Επιθετική επικοινωνιακή πολιτική για την ανάδειξη επιτευγμάτων και προοπτικών στα μέτωπα της λειτουργικής αναδιάρθρωσης, της ρευστότητας και των «κόκκινων» δανείων αναμένεται να ακολουθήσουν οι διοικήσεις των τραπεζικών ομίλων κατά την παρουσίαση των αποτελεσμάτων του γ’ τριμήνου 2018 στο τελευταίο δεκαήμερο του Νοεμβρίου.
Μετά το χρηματιστηριακό μίνι κραχ που ακολούθησε την ανακοίνωση των μεγεθών του α’ εξαμήνου, τα οποία απογοήτευσαν τις αγορές, οι επικεφαλής των τραπεζών θέλουν να δράσουν προληπτικά για την αποφυγή ενός νέου γύρου αμφισβήτησης της δυνατότητας ομαλούς εκτέλεσης των επιχειρησιακών τους σχεδιασμών.

Η οργανική κερδοφορία

Σύμφωνα με εκτιμήσεις αναλυτών, οι επιδόσεις της περιόδου Ιουλίου – Σεπτεμβρίου 2018 δεν θα διαφέρουν σημαντικά από το αμέσως προηγούμενο τρίμηνο. Η οργανική κερδοφορία θα κινηθεί στα ίδια περίπου επίπεδα, γύρω στα 750 εκατ. ευρώ συνολικά για τους τέσσερις μεγάλους του κλάδου. Ωστόσο, στην υπό εξέταση περίοδο θα διαφανεί για πρώτη φορά η θετική επίδραση των περικοπών στα κόστη μισθοδοσίας και στα έξοδα λειτουργίας που ξεκίνησαν στις αρχές του 2018.
Από την άλλη πλευρά, δεν αναμένονται σημαντικές διαφοροποιήσεις στην πολιτική των προβλέψεων. Τράπεζες με υψηλούς δείκτες κάλυψης των προβληματικών δανείων εκτιμάται πως θα συνεχίσουν την εγγραφή χαμηλότερων ζημιών σε σχέση με τις υπόλοιπες, ενώ ενδεχομένως να υπάρξει μία μικρή προς τα κάτω αναπροσαρμογή για ομίλους που τα προηγούμενα τρίμηνα επλήγησαν περισσότερο από τον πιστωτικό κίνδυνο. Ως εκ τούτου δεν αποκλείεται το τελικό καθαρό αποτέλεσμα να είναι ελαφρώς βελτιωμένο.

