Κλίντον Κινγκ: «Πάντα μαθαίνω κάτι εντελώς καινούργιο από κάθε πίνακα που φτιάχνω»
Ο πολυσχιδής αμερικανός καλλιτέχνης, πίνακες και βίντεο του οποίου παρουσιάζονται στην γκαλερί Allouche Benias στο Κολωνάκι, μιλάει για το πώς αντιμετωπίζει την τέχνη του, για τη σημασία του συμβολισμού και της μεταμόρφωσης, αλλά και για το πώς επηρεάστηκε από τη ζωή στη Νέα Υόρκη όπως έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αφού πήρε το πτυχίο του στη ζωγραφική, ασχολήθηκε με τα «installations» (την τέχνη της εγκατάστασης) – κάτι που εκείνη την εποχή, στα τέλη της δεκαετίας του ’90, ήταν πολύ «στη μόδα» – , στο πλάι της καλλιτέχνιδος Αν Χάμιλτον, εκπρoσώπου της εννοιολογικής τέχνης. Συνέχισε τις σπουδές του αποκτώντας master στη γλυπτική και έπειτα από ένα μικρό διάστημα που έζησε στο Τόκιο επέστρεψε στις ΗΠΑ για να δουλέψει στο MASS MoCA, στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης της Μασαχουσέτης, δίπλα στον Σολ Λεγουίτ (1928-2007), που από πολλούς θεωρείται ο ιδρυτής της εννοιολογικής και της μινιμαλιστικής τέχνης. Ηδη από την παραμονή του στην ιαπωνική πρωτεύουσα είχε εγκαταλείψει τα installations – όπως λέει, δεν έβρισκε «πολύτιμα σκουπίδια» στη μεγαλούπολη της Απω Ανατολής για να χρησιμοποιήσει στα έργα του – και είχε επιστρέψει στη ζωγραφική.
Ο λόγος για τον 44χρονο καλλιτέχνη Κλίντον Κινγκ, του οποίου η συλλογή έργων με τίτλο «Free Radical» παρουσιάζεται – με ραντεβού, λόγω των ειδικών υγειονομικών μέτρων κατά της COVID-19 – στην γκαλερί Allouche Benias στην οδό Κανάρη στο Κολωνάκι, μέχρι τις 13 Μαΐου. Τον συναντήσαμε για μια συζήτηση για την εν λόγω έκθεση, η οποία εξελίχθηκε σε μια εφ’ όλης της ύλης αναδρομή της καλλιτεχνικής του πορείας, των επιρροών και των μεταμορφώσεών του.
Πώς και αποφασίσατε να επισκεφθείτε την Ελλάδα και μάλιστα εν μέσω πανδημίας;
«Είχα έρθει και πέρυσι, όταν η πανδημία ήταν σε μεγάλη έξαρση στη Νέα Υόρκη (σ.σ.: εκεί ζει), επειδή το πρόγραμμα φιλοξενίας καλλιτεχνών στο οποίο θα συμμετείχα στο Λονδίνο ακυρώθηκε, οπότε με προσκάλεσε ο Γιώργος Μπενίας (συνιδιοκτήτης της γκαλερί) να έρθω εδώ. Κάθισα έναν μήνα, ταξίδεψα και «βρήκα τον εαυτό μου». Εντυπωσιάστηκα επίσης με τον χώρο της γκαλερί. Είχε προσφάτως παρουσιάσει τα έργα του και ο φίλος μου Ρος Μπλέκνερ (Σεπτέμβριος 2019 – Ιανουάριος 2020) και μου είχε πει ότι πρόκειται για έναν δύσκολο, αλλά πανέμορφο χώρο. Αρχισε λοιπόν η συζητηση για την προοπτική μιας συνεργασίας σε έναν χρόνο από τότε, που πιστεύαμε ότι θα είχαμε τελειώσει με την COVID-19. Συνεχώς αλλάζαμε την ημερομηνία μέχρι που τελικά μια σειρά από συγκυρίες μάς οδήγησαν στο να ξεκινήσουμε τώρα».
