Πότε βρεθήκατε για πρώτη φορά μπροστά σε κάμερα;
«Ο πατέρας μου αγαπούσε τον κινηματογράφο. Ηθελε να γίνει ηθοποιός. Είχε μια κάμερα super 8 και μας κινηματογραφούσε όλη την ώρα. Τα έχω όλα αυτά τα φιλμάκια και θέλω κάποια στιγμή να τα μεταγράψω. Επαγγελματικά για πρώτη φορά ήταν το 1989, σε ένα τηλεπαιχνίδι που λεγόταν «Τηλεμπλόφες». Παρουσίαζε ο Βασίλης Τσιβιλίκας. Συμμετείχαν η Δήμητρα Παπαδοπούλου, η Σοφία Φιλιππίδου, ο Παύλος Κοντογιαννίδης κ.ά. Είχα μεγάλη αγωνία, πολύ άγχος. Ημουν ντροπαλή».
Πώς ένας ντροπαλός άνθρωπος γίνεται ηθοποιός;
«Δεν το αποφάσισα, προέκυψε συγκυριακά. Πρώτα πήγα στην ΑΣΟΕΕ, ύστερα στο Παιδαγωγικό. Είχα μια διάθεση επικοινωνίας. Από μικρή με έβαζαν να λέω ποιήματα. Ναι, είχα μια συστολή, αλλά μου άρεσε και το παιχνίδι της παρέας. Οταν πήγα στο Θέατρο Τέχνης αισθάνθηκα μια συγγένεια με τους συμμαθητές μου. Και τη μοναξιά του ηθοποιού, που νόμιζα ότι υπάρχει, δεν τη γνώρισα. Σαν μια επιμήκυνση της παιδικής μου ηλικίας».
Τον Κουν τον προλάβατε;
«Ημουν η τελευταία του τάξη. Ηταν σαν να τον περιέβαλλε ένα φως. Δημιουργούσε δέος. Αυτή η φυσιογνωμία. Κάπνιζε το ένα τσιγάρο μετά το άλλο. Είχε ένα βλέμμα διαπεραστικό. Μας βοηθούσε. Θυμάμαι, αν και μαθητές, μας έδωσε τη δυνατότητα να είμαστε στον Χορό της «Hλέκτρας» και βρεθήκαμε έτσι στην Επίδαυρο».
Είχατε δισταγμούς έπειτα να κάνετε τηλεόραση;
«Πολλούς. Βέβαια, όταν τελείωσα τη σχολή μη φανταστείτε, δεν υπήρχε ιδιωτική τηλεόραση, δεν γινόταν χαμός με τα σίριαλ. Η πρώτη μεγάλη επιτυχία ήρθε με τον ρόλο της Ασπασίας στο «Dolce Vita». Hμουν έγκυος στην κόρη μου τότε. Στα πλάνα πάντα προσπαθούσα να κρύψω την κοιλιά μου».
Και ύστερα ήρθε η Κορίνα στα «Eγκλήματα». Φοβηθήκατε μήπως τυποποιηθείτε σε αυτούς τους ρόλους;
«Πολύ. Και προσπάθησα να το αποφύγω. Οταν κάνεις κάποιες πετυχημένες σειρές μετά σου προτείνουν τα ίδια και τα ίδια».
Βλέπετε σήμερα τον εαυτό σας στην τηλεόραση, στις επαναλήψεις;
«Καμιά φορά τυχαία, άμα είναι ανοιχτή. Αλλοτε με βαριέμαι. Αλλοτε με κρίνω. Λέω «αυτό θα μπορούσες να το κάνεις αλλιώς». Τελευταία, όμως, θυμάμαι εκείνη την εποχή. Είχε κάτι φρέσκο, όμορφο. Κουβαλούσε τη νεότητά μας».
Ποιος ρόλος σας δυσκόλεψε περισσότερο;
«Οταν ξεκίνησα να κάνω δράμα. Το πρώτο-πρώτο που έκανα ήταν στην τηλεόραση, στον Πάνο Κοκκινόπουλο. Επειδή ο κόσμος με ήξερε από την κωμωδία, φοβόμουν πάρα πολύ ότι δεν θα μπορούσε να με δει αλλιώς. Και να σκεφτείς ότι στη σχολή οι δάσκαλοί μου δράμα μου έδιναν. Με είχαν για δραματική ντάμα».
