Κλαρίνο with a twist για τη νέα χρονιά
Το συγκρότημα παραδοσιακής μουσικής Βουκολική Διαταραχή βάζει φωτιά σε γλέντια και δρώμενα παντός τύπου προσθέτοντας τις απαραίτητες δόσεις σύγχρονων ακουσμάτων.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Ας εξηγηθούμε από την αρχή. Αυτό δεν είναι απλώς ένα συγκρότημα «που παίζει κλαρίνα». Είναι μια παρέα μεγαλοεικοσάρηδων οι οποίοι παρά το νεαρό της ηλικίας τους – ή ίσως ακριβώς χάρη σε αυτό – ξέρουν να δημιουργούν διονυσιακού τύπου γλέντια. Σαν επαγγελματίες διασκεδαστές που ξέρουν πρώτα οι ίδιοι τι εστί διασκέδαση, σαν άνθρωποι του καιρού τους και της γενιάς τους, σαν έτοιμοι από καιρό. Το όνομά τους είναι «Βουκολική Διαταραχή». Με την απαραίτητη δόση χιούμορ, έμπλεο με την έντιμη επίγνωση των προθέσεων αλλά και των αποτελεσμάτων που προκαλεί η mix ‘n’ match επιτέλεση (γνωστή και ως περφόρμανς) της παραδοσιακής μουσικής και των λοιπών μουσικών ειδών που έχουν στο ρεπερτόριό τους. Από τη διαχρονική «Ιτιά», το «Μήλο μου κόκκινο» και το «Δω στα λιανοχορταρούδια» ως το λιβανέζικο «Do You Love Me», τον «Νεοέλληνα» του Τζίμη Πανούση ή το «Παυσίπονο» και το «Κάτω στην πόλη» των «Μωρών στη Φωτιά».
Κυρίες και κύριοι. Στο λαούτο είναι ο Γιωργής Σηφάκης, στο μπάσο και ενίοτε στην κιθάρα ο Βασίλης Γιαννούσης. Ο Χρήστος Παππάς παίζει κρουστά-ντραμς, αλλά ανάλογα με την περίσταση και τουμπερλέκι ή νταούλι. Στα φωνητικά και βεβαίως στο κλαρίνο, ο Φίλιππος Φασούλας. «Η λογική του προγράμματος είναι ότι ξεφεύγουμε λίγο από τη φόρμα του πανηγυριού όπου θα βγεις και θα παίξεις μία ώρα ηπειρώτικα, δύο ώρες μικρασιάτικα κ.τ.λ. Παίζουμε αυτά που μας αρέσουν, δηλαδή τραγούδια από όλα τα είδη. Από τη μία επειδή κι εμείς αυτά ακούμε και θέλουμε να τα αναπαράγουμε, από την άλλη επειδή αντίστοιχα και ο ακροατής όταν είναι σπίτι του και βάλει ραδιόφωνο ή YouΤube θα μπερδέψει τα ακούσματα. Κανείς δεν ακούει μόνο έναν δίσκο πια. Το βλέπουμε πολύ και όταν παίζουμε, καθώς μας ζητάνε τραγούδια άσχετα με αυτά που ακούγονται εκείνη τη στιγμή» λέει στο BHΜΑgazino ο Φίλιππος Φασούλας.
Μαζί με τα υπόλοιπα μέλη του συγκροτήματος γνωρίστηκαν και έγιναν σχήμα στη Θεσσαλονίκη πριν από τρία χρόνια. Αυτή είναι η βάση τους και μάλλον θα παραμείνει, η πόλη δηλαδή όπου βρέθηκαν ως φοιτητές από τις γενέτειρές τους στη Βόρεια Ελλάδα. Ο 27χρονος πλέον Λαρισινός Φασούλας στο Μαθηματικό, ο 33χρονος Θεσσαλονικιός Γιαννούσης στο Φυσικό, ο 27χρονος Παππάς από την Εδεσσα στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών και ο 29χρονος Σηφάκης από την Αριδαία «έτοιμος» μηχανολόγος μηχανικός ΑΠΕ. Από τα πανεπιστήμια της Θεσσαλονίκης όπου έγινε και το μεταξύ τους προξενιό, σε πανηγύρια, σε γάμους, και όπου προσκληθούν να δημιουργήσουν βουκολικό κέφι. Αλλο πράγμα βέβαια να βιώνεις την εμπειρία αυτής της μουσικής σε ανοιχτό χώρο στο πλαίσιο ενός γλεντιού, ιδίως όταν το σκηνικό τριγύρω είναι, για παράδειγμα, τα βουνά που κυκλώνουν το Μέτσοβο. Για τους συμμετέχοντες είναι εμπειρία, σωστή μέθεξη, για τους μουσικούς της Βουκολικής Διαταραχής είναι «σχολείο», όπως θα πει ο Φασούλας. «Είναι πολλές οι ώρες, είναι μεγάλο το ρεπερτόριο που πρέπει να μάθεις και έχεις απέναντί σου ένα απαιτητικό κοινό το οποίο είναι κάθε φορά διαφορετικό. Θέλει υπομονή, υπάρχουν κώδικες, δεν θα παίξεις απλά το τραγούδι. Πρέπει να «διαβάσεις» ποιον έχεις μπροστά σου και να τον κάνεις να χορέψει. Αν έχεις παίξει 7-8 ώρες συνεχόμενα, αποκτάς σιγουριά για τον εαυτό σου και είσαι πιο άνετος. Ας πούμε ότι είναι σαν να κάνεις αθλητισμό. Θέλει προπόνηση για να είσαι σε φόρμα».