Αυτό που είδα είναι ότι η συλλογή σας περιλαμβάνει πολύχρωμους, «αισιόδοξους» πίνακες. Ολοι έγιναν στη διάρκεια του κορωνοϊού;
«Οι πιο μικροί είναι από τα τέλη του 2018 ή του 2019. Οι περισσότεροι όμως, οι μεγαλύτεροι, ναι, έγιναν το 2020, ύστερα και από παρότρυνση του Γιώργου Μπενία. Χαίρομαι που φαίνεται η αισιοδοξία. Νομίζω ότι στη διάρκεια της πανδημίας οι καλλιτέχνες, ειδικά στη Νέα Υόρκη που τους έβλεπα εγώ, είτε δεν δούλευαν καθόλου ή δούλευαν συνεχώς. Και θεωρώ ότι πραγματοποιήθηκε ένα ταξίδι προς το μέσα τους. Τα έργα τέχνης μπορούν να ερμηνευτούν ως μια εξερεύνηση του εσωτερικού κόσμου. Μερικών ανθρώπων αυτός ο κόσμος είναι σκοτεινός. Σε δικούς μου πίνακες υπήρχαν τα «μαύρα» σημεία – έχω μόνο λίγους πίνακες σκοτεινούς – και πιστεύω ότι ήταν μια προσπάθειά μου να ισορροπήσω την υπερβολική ενέργεια «yang», αν μιλήσουμε με όρους «yin-yang». Ζούμε σκοτεινές εποχές και ήθελα να εξισορροπήσω τους πίνακες, για τους οποίους είχα τόσο πολλές διαφορετικές αναγνώσεις ή εγκεφαλικές συνάψεις. Είναι φράκταλ (ένα γεωμετρικό σχήμα που επαναλαμβάνεται αυτούσιο σε άπειρο βαθμό μεγέθυνσης), είναι ψυχεδελικά. Και δεν ήθελα να επαναπαυτώ σε κάτι πολύ απλοϊκό και πολύ, κατά κάποιον τρόπο, ψηφιακό. Μου αρέσει να βλέπω τα πράγματα να αλλάζουν και πιστεύω ότι αυτοί οι πίνακες έχουν αυτό στη βάση τους: ποτέ δεν ξέρουν πού πάνε. Είναι οργανικοί και κινούνται ανάμεσα στη συνειδητή απόφαση και το απόλυτο χάος. Ισως να είναι μια προσπάθεια να εξισορροπηθούν τα αντίθετα. Πρέπει ο καλλιτέχνης να ξέρει πότε να συγκρατείται και πότε να απελευθερώνεται. Πάντα μαθαίνω κάτι εντελώς καινούργιο από κάθε πίνακα που φτιάχνω. Αν και μπορεί αυτό να μη φαίνεται στον θεατή. Πέρασα κι εγώ μια πολύ σκοτεινή περίοδο. Δούλευα σε υπόγειο και έκανα καταθλιπτική ζωγραφική».
Υπήρξε, πιστεύετε, μια περίοδος στη ζωή όλων των Νεοϋορκέζων αρκετά καταθλιπτική;
«Η χώρα μου πέρασε μια μεγάλη πολιτική κρίση και μετά ήρθε και ο κορωνοϊός. Στην αρχή μιλούσα ανοιχτά για τα πολιτικά μου «πιστεύω» και έτσι έχασα αρκετούς φίλους. Μετά έγινε μια αλλαγή στο μυαλό μου. Αποφάσισα να μην ξανασχοληθώ με την πολιτική και να εστιάσω στον εαυτό μου. Τώρα πιστεύω ότι ήταν η πιο σημαντική απόφαση που πήρα. Ξεκίνησα τον διαλογισμό, τις πολεμικές τέχνες, το διάβασμα. Αλλαξε και η ζωγραφική μου. Μπήκε χρώμα στους πίνακές μου. Εγινε μια επιστροφή στους βασικούς κανόνες της ζωγραφικής, οι οποίοι είχαν να κάνουν με την ανάμειξη, το χρώμα, τη σύνθεση. Οι πίνακές μου περιείχαν τα πάντα, αλλά ταυτόχρονα κατέληγαν στην πιο απλή πράξη τού να βάζεις μπογιά σε έναν καμβά. Και σκέφτηκα τον Τζάκσον Πόλοκ, έναν καλλιτέχνη με τον οποίο ποτέ δεν είχα ασχοληθεί νωρίτερα. Και πολλούς άλλους που η τεχνική και η φιλοσοφία τους ποτέ δεν με ενδιέφερε πριν, αλλά έφτασα στο σημείο που έπρεπε να αναγνωρίσω την αξία τους και να πω: «Ναι, υπάρχει και αυτός ο τρόπος»».