Τα τρία ατού του κλάδου

Ωστόσο, αυτό από μόνο του δεν αρκεί για να μεταβάλει ουσιαστικά τις εκτιμήσεις διεθνών οίκων και επενδυτών για την πορεία του κλάδου. Στο πλαίσιο αυτό, οι διοικήσεις των τραπεζικών ομίλων προετοιμάζονται να δώσουν πειστικές απαντήσεις ως προς την προοπτική τους στις τηλεδιασκέψεις με τους αναλυτές που θα ακολουθήσουν τη δημοσιοποίηση των αποτελεσμάτων χρήσης του γ’ τριμήνου.
Σύμφωνα με πληροφορίες, τα επιχειρήματά τους θα εστιαστούν στα εξής:
― Καθαρά έσοδα: Οι τράπεζες θα επιχειρήσουν να πείσουν την επενδυτική κοινότητα ότι η οργανική κερδοφορία έχει πιάσει πάτο και πως από εδώ και στο εξής θα κινείται ανοδικά. Βασικό επιχείρημα αποτελούν οι προβλέψεις για διατήρηση των ρυθμών ανάπτυξης της οικονομίας κοντά στο 2%, τόσο εφέτος όσο και το 2019.
Επιπλέον, θα παρουσιαστούν στοιχεία που δείχνουν πως ο ρυθμός πιστωτικής επέκτασης στην επιχειρηματική πίστη έχει ήδη περάσει σε θετικό έδαφος, δημιουργώντας βάσιμες προσδοκίες για ενίσχυση των εσόδων από τόκους το επόμενο διάστημα. Ανοδικά κινούνται και οι εισπράξεις από προμήθειες λόγω της αύξησης στη χρήση ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών.
Εξάλλου, την εφετινή χρονιά έχουν αποχωρήσει μέσω προγραμμάτων εθελουσίας εξόδου περί τα 2.000 άτομα, εξοικονομώντας σε ετήσια βάση ποσά που κυμαίνονται από 25 έως 45 εκατ. ευρώ ανά τράπεζα. Παράλληλα συνεχίζεται το σταδιακό κλείσιμο καταστημάτων. Με τον τρόπο αυτόν ενισχύεται η δύναμη πυρός για την εξυγίανση των ισολογισμών τους.
― «Κόκκινα» δάνεια: Πτωτικά έχουν κινηθεί οι δείκτες μη εξυπηρετούμενων δανείων, αν και αναμένεται υποχώρηση των ρυθμών αποκλιμάκωσής τους λόγω της «νεκρής» από άποψης ρυθμίσεων περιόδου του Αυγούστου.
Από εκεί και πέρα, οι διοικήσεις των τραπεζών θα ερωτηθούν για τα πλάνα μείωσης των επισφαλειών που έχουν υποβληθεί στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και για τον τρόπο επίτευξης των στόχων τους.
Οπλο στη φαρέτρα των πιστωτικών ιδρυμάτων αποτελεί η επιτάχυνση της διαδικασίας ρευστοποίησης δανειακών χαρτοφυλακίων, που ουσιαστικά ξεκίνησε μόλις πριν από λίγους μήνες, αλλά και η αύξηση του αριθμού των πλειστηριασμών, που μέχρι και το τέλος του 2019 θα προσεγγίσουν τους 40.000.
Μέχρι στιγμής έχουν ολοκληρωθεί 6 συναλλαγές, μέσω των οποίων μεταβιβάστηκαν σε τρίτους δάνεια 5,5 δισ. ευρώ που βρίσκονταν εντός του ισολογισμού των τραπεζών, σε τιμές που κατά βάση ήταν ουδέτερες για τα αποτελέσματα. Επιπλέον, μέχρι και το τέλος του α’ εξαμήνου του 2019 εκτιμάται πως θα πουληθούν επιπλέον ανοίγματα, με ή χωρίς εξασφαλίσεις, που μπορεί να προσεγγίσουν ακόμη και τα 5 δισ. ευρώ.
― Ρευστότητα: Αναμφίβολα πρόκειται για τον τομέα με τη σημαντικότερη βελτίωση που έχουν να επιδείξουν οι τράπεζες. Η επανασύνδεση με τις διεθνείς αγορές, σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη άνοδο των καταθετικών υπολοίπων, έχει συμβάλει καθοριστικά για τη μείωση της χρηματοδότησης από τον έκτακτο μηχανισμό στήριξης της Τράπεζας της Ελλάδος (ELA) στα 3,5 δισ. ευρώ στα τέλη Σεπτεμβρίου από 7,3 δισ. ευρώ τρεις μήνες νωρίτερα.
Δύο τράπεζες μάλιστα έχουν απεμπλακεί εντελώς από τη συγκεκριμένη στήριξη (Τράπεζα Πειραιώς, Εθνική), ενώ οι υπόλοιπες θα ακολουθήσουν στις αρχές του 2019. Το μεγαλύτερος μέρος της προσαρμογής προήλθε από την αύξηση των καταθέσεων κατά 2,3 δισ. ευρώ.

Τα σχέδια κρατικής στήριξης για τα «κόκκινα» δάνεια

Σημαντικός καταλύτης για την ανάκτηση της εμπιστοσύνης των αγορών από τις ελληνικές τράπεζες αποτελούν τα υπό επεξεργασία σχέδια του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) και της Τράπεζας της Ελλάδος για την υποβοήθησή τους στην προσπάθεια μείωσης των «κόκκινων» δανείων.
Πρόκειται για καθοριστική συνθήκη για την ανακοπή των εκροών στις μετοχές των τεσσάρων συστημικών ομίλων και την αύξηση της κεφαλαιοποίησής τους, η οποία μετά το πρόσφατο κύμα ρευστοποιήσεων έχει πλέον υποχωρήσει στα επίπεδα των 5 δισ. ευρώ από 8,9 δισ. ευρώ στα τέλη του 2017.
Το σχέδιο του ΤΧΣ προβλέπει την παροχή κρατικών εγγυήσεων που θα επιτρέψουν την πώληση δανειακών χαρτοφυλακίων σε τιμές οι οποίες δεν θα επιφέρουν ζημιές στα αποτελέσματα των τραπεζών.
Από την άλλη πλευρά, η Τράπεζα της Ελλάδος επεξεργάζεται μια νομοθετική παρέμβαση που θα επιτρέψει σε ομίλους με πλεονάζοντα κεφάλαια να τα χρησιμοποιήσουν για τη μείωση των «κόκκινων» δανείων, παρακάμπτοντας τον νόμο για την αναβαλλόμενη φορολογία και αποφεύγοντας τον κίνδυνο έκδοσης μετοχών υπέρ του Δημοσίου.
Σε κάθε περίπτωση, και τα δύο εργαλεία προϋποθέτουν την έγκριση της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, καθώς εγείρονται ζητήματα κρατικής ενίσχυσης. Θα ήταν έκπληξη πάντως, πριν ληφθούν οι οριστικές αποφάσεις, οι διοικήσεις των τραπεζών να δηλώσουν επισήμως ότι θα τα χρησιμοποιήσουν. Θα επιμείνουν δηλαδή στο βασικό σενάριο μείωσης των «κόκκινων» δανείων μέσω των δικών τους σχεδίων, χωρίς την ανάγκη μιας νέας ανακεφαλαιοποίησης.