Με ακραία φαινόμενα στον δρόμο προς τις κάλπες
Ανησυχία προκαλούν στις ΗΠΑ οι δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ για την πρόθεσή του να διοεκδικήσει και τρίτη θητεία αλλάζοντας το Σύνταγμα, ενώ ο υπουργός Δικαιοσύνης Ουίλιαμ Μπαρ αναμειγνύεται απροκάλυπτα στην εκλογική διαδικασία
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Σαράντα τέσσερις ημέρες πριν από τις προεδρικές εκλογές και η αμερικανική δημοκρατία μοιάζει να διατρέχει όλο και μεγαλύτερο κίνδυνο. Μόνο την τελευταία εβδομάδα, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε έτοιμος να διαπραγματευτεί και τρίτη θητεία το 2024 αν κερδίσει στις 3 Νοεμβρίου, ενώ ο υπουργός Δικαιοσύνης Ουίλιαμ Μπαρ αναμειγνύεται απροκάλυπτα στην εκλογική διαδικασία, χρησιμοποιώντας τη Δικαιοσύνη για πολιτικούς σκοπούς.
Ο Τραμπ έχει υπαινιχθεί και άλλες φορές ότι αν επανεκλεγεί θα προσπαθήσει να εξασφαλίσει περισσότερες θητείες («Δικαιούμαι και τρίτη θητεία» είπε σε προεκλογική συγκέντρωση το περασμένο Σαββατοκύριακο). Τέτοιου είδους δηλώσεις του προέδρου προκαλούν ανησυχία, παρά το γεγονός πως για να αλλάξει το Σύνταγμα, που θέτει ως όριο τις δύο θητείες, χρειάζεται η υποστήριξη του Κογκρέσου όπου δεν είναι καν βέβαιο αν οι Ρεπουμπλικανοί θα έχουν την πλειοψηφία μετά τις εκλογές.
Κατηγορίες
για ανταρσία
Ο Μπαρ, από τους στενότερους συμμάχους του Τραμπ, σύστησε αυτή την εβδομάδα στους ομοσπονδιακούς εισαγγελείς να απαγγέλλουν κατηγορίες για ανταρσία σε όσους συλλαμβάνονται να διαπράττουν βίαια εγκλήματα στη διάρκεια των διαδηλώσεων κατά της αστυνομικής βίας προς τους μαύρους που συνταράσσουν τις ΗΠΑ. Η προτροπή αυτή του υπουργού Δικαιοσύνης προκάλεσε έντονη ανησυχία σε μερικούς από τους συνομιλητές του, στον Τύπο και σε αναλυτές.
Η κατηγορία για ανταρσία, που απαγγέλλεται σπανίως στις ΗΠΑ, αφορά συνωμοσίες για να πέσει η κυβέρνηση. Κατά γενική ομολογία δεν αφορά εγκλήματα που διαπράχθηκαν στη διάρκεια αντικυβερνητικών διαδηλώσεων. Ο νόμος περί ανταρσίας αναφέρεται σε περιπτώσεις κατά τις οποίες δύο ή περισσότερα άτομα συνωμοτούν για να χρησιμοποιήσουν βία και να ανατρέψουν την κυβέρνηση, να την εμποδίσουν να επιβάλει τον νόμο ή να καταλάβουν κυβερνητικά κτίρια.
Αν κάποιος τραβούσε τον νόμο αυτόν «από τα μαλλιά», όπως ζητάει ο Μπαρ – πράγμα επικίνδυνο – θα μπορούσε να τον επιβάλει και σε εγκλήματα που διαπράχθηκαν στις διαδηλώσεις κατά των φυλετικών διακρίσεων. Υπάρχει όμως διαφορά ανάμεσα στην έκφραση δυσαρέσκειας προς την κυβέρνηση, που προστατεύεται από την ελευθερία της έκφρασης, και τη συνωμοσία για την ανατροπή της, και αυτά τα δύο δεν πρέπει να συγχέονται.
