Κατεδαφίζει την «κληρονομιά» του μίσους
Οι ΗΠΑ στην εποχή Μπάιντεν – Μεγάλο στοίχημα η επούλωση των πληγών και του διχασμού που αφήνει η τετραετία Τραμπ – Οι πρώτες κινήσεις και το νέο πολιτικό σκηνικό στην Ουάσιγκτον
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Με υψηλές προσδοκίες για ολική επαναφορά των Ηνωμένων Πολιτειών στη διεθνή σκηνή, απέναντι σε πρωτόγνωρες προκλήσεις που γέννησε η πανδημία, αλλά και τη δέσμευση να επουλώσει τις πληγές που προξένησε η διχαστική προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ, ο Τζο Μπάιντεν πέρασε την Τετάρτη το κατώφλι του Λευκού Οίκου ως ο 46ος πρόεδρος της χώρας.
Νωρίτερα, σε μια διαφορετική λόγω κορωνοϊού τελετή, είχε ορκιστεί θέτοντας το χέρι πάνω στη Βίβλο – οικογενειακό κειμήλιο 127 ετών – ώστε να διαφυλάττει και να προασπίζεται το Σύνταγμα των ΗΠΑ: «Σήμερα γιορτάζουμε τον θρίαμβο όχι ενός υποψήφιου προέδρου αλλά ενός σκοπού, του σκοπού της Δημοκρατίας» ήταν το πρώτο του μήνυμα, στην πρώτη του ομιλία ως προέδρου, με σύνθημα «ενωμένη Αμερική».
Τα ντοσιέ και
το «ξήλωμα»
Στις εικόνες που μετέδωσαν τα διεθνή πρακτορεία μόλις ο Μπάιντεν κάθισε στο Οβάλ Γραφείο, ξεχώρισε μια στοίβα ντοσιέ εκ δεξιών του, με τα πρώτα εκτελεστικά διατάγματα και άλλα υπομνήματα που άρχισε να υπογράφει, σβήνοντας την κληρονομιά του Τραμπ και υποσχόμενος πως οι ΗΠΑ θα οδηγήσουν πλέον τον κόσμο «όχι μόνο με το παράδειγμα της δύναμής μας, αλλά με τη δύναμη του παραδείγματός μας».
Διατάγματα και υπομνήματα ήταν τόσα σε εύρος και όγκο, γεγονός που υπογραμμίζει ότι «ο νέος πρόεδρος σκοπεύει να κινηθεί γρήγορα για την αντιμετώπιση της πανδημίας και την αλλαγή σελίδας μετά τη διακυβέρνηση Τραμπ», σχολίασε ο ανταποκριτής του «Guardian» στη Νέα Υόρκη Σαμ Λέβιν.
Μεταξύ άλλων, τα πρώτα διατάγματα αφορούν την επιστροφή των ΗΠΑ στη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα, την επιστροφή στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, τον τερματισμό της οικοδόμησης τείχους στα σύνορα με το Μεξικό και την άμεση άρση των ταξιδιωτικών απαγορεύσεων που είχαν επιβληθεί σε 13 χώρες, με μουσουλμανικό επί το πλείστον πληθυσμό.
«Τώρα αρχίζει η πραγματική δουλειά, φίλοι μου» έγραψε ο Μπάιντεν στο twitter, ενώ οι αμερικανικές χρηματαγορές έπαιρναν την ανιούσα, καταγράφοντας νέα υψηλά ρεκόρ στον απόηχο του ξηλώματος των φραγμών που είχαν επιβληθεί τα τελευταία τέσσερα χρόνια, αλλά πρωτίστως του μηνύματος για ενότητα που εξέπεμψε.
«Για ένα έθνος βαθιά τραυματισμένο από την οργή, τον διχασμό και την (πρόσφατη) εξέγερση, η εκπλήρωση των υποσχέσεων του Μπάιντεν απαιτεί πολλά περισσότερα από λόγια. Οι πρώτες μέρες του στο γραφείο θα καθορίσουν εάν τα λόγια του έχουν πραγματικό νόημα, εάν ο Μπάιντεν θέλει πραγματικά να αποκαταστήσει την ενότητα» επισημαίνει ο αρθρογράφος της «Washington Post» Μαρκ Τίσεν, ενώ προκρίνει συγκεκριμένα βήματα.