Επιστροφή στις ρίζες
Oπως και να το κάνει κανείς, είναι ένα σπορ στο οποίο έχουν αρχίσει να επιδίδονται όλο και περισσότεροι άνθρωποι νεαρής ηλικίας, είτε ως μουσικοί είτε ως ακροατές. Η παραδοσιακή μουσική και τα «πανηγυριώτικα» θέλγουν όλο και περισσότερο κόσμο που μέχρι πρότινος τα σνόμπαρε επιδεικτικά.
«Ισχύει. Η παραδοσιακή μουσική είχε χαρακτηριστεί από τη χούντα ως η μουσική του κράτους, οπότε όταν ανατράπηκε το καθεστώς ο κόσμος απέρριψε αυτό το στυλ. Ενας δεύτερος παράγοντας, πάντα κατά τη γνώμη μου, είναι ότι περάσαμε μια παρατεταμένη περίοδο που δεχόμασταν σωρηδόν τα δυτικά πρότυπα από την Ευρώπη και από την Αμερική, ιδίως με την είσοδο της ιδιωτικής τηλεόρασης, και ο κόσμος προτιμούσε οτιδήποτε μη ελληνικό. Υπήρχε η αίσθηση ότι έξω είναι όλα καλύτερα ενώ τώρα που πήγε κόσμος να σπουδάσει και γύρισε πίσω είδε ότι τελικά δεν είναι όλα τέλεια στο εξωτερικό, άσε που εκτέθηκαν με πολλούς τρόπους οι κοινωνίες της Ευρώπης. Ο κόσμος κοιτάζει να δει τι γίνεται εδώ και ανακαλύπτει τον πλούτο της παραδοσιακής μουσικής και έναν ωραίο τρόπο να διασκεδάζει».
Ο Φασούλας με το κλαρίνο του είναι και η ψυχή του συγκροτήματος. Αυτός που κατεβαίνει και ανακατεύεται με τον κόσμο όπως στροβιλίζεται σε ατέλειωτους κύκλους ενθουσιασμού, χαράς, ακόμη και έκστασης. «Oταν έχεις το κλαρίνο είναι αναπόφευκτο ότι θα παίξεις παραδοσιακά, όπως όταν ξέρεις μπουζούκι θα παίξεις λαϊκά. Τα παραδοσιακά τραγούδια είναι χορευτικά και έχουν πολύ δυναμισμό, πράγματα δηλαδή που θέλαμε να έχουμε στα live μας. Επειτα, το παραδοσιακό τραγούδι είναι ένα πεδίο που μπορείς ακόμη να ανακαλύψεις. Τα τραγούδια, τις ερμηνείες. Μπορείς να πειραματιστείς. Δεν έχει κορεστεί όπως το ρεμπέτικο, το οποίο έχει μελετηθεί σε μεγάλο βαθμό».
Η σχέση του με το κλαρίνο και με καθηγητή τον Γιώργο Δεληγιάννη ξεκίνησε τυχαία στην ηλικία των οκτώ έπειτα από δύο χρόνια φλογέρας. Αφού μεταπήδησε στο πιάνο και στα θεωρητικά με καθηγητή τον Γιάννη Γράμψα επανήλθε στο αγαπημένο του πνευστό και έκτοτε δεν το εγκατέλειψε. Καθώς λοιπόν η Βουκολική Διαταραχή ετοιμάζεται να κυκλοφορήσει το πρώτο CD της, ο Φασούλας μελετά μουσική και ό,τι θα πέσει στα χέρια του, όπως λέει χαρακτηριστικά. «Πρόσφατα διάβασα μια μελέτη για τα παραδοσιακά τραγούδια του γάλλου φιλέλληνα Κλοντ Φοριέλ, η οποία είχε εκδοθεί πρώτη φορά το 1824. Είχε ενδιαφέρον, γιατί περιέγραφε και έθιμα και παραδόσεις που υπάρχουν ακόμη και σήμερα. Eνα άλλο βιβλίο που μου άρεσε πολύ ήταν το «Ηπειρώτικο Μοιρολόι» του Κρίστοφερ Κινγκ. Μια καλή μέθοδος είναι να πηγαίνεις στα πανηγύρια και να ακούς πώς παίζονται αυτά τα τραγούδια σε διαφορετικές εκτελέσεις».
Ωστόσο, όσο και να διαβάζει, όσο και να μελετά, όσο και να ακούει, το ηπειρώτικο «Πήγαινα το δρόμο δρόμο» θα μιλάει περισσότερο στην καρδιά του. «Εχει πολύ ωραία μελωδία και μου αρέσουν και οι στίχοι. Εχουν μια απλότητα – όλα τα παραδοσιακά το έχουν αυτό πολλές φορές – σε σημείο που μπορεί να σε ξεγελάνε και να νομίζεις ότι δεν λένε και τίποτα. Oμως το ξεχωρίζω από κάποια άλλα με πιο σύνθετο στίχο. Λέει χοντρικά: «Πήγαινα το δρόμο δρόμο, βρίσκω ένα δέντρο και πάω να κόψω ένα μήλο και κάποιος μου λέει μην κόψεις αυτό το μήλο». Αυτή είναι όλη η ιστορία και θες επειδή το μήλο «παίζει» πολύ στην παράδοση, θες επειδή παραπέμπει και στο προπατορικό αμάρτημα, μπορεί να το ερμηνεύσει κάποιος όπως θέλει».