Στοχοποίηση δημάρχου
Ο Μπαρ ζήτησε επίσης από εισαγγελείς του τμήματος πολιτικών ελευθεριών του υπουργείου Δικαιοσύνης να διερευνήσουν αν μπορεί να διωχθεί η Δημοκρατική δήμαρχος του Σιάτλ Τζένι Ντάρκαν, επειδή επέτρεψε να δημιουργηθεί ένα «άβατο» για την αστυνομία, κοντά στο κέντρο της πόλης, για μερικές εβδομάδες το καλοκαίρι. Η ενέργεια αυτή προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία διότι στοχοποιεί μια εκλεγμένη αξιωματούχο που έχει έρθει σε αντίθεση με τον Τραμπ.
Το «άβατο» στο Σιάτλ δημιουργήθηκε στη διάρκεια των διαδηλώσεων κατά της αστυνομικής βίας το καλοκαίρι, όταν εγκαταλείφθηκε για ένα διάστημα το τοπικό αστυνομικό τμήμα αλλά οι αστυνομικοί επέστρεψαν στα τέλη Ιουλίου. Ο Τραμπ αποκάλεσε «εγχώριους τρομοκράτες» όσους είχαν βρει καταφύγιο στο «άβατο». Σε μια προσπάθεια να σπείρει τον τρόμο στους απλούς Αμερικανούς, τους οικογενειάρχες και τις νοικοκυρές των προαστίων, ο πρόεδρος κατηγορεί τους οπαδούς του Black Lives Matter και του κινήματος Antifa για την αναταραχή στις ΗΠΑ, βάζοντάς τους την ταμπέλα «τρομοκράτες».
Οι δύο συλλήψεις όμως με κατηγορίες για τρομοκρατία αυτή την εβδομάδα αφορούσαν μέλη του Μπούγκαλου, ενός ακροδεξιού κινήματος κατά της κυβέρνησης και υπέρ της οπλοφορίας που προσπαθεί να προκαλέσει έναν δεύτερο εμφύλιο πόλεμο στις ΗΠΑ. Τα δύο μέλη του Μπούγκαλου που συνελήφθησαν μεταχειρίστηκαν τις διαδηλώσεις ως κάλυμμα για να πουλήσουν όπλα στην παλαιστινιακή οργάνωση Χαμάς, την οποία οι ΗΠΑ κατατάσσουν στις τρομοκρατικές οργανώσεις.
Παρέμβαση
στη Δικαιοσύνη
Ο Μπαρ έχει δεχθεί σφοδρή κριτική επειδή παρεμβαίνει στο έργο της Δικαιοσύνης υπέρ μελών του κύκλου του Τραμπ – πρόσφατα υπέρ του προεκλογικού του συμβούλου Ρότζερ Στόουν και του πρώην συμβούλου εθνικής ασφαλείας Μάικλ Φλιν, οι οποίοι είχαν κριθεί ένοχοι από τα δικαστήρια αλλά παρενέβη ο υπουργός Δικαιοσύνης για να ακυρώσει την δικαστική απόφαση. «Πού ακριβώς παρεμβαίνω; Ο υπουργός Δικαιοσύνης έχει κάθε εισαγγελική εξουσία» δήλωσε σε ομιλία του την Τετάρτη, επιμένοντας ότι ο υπουργός έχει την απόλυτη εξουσία να επιβάλλεται στους αξιωματούχους καριέρας και να αλλάζει την έκβαση πολιτικά ευαίσθητων υποθέσεων. «Το να αφήνουμε τους ιεραρχικά κατώτερους να ορίζουν την ατζέντα μπορεί να αποτελεί καλή φιλοσοφία για ένα μοντεσοριανό νηπιαγωγείο αλλά δεν είναι ο τρόπος λειτουργίας ενός υπουργείου» πρόσθεσε.