Πρώτον, ο Μπάιντεν να αναζητήσει μια σημαντική πρωτοβουλία προκειμένου να συνεργαστεί με τους Ρεπουμπλικανούς στην αρχή της προεδρίας του. Δεύτερον, να κάνει συμβιβασμούς και, τρίτον, να κατανοήσει κάτι πολύ βασικό: πως δεν μπορεί να χτίσει γέφυρες εάν η Δημοκρατική πλέον Γερουσία ασχολείται τις επόμενες έξι με οκτώ εβδομάδες με την υπόθεση παραπομπής του Ντόναλντ Τραμπ για τον ρόλο του στην αιματηρή εισβολή στο Καπιτώλιο την 6η Ιανουαρίου.
Μέχρι πρότινος πολλές φωνές στο Δημοκρατικό κόμμα προέτρεπαν τον Μπάιντεν να αφήσει προσώρας τη δίκη παραπομπής του Τραμπ, ώστε αφενός μεν η Γερουσία να προχωρήσει τη διαδικασία επικύρωσης των νέων μελών του υπουργικού συμβουλίου κι αφετέρου να μη διαταραχθούν οι 100 πρώτες ημέρες της προεδρίας του ώστε να επικεντρωθεί στο κρίσιμο έργο του απερίσπαστος.
Εν τούτοις, νωρίς το πρωί της Παρασκευής, η Βουλή των Αντιπροσώπων -η οποία έχει εγκρίνει την κατηγορία κατά του Τραμπ- αποφάσισε να στείλει το άρθρο παραπομπής σε δίκη (δηλαδή το κατηγορητήριο) στη Γερουσία για την προσεχή Δευτέρα, κάτι που σημαίνει ότι η διαδικασία της δίκης του θα ξεκινήσει άμεσα. Η λογική των Δημοκρατικών πίσω από αυτή τη σκέψη είναι πως θέλουν να ελαχιστοποιήσουν τον αντίκτυπο της διαδικασίας στις πρώτες μέρες του Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο.
Πανδημία
σε πρώτο πλάνο
Πρώτη φυσικά προτεραιότητα της κυβέρνησής του θα είναι η αντιμετώπιση της πανδημίας. Με τη χώρα να έχει ξεπεράσει προ πολλού το ψυχολογικό φράγμα των 400.000 νεκρών και το ποσοστό ανεργίας να είναι κοντά στο 7% εξαιτίας αυτής, πλήττοντας επί το πλείστον γυναίκες και μειονότητες, το κυβερνητικό επιτελείο θα πρέπει ταυτόχρονα να επιταχύνει την εκστρατεία εμβολιασμού, να επεκτείνει τα επιδόματα ανεργίας, να χρηματοδοτήσει περισσότερα διαγνωστικά τεστ και να εγκρίνει το πακέτο-μαμούθ (1,9 τρισ.) στήριξης για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.
Αναλυτές αναφέρουν ότι οι διαπραγματεύσεις στο Κογκρέσο θα είναι δύσκολες, δεδομένου ότι οι πλειοψηφίες και στα δύο Σώματα είναι λεπτές. Ηδη αρκετοί μετριοπαθείς Δημοκρατικοί εμφανίζονται επιφυλακτικοί, ενώ το Ρεπουμπλικανικό Κομμα αντιμετωπίζει «μια υπαρξιακή κρίση μετά την εποχή Τραμπ και είναι εντελώς αβέβαιο κατά πόσο η συνεργασία με τον νέο Δημοκρατικό πρόεδρο ταιριάζει στα σχέδια των ηγετών του για το μέλλον τους», γράφει σε ανάλυσή της η Τζούλι Πέις του αμερικανικού πρακτορείου Associated Press. Οι επόμενες μέρες όχι μόνο θα δοκιμάσουν τις ικανότητες του ίδιου του Μπάιντεν, αλλά θα αποτελέσουν ένα πρώτο τεστ για το πόσο εφικτό τελικά είναι το όραμά του να ενώσει όλες τις φωνές και να επανεκκινήσει δυναμικά τη χώρα. Η βούληση για την παλινόρθωσή της υπάρχει. Το ζήτημα είναι να της το επιτρέψουν οι βαθιές πληγές που άφησε ο Τραμπ.