Τι θέλετε να επικοινωνήσετε στον αποδέκτη της τέχνης σας;
«Στόχος μου είναι όσο πιο πολύ κάποιος προχωράει στα έργα μου, να του προσφέρονται όλο και περισσότερα. Ακόμη και οπτικά, καθώς τα πλησιάζει και τα διερευνά, να υπάρχει επιπλέον πληροφορία. Και αυτό είναι κάτι που με ενδιέφερε από την αρχή. Να μπορείς να το απολαύσεις σε κάθε επίπεδο και σε κάθε επίπεδο να βελτιώνεται. Να κάνεις συνεχώς «zooming in». Και θέλω να κάνω πίνακες που να μπορούν οι άνθρωποι, όταν τους βλέπουν, να βρίσκουν κάτι. Το ξέρω ότι δεν τους έκανα για εκείνους, αλλά με ενδιαφέρει να βρουν κάτι σε αυτούς. Δεν περιέχουν συμβολικές εικόνες. Θέλω να λειτουργούν οι ίδιοι όπως λειτουργούν τα σύμβολα. Ο Καρλ Γιουνγκ άσκησε μεγάλη επιρροή επάνω μου, στο να με κάνει να κατανοήσω την εικόνα και το σύμβολο».
Μιλήστε μας λίγο και για τα βίντεο που έχετε φτιάξει.
«Δουλεύω τα τελευταία οκτώ, σχεδόν εννέα χρόνια ένα project όπου κάθε μέρα τραβάω ένα βίντεο ενός δευτερολέπτου μέσω μιας εφαρμογής. Αυτά τα έχω ενώσει σε ένα μεγαλύτερο βίντεο που έχει φτάσει τώρα να έχει διάρκεια πάνω από μία ώρα και σε υπνωτίζει γιατί είναι σαν απανωτά «κλικ» φωτογραφικής μηχανής. Στη διάρκειά του βλέπει κανείς την εξέλιξη της πόλης μου, των τηλεφώνων, το πώς βελτιώνεται η ποιότητα της κάμερας, του ήχου επίσης, κτίρια στη Νέα Υόρκη να χτίζονται και να γκρεμίζονται. Εχω βίντεο από ανθρώπους που πεθαίνουν. Επίσης, τα τελευταία περίπου οκτώ χρόνια μαζεύω memes, viral βίντεο κ.ά. και τα έχω συνθέσει, όχι σε χρονολογική σειρά, σε μια ταινία διάρκειας οκτώ ωρών. Τις περισσότερες φορές είναι χαοτικό. Δεν ξέρω πολλούς ανθρώπους που θα καθίσουν να δουν ένα τόσο μεγάλο βίντεο, αλλά όσες φορές το έχω δείξει οι περισσότεροι δεν συνειδητοποιούν το πότε περνούν οι δύο πρώτες ώρες. Στο τρίτο βίντεο ενώνω παραλειπόμενο υλικό από τα δύο πρώτα».
Τώρα που όλοι έχουμε μια εφαρμογή και φτιάχνουμε τα δικά μας βίντεο, χάνεται καθόλου η μαγεία τους;
«Είναι πολύ φυσικό να θέλουμε να επικοινωνούμε με εικόνες γιατί έτσι μεταδίδονται πιο εύκολα περισσότερες πληροφορίες. Η επικοινωνία περιέχει συμβολισμό, έχει να κάνει με την όραση. Με μια φωτογραφία επικοινωνείς ακριβώς αυτό που θέλεις. Το περιθώριο λάθους είναι μικρότερο. Θέλουμε να είμαστε σαφείς, αλλά μετά τι θέση έχουν η ποίηση, η μουσική, η τέχνη; Μερικές φορές δεν θέλεις να σου αποκαλύπτονται όλες οι λεπτομέρειες και τα μυστικά».