Παίζει το χαρτί του «ειρηνοποιού της Μέσης Ανατολής»
Μετά την υπογραφή των Συμφωνιών του Αβραάμ, όπως αποκαλούνται οι συμφωνίες για την ομαλοποίηση των σχέσεων Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων – Ισραήλ και Μπαχρέιν – Ισραήλ, στον Λευκό Οίκο παρουσία του Τραμπ την Τρίτη, το επιτελείο του προέδρου τον παρουσιάζει σαν ειρηνοποιό. «Ο πρόεδρος που λύνει συγκρούσεις αντί να τις πυροδοτεί» λένε οι παρατρεχάμενοί του και τονίζουν την υπογραφή οικονομικής συμφωνίας μεταξύ Σερβίας και Κοσόβου την περασμένη εβδομάδα, πάλι στον Λευκό Οίκο παρουσία του Τραμπ, καθώς και την έναρξη συνομιλιών μεταξύ Ταλιμπάν και κυβέρνησης του Αφγανιστάν στο Κατάρ το περασμένο Σαββατοκύριακο.
Δύο ακροδεξιοί βουλευτές από τη Νορβηγία και τη Σουηδία έσπευσαν να προτείνουν τον Τραμπ για το βραβείο Νομπέλ Ειρήνης (όχι το εφετινό γιατί ήδη είχε περάσει η προθεσμία). «Ο πρόεδρος που έφερε την ειρήνη στη Μέση Ανατολή» τονίζουν οι άνθρωποί του, παρά το γεγονός ότι ειρήνη στην περιοχή νοείται ανάμεσα στους Ισραηλινούς και στους Παλαιστινίους και όχι στα ΗΑΕ και στο Μπαχρέιν, με τα οποία το Ισραήλ όχι μόνο δεν ήταν ποτέ σε πόλεμο αλλά και είχε αναπτύξει παρασκηνιακά σχέσεις συνεργασίας τα τελευταία χρόνια, ιδίως στον τομέα της ασφάλειας.
«Εύσημα αξίζουν και στον ανώτατο ηγέτη του Ιράν, τον αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ, επειδή δημιούργησε τις συνθήκες για τη συνεργασία ανάμεσα στον Κόλπο και στο Ισραήλ» ειρωνεύτηκε η Σούζαν Μαλόνι, αντιπρόεδρος και διευθύντρια εξωτερικής πολιτικής του Brookings Institution. Η προσέγγιση των σουνιτικών χωρών του Κόλπου με το Ισραήλ επιτεύχθηκε χάρη στην ανάγκη να σχηματιστεί ένα μέτωπο απέναντι στο σιιτικό Ιράν και να καλυφθεί το κενό ασφαλείας που δημιουργεί η απόσυρση των ΗΠΑ από την περιοχή και όχι χάρη στην ειρηνευτική μεσολάβηση της Ουάσιγκτον.
Ο Τραμπ δεν πρόκειται να λάβει το Νομπέλ Ειρήνης, όσο και αν τον παρουσιάζει σαν ειρηνοποιό το επιτελείο του – μάλιστα τελευταίως ο πρόεδρος έχει περιορίσει τις απειλές εναντίον του Ιράν και της Κίνας για να ενισχύσει την εικόνα του ως ανθρώπου που λύνει συγκρούσεις αντί να τις πυροδοτεί. «Είναι προφανές ότι ο Τραμπ πρέπει να λάβει το βραβείο Νομπέλ» σχολίασε παρουσιάστρια του φιλοτραμπικού καναλιού Fox News.