Κόμμα ή τηλεοπτικό κανάλι;
Ο ίδιος ο Τραμπ κατηγορείται ως «υπερβολικά αδύναμος» από ακροδεξιές οργανώσεις στα σόσιαλ μίντια επειδή δεν ακολούθησε τους οπαδούς του στην εισβολή στο Καπιτώλιο και ανάμεσα στις 143 χάρες που απένειμε τις τελευταίες ώρες του στην προεδρία, καμία δεν πήγε σε κάποιον από τους συλληφθέντες για τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου. Η μεγάλη πλειοψηφία των τραμπικών όμως συνεχίζει να υποστηρίζει τον Τραμπ, όπως υποδηλώνει δημοσκόπηση του Quinnipiac που δόθηκε στη δημοσιότητα τη Δευτέρα και δείχνει ότι το 73% των Ρεπουμπλικανών ψηφοφόρων συνεχίζει να πιστεύει ότι οι εκλογές νοθεύτηκαν.
«Ο Τραμπ, περισσότερο από κάθε άλλον πρώην πρόεδρο στη σύγχρονη αμερικανική ιστορία, αδιαφορεί για την τύχη του κόμματός του. Το οποίο βάζει το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα σε μια πρωτόγνωρη και επικίνδυνη θέση» έγραψε το περιοδικό «New York». Ο πρώην πρόεδρος δεν χρειάζεται να κοπιάσει με το Πατριωτικό ή όποιο άλλο νέο κόμμα. «Αν πει στους ψηφοφόρους του να μποϊκοτάρουν τις εκλογές του 2024 για να τιμωρήσουν τους Ρεπουμπλικανούς που του φέρθηκαν άδικα, όλα δείχνουν ότι θα κάνει αδύνατη τη νίκη του κόμματος».
Μια άλλη επιλογή είναι να ανοίξει δικό του καλωδιακό δίκτυο, την περίφημη Trump TV, ιδέα που κυκλοφορεί από το 2016. Ο πρώην πρόεδρος έχει αρχίσει να τα σπάει με το αγαπημένο του κανάλι Fox News και να στρέφεται σε άλλα, όπως το Newsmax και το One America News Network (OANN), προς τα οποία οδηγεί τους υποστηρικτές του. «Γιατί να μην τους οδηγήσει προς το δικό του κανάλι;» αναρωτήθηκε το NBC.
Αλλοι θεωρούν ότι η μανία του Τραμπ να παραμείνει στην εξουσία δεν εξηγείται μόνο από τον αυταρχισμό και τον ναρκισσισμό του αλλά έχει και πρακτικά κίνητρα: η προεδρία τού παρείχε προστασία από τις δίκες και τις μηνύσεις που εκκρεμούν εναντίον του. Οι σοβαρότερες τον αναμένουν στη Νέα Υόρκη, όπου είναι υπό έρευνα για οικονομικά εγκλήματα, όπως φοροδιαφυγή, απάτη κ.ά., αλλά και σεξουαλικά, όπως η παρενόχληση της Σάμερ Ζερβός, η οποία συμμετείχε στο ριάλιτι «Ο μαθητευόμενος» που παρουσίαζε ο Τραμπ.
Ο πρώην πρόεδρος δεν αποκλείεται να αντιμετωπίσει νομικές συνέπειες και για το τηλεφώνημα που έκανε σε Ρεπουμπλικανούς αξιωματούχους της Τζόρτζια στις αρχές Ιανουαρίου, ζητώντας τους επίμονα να του βρουν σχεδόν 12.000 ψήφους για να ανατρέψει τη νίκη του Μπάιντεν στην Πολιτεία.