Σας αγχώνει ο χρόνος που περνά;
«Με αγχώνει στον βαθμό ότι από ένα σημείο και πέρα δεν θα μου δίνει την ελευθερία της ανεξαρτησίας μου. Θα έπρεπε να ζούμε περισσότερο εμείς οι άνθρωποι, να έχουμε περισσότερο καιρό, νομίζω. Γι’ αυτό και προσπαθώ να τον καλοπιάνω τον χρόνο».
Με ποιον τρόπο;
«Με αισιοδοξία. Καμιά φορά σκέφτομαι ότι πρέπει να είμαστε ευγνώμονες που ήρθαμε σε αυτή τη γη. Να αντιμετωπίζω όσα έρχονται θετικά. Δεν το καταφέρνω πάντα».
Κρίση ηλικίας περάσατε ποτέ;
«Πολλές, και εκεί γύρω στα 30 μία τεράστια. Νομίζω σταμάτησε όταν απέκτησα την κόρη μου. Οταν ήρθε η κόρη μου ένιωσα σαν να μηδένισε το κοντέρ. Σαν να ξεκινούσα και εγώ από την αρχή και συμβάδιζα μαζί της».
Είστε φίλες;
«Είναι 22 ετών. Εχουµε µια κλασική σχέση µαµάς – κόρης, µε τους καβγάδες µας και την πολλή βέβαια αγάπη. Περνάµε πολύ ωραία, πάµε και τις εκδροµές µας. Νοµίζω ότι δεν υπάρχει πιο απόλυτη αγάπη από της µητέρας προς το παιδί».
Απώλειες στη ζωή σας είχατε;
«Βεβαίως, έχασα πολλούς ανθρώπους από τη ζωή μου. Η πιο μεγάλη απώλεια είναι αυτή των γονιών μου. Μου λείπουν απόλυτα. Είναι κάτι που δεν ξεπερνιέται ποτέ, νιώθω όμως ότι τους κουβαλώ μέσα μου, ότι είμαι φτιαγμένη από τα δικά τους υλικά και τους «ταξιδεύω» στον χρόνο».
Συναντάτε ξανά τον ρόλο της Ευθαλίας από τις «Μάγισσες της Σµύρνης», 13 χρόνια µετά την τηλεοπτική µεταφορά του µυθιστορήµατος της Μάρας Μεϊµαρίδη από τον Κώστα Κουτσοµύτη, αυτή τη φορά επί σκηνής σε σκηνοθεσία του Σταµάτη Φασουλή. Τι καινούργιο θα φέρετε;
«Μου είναι ένας πολύ οικείος χαρακτήρας. Μια γυναίκα εξωστρεφής που θέλει να τα καταφέρει στη ζωή της. Είναι διαφορετική η τηλεοπτική µεταφορά από τη θεατρική. Στο θέατρο ο ηθοποιός είναι γυµνός, δεν µεσολαβεί η κάµερα ανάµεσα σε αυτόν και στον θεατή. Είναι τελείως διαφορετική η προσέγγιση στον τρόπο έκφρασης».
Εσείς σε µαγγανείες, φίλτρα, µαντζούνια κ.λπ. πιστεύετε;
«Οχι. Πιστεύω µόνο στις ενέργειες. Δεν είµαστε µόνο σώµα, αλλά και ψυχή. Ολο αυτό που αισθανόµαστε µε κάποιον τρόπο πρέπει να εκπέµπεται στο Σύµπαν. Δεν µπορεί».
Τη ζωή µακριά από το επάγγελµα του ηθοποιού τη φαντάζεστε;
«Μα συνήθως είµαι µακριά. Δεν είµαι άνθρωπος που δουλεύει συνέχεια. Εχω ελεύθερο χρόνο. Μου αρέσουν οι εκδροµές, το σινεµά, οι καλές ξένες σειρές. Θέλω και να εµπλουτίζω τις γνώσεις µου. Με σεµινάρια σκηνοθεσίας, για παράδειγµα. Α, και να έβλεπα πιο πολλές παραστάσεις στο εξωτερικό, αν είχα τη δυνατότητα».
INFO
«Οι Μάγισσες της Σµύρνης»: Θέατρο Παλλάς (Βουκουρεστίου 5), Τετάρτη έως Κυριακή.