Η κατακολάκευση ενός λαού, ώστε μέσα από αυτή την ευχαρίστηση να μην προλαβαίνει να αξιολογεί κριτικά ό,τι του σερβίρεται, είναι το απόλυτο έγκλημα εναντίον της δημοκρατίας.
Η εξουδετέρωση της κριτικής σκέψης γίνεται με ελκυστικές προσφορές και διασωστικές υποσχέσεις, με τις οποίες υφαρπάζεται η συγκατάθεσή του μέσα από την ανάγκη του.
Αυτές τις ώρες, σε όλη την Ευρωπαϊκή Ενωση, και μάλιστα σε περιόδους παρατεταμένης λιτότητας και εθνοκεντρικής άρνησης της αλληλεγγύης, ο λαϊκισμός – γιατί περί αυτού πρόκειται – υποσκάπτει την πολιτική στην πιο δεοντολογική της υπόσταση. Και αυτό γίνεται σε πολλαπλά και πολύ συγκεκριμένα πεδία.
– Και πρώτα σ’ εκείνο της Δικαιοσύνης. Οπου κάποιοι επιχειρούν να υποκατασταθούν στην άσκησή της. Να την ασκήσουν, δηλαδή, «απ’ ευθείας». Οχι βέβαια με το να εκδίδουν δικαστικές αποφάσεις, αλλά με το να ετυμηγορούν με δηλώσεις συχνά βίαιες, εξοργιστικά αντιαισθητικές και ανυποψίαστα αμόρφωτες. Δήθεν λαϊκές. Λοιδορούν δικαστές στο όνομα του λαού που υποτίθεται ότι – πάλι «απ’ ευθείας» – αυτοί εκφράζουν. Η προστασία της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης – που από τέτοιες αδίστακτες υποκαταστάσεις μπορεί να πληγεί – είναι η θεσμική εγγύηση του κράτους δικαίου. Και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, καθηγητής του Δημοσίου Δικαίου, όπου και αν βρεθεί αυτή τη θεσμική κατάκτηση υπογραμμίζει. Και το πράττει από θέση, από παιδεία και από ειδικευμένη γνώση.
– Μετά έρχεται η κατακολάκευση των πολιτών. Εδώ όλο και συχνότερα ζητούμε να είναι ο λαός που αδιαμεσολάβητα θα αποφασίζει. Με ακραία περίπτωση τα δημοκρατικά δημοψηφίσματα, ρωμαϊκά εργαλεία μιας κίβδηλης λαϊκής κυριαρχίας. Και όχι μόνο γιατί μέσω αυτών επιχειρείται, στην πραγματικότητα, ο θρίαμβος ενός προσώπου, αλλά γιατί με το δημοψήφισμα, ειδικά με αυτό, καταργούνται εκείνοι που στη συνταγματική αντιπροσωπευτική δημοκρατία είναι ταγμένοι να παίρνουν αποφάσεις. Και περιοδικώς να λογοδοτούν. Ο Πρόεδρος της δικής μας Δημοκρατίας σε προχθεσινή του απεύθυνση το υπενθύμισε και αυτό. Ως είχε χρέος. Και το έπραξε και εδώ από θέση, από παιδεία και από ειδικευμένη γνώση.
– Και ακολουθεί η τρίτη λαϊκίστικη προσφυγή. Χρήσιμη μιας δήθεν εξισορρόπησης εξουσιών και αποφυγής μιας πρωθυπουργοκεντρικής εκτροπής. Πρόκειται για ένα ακόμα «απ’ ευθείας». Εδώ, σ’ ένα καθαρά πολιτευματικό επίπεδο, ζητείται, ανεύθυνα και ανιστόρητα, η άμεση εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας. Και μάλιστα σ’ ένα καθεστώς αμιγώς κοινοβουλευτικό. Και δεν είναι μόνο προβληματικό ότι η πρόταση συνοδεύεται συνήθως και με διεύρυνση των ρυθμιστικών εξουσιών του Προέδρου. Ο μέγας κίνδυνος αλλού ελλοχεύει. Οτι εδώ η άμεση εκλογή ιδρύει συμβολική εξίσωση με την εξουσία της κυβέρνησης. Γιατί ακόμα και χωρίς πρόσθετες αρμοδιότητες, η αμεσότητα της εκλογής του Προέδρου είτε θα παρέχει σ’ εκείνον που έτσι θα έχει εκλεγεί την ευχέρεια να διεκδικεί πολιτική εξουσία που δεν έχει, ή οι τρίτοι, «Εμείς», θα του ζητούμε κατά περίπτωση να το πράττει. Και εδώ ο καθηγητής Προκόπης Παυλόπουλος, και πάλι από θέση, από παιδεία και από ειδικευμένη γνώση, τοποθετήθηκε αρνητικά.
Αν προσέξατε, σε όλες τις παραπάνω εκφυλίσεις ο κοινός όρος είναι το μαγικό και δημαγωγικότατο «απ’ ευθείας». Στην κάθε ιδιαίτερη περίπτωση, όμως, οι μετεπιπτώσεις δεν είναι ίδιες. Στην πρώτη, στη Δικαιοσύνη, υπονομεύεται το κράτος δικαίου, στη δεύτερη, με το δημοψήφισμα, εγκαθίσταται η εκλογική εξαπάτηση, και στην τρίτη, με την άμεση εκλογή Προέδρου, εισάγεται η πολιτειακή σύγκρουση. Και στα τρία, όμως, υφέρπει ως υποδόρια αδυναμία η ανάγκη του λαού να κατακολακεύεται. Ανάλογα βέβαια και με το είδος του ψυχολογικού πολιτισμού που τον διακατέχει. Και για την οποία ανάγκη ο Διονύσιος Σολωμός αισθάνθηκε το χρέος έγκαιρα να προειδοποιήσει. Και μας έψαλλε αδελφικά στο επίγραμμα προς Επτανησίους εκείνο το «Δυστυχισμένε μου λαέ, καλέ κι ηγαπημένε, πάντοτε ευκολοπίστευτε και πάντα προδομένε»…
Ετσι, σιγά-σιγά το «απ’ ευθείας» οδηγεί στο ακραίο. Στο μη αναμενόμενο, από το οποίο ο άνθρωπος, και κυρίως ο εγκαταλελειμμένος, ο εξ ανάγκης ευκολόπιστος, εξαρτά τα πάντα. Η ακροδεξιά εκτροπή, ο εφιάλτης εν εγρηγόρσει και ό,τι άλλο τη συνοδεύει προϋποθέτουν λαϊκισμό. Και ο λαϊκισμός τη δόλια «απ’ ευθείας» σχέση. Ο εφιάλτης εν εγρηγόρσει, ελεύθερος τώρα από τους λογικούς περιορισμούς, παράγει τέρατα. Παραφράζοντας τον Γκόγια και αντλώντας επιχείρημα από τον πίνακα του ζωγράφου φιλοσόφου βλέπει κανείς καθαρότερα. Μπορεί, όμως, και να πάψει να φοβάται;
Ο κ. Γιάννης Μεταξάς είναι επίτιμος καθηγητής πανεπιστημίων, τακτικό μέλος της Academie Europeenne Interdisciplinaire des Sciences.