Κάνουν ταμείο από δάνεια και επιστρεπτέα προκαταβολή
Οι πληττόμενες επιχειρήσεις που έσπευσαν να εκμεταλλευτούν το άνοιγμα της ρευστότητας χτίζουν άμυνες για να αντεπεξέλθουν στις αυξημένες υποχρεώσεις των επόμενων μηνών
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Με φουσκωμένα ταμεία, απόρροια των υψηλών ρυθμών πιστωτικής επέκτασης μετά το ξέσπασμα της πανδημίας, θα κάνουν ποδαρικό στο 2021 χιλιάδες εταιρείες και ελεύθεροι επαγγελματίες. Ο λόγος γίνεται για βιώσιμες κατά βάση επιχειρήσεις που έσπευσαν να εκμεταλλευτούν το άνοιγμα της κάνουλας των δανειοδοτήσεων από τις τράπεζες και τις κρατικές δράσεις παροχής σχεδόν άτοκης ρευστότητας, με στόχο τον σχηματισμό ταμειακών αποθεμάτων ικανών να τις κρατήσουν ζωντανές μέχρι να περάσει η κρίση του κορωνοϊού.
Με δεδομένο ότι τους τελευταίους μήνες οι δαπάνες λειτουργίας (έκπτωση στα ενοίκια, εργαζόμενοι σε αναστολή) είναι μειωμένες και μεγάλο μέρος των φορολογικών / ασφαλιστικών υποχρεώσεων από τον Μάρτιο έως σήμερα έχουν ανασταλεί, πολλές επιχειρήσεις έχουν αυτή τη στιγμή κεφάλαια που δεν έχει χρειαστεί να χρησιμοποιήσουν. Ετσι, παρά την πτώση του τζίρου σε πολλούς κλάδους της οικονομίας, η ρευστότητα, τουλάχιστον σε αυτή τη φάση, δεν αποτελεί πρόβλημα.
Οι εκταμιεύσεις
Μέχρι σήμερα οι νέες χορηγήσεις προς τον επιχειρηματικό τομέα με την υποστήριξη των κρατικών δράσεων μέσω της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας (ΕΑΤ) έχουν ξεπεράσει τα 5 δισ. ευρώ και επιπλέον 4 δισ. ευρώ έχουν εκταμιευτεί στο πλαίσιο των τριών πρώτων κύκλων της «Επιστρεπτέας Προκαταβολής».
Μέχρι τις αρχές του 2021 αναμένονται νέες δανειοδοτήσεις της τάξης των 3,50 δισ. ευρώ μέσω ΕΑΤ και δύο ακόμη γύροι κρατικών δανείων (Επιστρεπτέα Προκαταβολή 4 και 5), συνολικού ύψους 1,70 δισ. ευρώ. Αυτό σημαίνει πως μέσα σε εννέα μήνες θα έχουν μπει στους λογαριασμούς εταιρειών και ελεύθερων επαγγελματιών περισσότερα από 14 δισ. ευρώ.
Δύσκολο περιβάλλον
«Πρόκειται για ποσά που και να θέλουν οι επιχειρήσεις, δύσκολα μπορούν να ξοδέψουν σε σύντομο χρονικό διάστημα» σημειώνει σχετικά τραπεζική πηγή. Οπως εκτιμά, αυτή τη στιγμή πάνω από το 50% των δανείων, κρατικών και τραπεζικών, επιδοτούμενων ή εγγυημένων από το Δημόσιο, παραμένουν στα ταμεία των οφειλετών. Με τον τρόπο αυτόν, υποστηρίζει η ίδια πηγή, οι επιχειρήσεις χτίζουν άμυνες για να αντεπεξέλθουν στις αυξημένες υποχρεώσεις των επόμενων μηνών, καθώς θα αρχίσει σταδιακά η αποπληρωμή των υπό αναστολή οφειλών, σε μια περίοδο που οι τζίροι δεν θα έχουν επανέλθει στα προς κρίσης επίπεδα.
Σε κάθε περίπτωση, τονίζει το τραπεζικό στέλεχος, τόσο οι καθ’ όλα υγιείς επιχειρήσεις, όσο και αυτές που παρά τα προβλήματά τους παραμένουν βιώσιμες, θα κληθούν να λειτουργήσουν το 2021 σε ένα δύσκολο περιβάλλον.
Προσθέτει δε πως ακόμη δεν έχουμε δει το σύνολο της επίδρασης της πανδημίας στην εγχώρια αγορά. Οπως επισημαίνει, από τον Σεπτέμβριο έχει αρχίσει η εμφάνιση παρενεργειών και στο δεύτερο επίπεδο της παραγωγικής / μεταποιητικής δραστηριότητας και του χονδρεμπορίου που μέχρι στιγμής είχε επηρεαστεί λιγότερο. Μεσολάβησαν δηλαδή κάποιοι μήνες μετά το πρώτο κύμα της κρίσης που χτύπησε κατά βάση το λιανεμπόριο και την εστίαση.