Ηδη η συμφωνία Σερβίας – Κοσόβου (στην πραγματικότητα δύο διαφορετικά έγγραφα που υπέγραψε η κάθε πλευρά μόνη της στο Οβάλ Γραφείο στις 4 Σεπτεμβρίου) έχει συναντήσει δυσκολίες. Εκτός από την οικονομική προσέγγιση των δύο πλευρών (η οποία περιλαμβανόταν σε άλλη συμφωνία υπό την αιγίδα της ΕΕ που υπογράφηκε πριν μήνες αλλά δεν έχει εφαρμοστεί), προβλέπει ότι το Βελιγράδι και η Πρίστινα θα αναγνωρίσουν το Ισραήλ και θα ανοίξουν πρεσβείες στην Ιερουσαλήμ. Σύμφωνα με τον ισραηλινό Τύπο, η Σερβία δεν πρόκειται να μεταφέρει την πρεσβεία της από το Τελ Αβίβ επειδή το Ισραήλ αναγνώρισε το Κόσοβο, πράγμα που κινδυνεύει να τινάξει στον αέρα τη συμφωνία της 4ης Σεπτεμβρίου.
Οσο για την ειρήνη στο Αφγανιστάν, παραμένει δυσπρόσιτος στόχος παρά την έναρξη των συνομιλιών στο Κατάρ.
Καταιγισμός βιβλίων για τον αμφιλεγόμενο πρόεδρο
Το βιβλίο του Μπομπ Γούντγουορντ «Rage» κυκλοφόρησε αυτή την εβδομάδα, βασισμένο σε 18 συνεντεύξεις με τον Τραμπ. Ο Γούντγουορντ, ένας από τους δύο δημοσιογράφους της «Washington Post» που αποκάλυψαν το σκάνδαλο Γουοτεργκέιτ και έριξαν τον πρόεδρο Νίξον, έλαβε μεικτές κριτικές για το «Rage», το δεύτερο βιβλίο του για τον Τραμπ μετά το «Fear».
Εν όψει των εκλογών του Νοεμβρίου κυκλοφορεί σχεδόν κάθε εβδομάδα ένα βιβλίο για τον Τραμπ και τα περισσότερα γίνονται μπεστ σέλερ από τις παραγγελίες, πριν φθάσουν στα βιβλιοπωλεία. «Τα βιβλία για πολιτικούς δεν θεωρούνται βέβαιες εκδοτικές επιτυχίες. Αλλά αφότου ανέλαβε ο πρόεδρος Τραμπ, βιβλία για την προεκλογική του εκστρατεία, την κυβέρνησή του, την οικογένειά του, τις επιχειρήσεις του, ακόμη και για τα παιχνίδια γκολφ ξεφυτρώνουν από μικρούς και μεγάλους εκδοτικούς οίκους και πολλά έχουν πουλήσει εξαιρετικά καλά» σύμφωνα με τους «New York Times».
Από τα πρώτα βιβλία για τον Τραμπ ήταν το «Fire and Fury» του δημοσιογράφου Μάικλ Γουλφ. Ακολούθησαν, μεταξύ άλλων, βιβλία από τον πρώην υπεύθυνο Τύπο του Λευκού Οίκου Αντονι Σκαραμούτσι, την πρώην συνεργάτιδα του προέδρου Ομαρόσα Μάνιγκολτ Νιούμαν, τον πρώην διευθυντή του FBI Τζέιμς Κόμι, τον πρώην σύμβουλο ασφαλείας Τζον Μπόλτον (ο οποίος ερευνάται από αυτή την εβδομάδα για πιθανή αποκάλυψη απόρρητων πληροφοριών μέσω του «The Room Where it Happened»), το «Too Much and Never Enough» της Μέρι Τραμπ, ένα ψυχολογικό πορτρέτο του προέδρου από την ανιψιά του, και το «Disloyal» του Μάικλ Κόεν, πρώην δικηγόρου του Τραμπ.
Την τελευταία τετραετία κυκλοφόρησαν περισσότερα από 1.200 βιβλία για τον Τραμπ (έναντι περίπου 500 για τον προκάτοχό του Μπαράκ Ομπάμα). Ως τις 3 Νοεμβρίου αναμένονται στα βιβλιοπωλεία και άλλοι τίτλοι για τον πρόεδρο με θέματα που κυμαίνονται από τη ρωσική ανάμειξη στις αμερικανικές εκλογές ως τη Μελάνια Τραμπ.

