ στη Λιβύη, ο οποίος προπαρασκεύασε την εφαρμογή μιας στρατιωτικο-οικονομικής συμφωνίας ύψους 35 δισ. ευρώ, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει και κοινή αξιοποίηση των διεκδικούμενων ενεργειακών πόρων. Πράγμα που μπορεί να επιτρέψει έρευνες νοτίως της Κρήτης. Πιθανολογείται λοιπόν ότι η τουρκική κρατική εταιρεία πετρελαίου θα σπεύσει να αναγγείλει έρευνες νότια της Κρήτης, σε χώρο που υποτίθεται θα καλύπτεται από τις οικονομικές ζώνες που ανακήρυξαν Αγκυρα και Τρίπολη.
Τι θα κάνει η Αθήνα
σε πιθανή νέα NAVTEX
Οι ίδιοι αναλυτές επισημαίνουν ότι με τη λήξη της τρέχουσας NAVTEX η Αγκυρα μπορεί την επομένη από τις 24 Αυγούστου να ανακοινώσει νέα, στην πιο κρίσιμη ζώνη, μεταξύ Ρόδου, Καρπάθου και Κάσου, ως απάντηση πιθανώς στην αναμενόμενη αυτή την εβδομάδα ψήφιση της συμφωνίας Ελλάδας – Αιγύπτου. Η πιθανή αλληλουχία γεγονότων πιθανόν να μην επιτρέψει την επίσπευση των κατευναστικών διερευνητικών συνομιλιών που επιδιώκει διακαώς η κυρία Μέρκελ. Αντιθέτως, δεν είναι απίθανο τυχόν σπουδή της Τουρκίας να ενεργοποιήσει την παράνομη τουρκολυβική συμφωνία να επιβάλει παρακινδυνευμένες πρωτοβουλίες από την πλευρά της Ελλάδας. Στο ερώτημα τι θα μπορούσε να πράξει η χώρα μας στην περίπτωση αυτή, οι γνωρίζοντες σημειώνουν ότι «θα μπορούσαμε να επεκτείνουμε την αιγιαλίτιδα ζώνη μας νοτίως της Κρήτης στα 12 μίλια, πράξη που μπορούμε να κάνουμε μονομερώς, χωρίς τη συγκατάθεση κανενός. Με τη διαφορά ότι στην περίπτωση αυτή μιλάμε όχι απλώς για κυριαρχικά δικαιώματα, αλλά για κυριαρχία, την οποία επιβάλλεται να προστατεύουμε. Στην περίπτωση αυτή δεν χωρούν ανοχές, όπως προσφάτως συνέβη με το «Ορούτς Ρέις», καθώς θα μιλάμε για υπεράσπιση αμιγώς εθνικού χώρου».
Οπως γίνεται φανερό, η όλη κατάσταση μπορεί να περιπλακεί ανά πάσα στιγμή και να ακυρώσει τις όποιες ειρηνευτικές προσπάθειες Μέρκελ. Στους κύκλους του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών τείνει να επικρατήσει η άποψη ότι ο Ερντογάν με τη διαρκή επιθετική ρητορική του δεν προπαρασκευάζει την τουρκική κοινή γνώμη για έναν πόλεμο με την Ελλάδα, όπως ορισμένοι υποστηρίζουν. Αν ήθελε ένα πολεμικό επεισόδιο, είχε την ευκαιρία, θα μπορούσε να εκμεταλλευθεί την «επακούμβηση» της φρεγάτας «Λήμνος» επί της τουρκικής «Κεμάλ Ρέις», αλλά δεν το έπραξε. Επιμένουν έτσι ότι κατά βάση επιχειρεί να διευρύνει τον κύκλο των διεκδικήσεών του και δι’ αυτών να σύρει τη χώρα μας καταπονημένη σε έναν διάλογο στα μέτρα του. Γι’ αυτό και τελευταία θέτει ακόμη και ζήτημα τουρκικής μειονότητας, όχι μόνο στη Θράκη, αλλά και στα Δωδεκάνησα.
Απέναντι στην τουρκική επιθετική πολιτική ο Πρωθυπουργός ενεργοποιεί τον ευρωπαϊκό παράγοντα, διεκδικεί συστηματικά και οργανωμένα την κάλυψη της ΕΕ και θέλει να εκμεταλλευθεί την ανάγκη της Τουρκίας για καλύτερες σχέσεις με τη Γηραιά Ηπειρο. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η συνάντηση του Νίκου Δένδια με τον γερμανό ομόλογό του Χάικο Μάας την ερχόμενη Τρίτη 25 Αυγούστου, μία μέρα πριν από την ψήφιση στη Βουλή των συμφωνιών με Αίγυπτο και Ιταλία για τις ΑΟΖ.
Κλειδί οι οικονομικές σχέσεις
Αγκυρας – Βρυξελλών
Ο κ. Μητσοτάκης παρεμπιπτόντως προτιμά την ειρηνική εκδοχή των πραγμάτων και είναι διατεθειμένος να αναλάβει ακόμη και το ρίσκο σχετικών πρωτοβουλιών, υπό τον όρο πάντα ότι οι γείτονες θα εγκαταλείψουν την πολιτική των επιθετικών κινήσεων.
Ιδανικά θα επιθυμούσε ο ελληνοτουρκικός διάλογος να εξελιχθεί στο πλαίσιο ενός ευρωτουρκικού, να συνδεθεί δηλαδή και να δεσμεύεται από τις ανάγκες της Τουρκίας για επικαιροποίηση π.χ. της τελωνειακής σύνδεσης με την ΕΕ, καθώς και με άλλες οικονομικές σχέσεις και συμφωνίες.
Ο Πρωθυπουργός γνωρίζει ότι η Τουρκία αγωνιά για την οικονομία της, όπως μαρτυρούν και οι εναγώνιες προσπάθειες Ερντογάν να δημιουργήσει προσδοκίες για να συγκρατήσει την πτώση της λίρας, όπως οι ανακοινώσεις για κοιτάσματα φυσικού αερίου στη Μαύρη Θάλασσα. Γνωρίζει ότι έχει ανάγκη τη σχέση με την Ευρώπη, χρειάζεται πόρους, διεκδικεί τις ευρωπαϊκές επενδύσεις, προφανώς δεν αρκεί το Κατάρ, και προσβλέπει σε μια πιο δυναμική οικονομική σχέση με τις Βρυξέλλες.
Υπό άλλες συνθήκες, ο κ. Μητσοτάκης θα μπορούσε να προσβλέπει σε ένα «Ελσίνκι 2», όπως ο Κ. Σημίτης, που θα καλύπτει την Ελλάδα και θα αντιμετωπίζει μεσοπρόθεσμα τις τουρκικές διεκδικήσεις. Ωστόσο κάτι τέτοιο φαντάζει μακρινό, δεν φαίνεται στον παρόντα ορίζοντα. Τώρα είναι κρίσιμο να ελεγχθεί η τουρκική επιθετικότητα, να ξεπεραστούν οι συνθήκες έντασης, να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ενός θερμού επεισοδίου και να εξασφαλιστεί η έναρξη κάποιου τύπου ειρηνευτικής διαδικασίας.