Ο τουριστικός κλάδος
Από την άλλη, ειδικά για τον τουριστικό κλάδο, το πρόβλημα δεν αποκλείεται να είναι ακόμη μεγαλύτερο, καθώς θα συμπληρωθούν το καλοκαίρι του 2021 δύο χρόνια από την τελευταία κανονική σεζόν, αυτήν του 2019. Μπορεί τα δάνεια των ενήμερων επιχειρήσεων του κλάδου να βρίσκονται σε αναστολή έως το τέλος της επόμενης χρονιάς, ωστόσο θα χρειαστούν κεφάλαιο κίνησης για την επανεκκίνηση των δραστηριοτήτων τους σε λίγους μήνες από σήμερα. Το θετικό πάντως είναι ότι ένα μεγάλο μέρος της ρευστότητας έχει διοχετευτεί το τελευταίο διάστημα σε τουριστικές επιχειρήσεις, ενώ επιπλέον ενέσεις θα υπάρξουν το 2021 μέσω τραπεζικού δανεισμού μέχρι την επιστροφή στην κανονικότητα.
150.000 «αυθαίρετα» στις υποθήκες των κόκκινων δανείων
Με γκρέμισμα λόγω πολεοδομικών παραβάσεων που δεν διορθώνονται κινδυνεύουν 50.000 ακίνητα που λειτουργούν ως εγγυήσεις για κόκκινα δάνεια, ενώ σε 100.000 περιπτώσεις η τακτοποίηση σοβαρών παρανομιών είναι ασύμφορη, λόγω των υψηλών προστίμων που ισχύουν από τον περασμένο μήνα. Πρόκειται για περιουσίες οφειλετών που σταμάτησαν να εξυπηρετούν τα χρέη τους και δεν μπήκαν στον κόπο να νομιμοποιήσουν τις αυθαιρεσίες.
Παρενέργειες
Τραπεζικές πηγές κάνουν λόγο για πρόβλημα που μπορεί να δημιουργήσει σημαντικές παρενέργειες στον κλάδο. Και αυτό διότι δημιουργείται ένα ισχυρό αντικίνητρο για συμμετοχή σε πλειστηριασμούς, δεδομένου ότι οι αυθαιρεσίες δεν είναι εκ των προτέρων γνωστές. Αντικίνητρο υπάρχει και για τις τράπεζες, οι οποίες έχουν επίσης δικαίωμα αγοράς ακινήτων που βγάζουν οι ίδιες σε πλειστηριασμό. Πρόκειται για συνήθη πρακτική που ακολουθείται κατά κόρον τα τελευταία χρόνια. Το πιστωτικό ίδρυμα βγάζει από τη μία τσέπη χρήματα και τα βάζει στην άλλη για να αποκτήσει την κυριότητα του ακινήτου. Στη συνέχεια το τακτοποιεί τεχνικά και νομικά και το διαθέτει καθαρό προς πώληση. Οταν όμως το κόστος της νομιμοποίησης είναι υπέρογκο, η επιλογή αυτή είναι απαγορευτική.
Μείωση ανακτήσεων
Αν δεν αλλάξει κάτι ουσιαστικά, θα τεθούν εκτός αγοράς 150.000 ακίνητα τα οποία σε διαφορετική περίπτωση οι τράπεζες ή οι επενδυτές που έχουν αποκτήσει τα συνδεδεμένα χρέη θα διέθεταν προς πώληση. Αυτό οδηγεί σε μείωση των ανακτήσεων, γεγονός που επιδρά καταλυτικά και στις τιτλοποιήσεις. Στις παλαιές συναλλαγές μειώνονται τα έσοδα, με κίνδυνο να καταστεί αναγκαία η ενεργοποίηση των κρατικών εγγυήσεων του σχεδίου Ηρακλής, ενώ στις μελλοντικές τιτλοποιήσεις επηρεάζεται η τιμολόγηση, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα πλάνα εξυγίανσης των συστημικών ομίλων.
Ταυτόχρονα, η ΕΚΤ μπορεί να θέσει θέμα ανεπάρκειας προβλέψεων για τις τράπεζες, στο πλαίσιο των ασκήσεων αντοχής που διεξάγει, επιβαρύνοντας τα αποτελέσματά τους.
Η Ελληνική Ενωση Τραπεζών και η Ενωση Εταιρειών Διαχείρισης Επισφαλών Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις έχουν αποστείλει από τον περασμένο μήνα υπόμνημα στον υπουργό Περιβάλλοντος Κωστή Χατζηδάκη, ζητώντας τη μείωση των επιβαρύνσεων στις νομιμοποιήσεις ακινήτων που συνδέονται με κόκκινα δάνεια.
Σύμφωνα με πληροφορίες, στην κυβέρνηση έχουν συνειδητοποιήσει τη ζημιά που προκαλείται στο σύστημα μετά τη λήξη της προθεσμίας της 30ής Σεπτεμβρίου για τακτοποίηση αυθαιρεσιών με σημαντικές εκπτώσεις και θα αναληφθούν σύντομα πρωτοβουλίες.

