Σε ανύποπτο χρόνο είχε επισημανθεί ότι η παρούσα κυβέρνηση του ιδιότυπου και παράταιρου, κατά γενική ομολογία, «συνεταιρισμού» Τσίπρα – Καμμένου προϊόντος του χρόνου θα πνιγεί στο πλήθος των αντιθέσεων και των αντιγνωμιών που τη χαρακτηρίζουν.

Ηταν τόσο εμφανείς η διαφορά και η απόσταση κουλτούρας, αντιλήψεων και ιδεολογικών βάσεων μεταξύ των δύο κυβερνητικών εταίρων που δεν επέτρεπαν αμφιβολίες για τη συνέχεια.
Δεν αρκούσε άλλωστε η διακηρυσσόμενη «αντιμνημονιακή» ένωση, στην οποία ορκίζονταν και οι δύο. Απεδείχθη γρήγορα ψευδεπίγραφη και κατερρίφθη ήδη από το πρώτο εξάμηνο της κοινής διακυβέρνησης.

Παρά ταύτα, επέμειναν οι δύο, προκαλώντας τους πάντες και τα πάντα, μεταφέροντας διαρκώς οξύτητα, ένταση και φθόνο στη δημόσια σφαίρα.
Καμία απόπειρα συνεννόησης, καμία προσπάθεια συναίνεσης και κατανόησης του βάρους των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών συνθηκών, παρά μόνο εύκολες κατηγορίες και δηλητηριώδεις συκοφαντίες ακόμη και έναντι υποτιθέμενων και κατασκευασμένων εχθρών για τη δικαιολόγηση και μόνο της ανάρμοστης σχέσης μεταξύ των δύο «αταίριαστων» συνεταίρων.

Ηλθε όμως ο καιρός που εκείνη η αρχική εκτίμηση και πρόβλεψη επιβεβαιώθηκε και φανερώθηκε μπροστά στα μάτια όλων.

Η επεισοδιακή συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου κατέδειξε όχι μόνο τις διαφορετικές στρατηγικές, αλλά και κρυμμένες έριδες και συγκρούσεις που δεν ταιριάζουν σε σχήματα που ορίζουν τις τύχες της χώρας.

Οι εκτοξευθείσες εκατέρωθεν κατηγορίες των υπουργών Εξωτερικών και Αμυνας για κακοδιαχείριση μυστικών κονδυλίων και η αμυντική στάση ενός σχεδόν παραλυμένου Πρωθυπουργού κατέδειξαν την αδυναμία και τη φθορά του παρόντος κυβερνητικού σχήματος.

Η παραίτηση του υποστηρικτή της θεμελιακής για τον Πρωθυπουργό συμφωνίας των Πρεσπών υπουργού Εξωτερικών και η αποδοχή της προς χάριν του άφρονος και αταίριαστου συνεταιρισμού με τον υπουργό Αμυνας φανέρωσαν προφανή αδιέξοδα και εξαρτήσεις, οξύνοντας ακόμη περισσότερο τις αντιθέσεις στο εσωτερικό της κυβέρνησης. Τα οποία λαμβάνουν διαστάσεις μετά την υιοθέτηση της συμφωνίας των Πρεσπών από τα Σκόπια.

Κοινή είναι η πεποίθηση ότι την παραίτηση του Νίκου Κοτζιά θα ακολουθήσουν σύντομα και άλλα επεισόδια, αντίστοιχης έντασης και βάρους, που θα καταστήσουν τη διακυβέρνηση ακόμη πιο προβληματική.

Ηδη εξελίσσονται και άλλες συγκρούσεις στο εσωτερικό της κυβέρνησης που σχετίζονται τόσο με τον χαρακτήρα και τις προτεραιότητες της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής όσο και με τις επιμέρους εκλογικές στρατηγικές των κυβερνητικών στελεχών.

Δεν είναι τυχαίο ότι οι νοήμονες λένε πως ο ωφέλιμος χρόνος για την κυβέρνηση εξαντλείται τον προσεχή Δεκέμβριο. Και σπεύδουν τουλάχιστον να ασφαλίσουν, κατά το δυνατόν, τον επόμενο προϋπολογισμό και να προσδιορίσουν τις τρέχουσες διανομές του εφετινού πρωτογενούς πλεονάσματος.
Θα ήταν ευτύχημα αν, έως τότε, δίδονταν και ορισμένα ευκρινή σήματα προς τις διεθνείς αγορές για την προώθηση μιας ή δύο εμβληματικών επενδύσεων, μήπως και αμβλυνθούν οι τρέχουσες αρνητικές εντυπώσεις.

Σε κάθε περίπτωση πάντως, η κυβέρνηση δεν έχει δρόμο, ούτε πολύ χρόνο στη διάθεσή της. Οι περισσότεροι, έτσι κι αλλιώς, δεν περιμένουν πολλά.

Με μαθηματική βεβαιότητα, όσο περνάει ο καιρός, θα διολισθαίνει από κρίση σε κρίση, επιδεινώνοντας τη θέση της χώρας και του λαού μας.

Οι εκλογές είναι πλέον μονόδρομος. Οσο ταχύτερα γίνουν τόσο καλύτερα για τον τόπο.

ΤΟ ΒΗΜΑ