Και το Οσκαρ πάει στην… πολιτική ορθότητα
Σαφέστατα μηνύματα προς τον Ντόναλντ Τραμπ αλλά και στην ίδια την «οικογένεια» του Χόλιγουντ σφράγισαν την 91η απονομή των βραβείων της Αμερικανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
H «υποβάθμιση» (αν μπορούμε να την αποκαλέσουμε έτσι) της «Ευνοούμενης» του Γιώργου Λάνθιμου στις βραβεύσεις των 91ων Οσκαρ, όπου παρότι η ταινία μετρούσε 10 υποψηφιότητες περιορίστηκε μόνον σε ένα βραβείο – της Ολίβια Κόλμαν στην κατηγορία του Α’ γυναικείου ρόλου – μου έφερε κάπως στον νου την περίπτωση μιας άλλης ταινίας, που πριν από πολλά χρόνια βρέθηκε στην ίδια, περίπου, κατάσταση. Ηταν η «Τσάιναταουν» του Ρόμαν Πολάνσκι, το 1975. Ξέρετε πόσες υποψηφιότητες μετρούσε στα Οσκαρ; Εντεκα! Και όμως, ο Πολάνσκι που είχε ήδη γυρίσει το «Μωρό της Ροζμαρί» και θεωρούνταν ένας από τους σταρ σκηνοθέτες του Χόλιγουντ, είδε την ταινία του να φεύγει με ένα μόλις Οσκαρ, το σεναρίου γραμμένου κατευθείαν για τη μεγάλη οθόνη που δόθηκε στον Ρόμπερτ Τάουνι. Κανείς δεν είπε τότε ότι κάποιος είχε «κλέψει» κάτι από κάποιον (το άκουσα κι αυτό σχετικά με την «Ευνοούμενη») και από όσο μπορώ να ξέρω, η μη βράβευση του Πολάνσκι με Οσκαρ δεν πρέπει να έγινε εθνικό ζήτημα στην Πολωνία.
Απλώς, από την αρχή όλα έδειχναν ότι εκείνη η χρονιά ανήκε στον δεύτερο «Νονό» του Φράνσις Φορντ Κόπολα που με ισάριθμες υποψηφιότητες με την «Τσάιναταουν» διακρίθηκε σε έξι κατηγορίες, κερδίζοντας ανάμεσα σε άλλα τα Οσκαρ καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας και Β’ ανδρικού ρόλου για τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο.
Κλίμα «αντι-Τράμπ»
Περίπου έτσι και εφέτος. Περίπου. Σίγουρα είχε φανεί από την αρχή ότι η χρονιά θα ανήκε στον Μεξικανό Αλφόνσο Κουαρόν, ο οποίος έχοντας ισάριθμες υποψηφιότητες με την «Ευνοούμενη», κέρδισε τελικά τρία βραβεία. Μόνο που η πίτα δεν ανήκε αποκλειστικά στον Κουαρόν, όπως π.χ. είχε συμβεί με τον τρίτο «Αρχοντα των δαχτυλιδιών», που προτάθηκε σε 11 κατηγορίες και τόσα Οσκαρ κέρδισε. Γιατί το 2018 ήταν επίσης η χρονιά του «Πράσινου βιβλίου» που κέρδισε σε τρεις κατηγορίες, ανάμεσα στις οποίες και της καλύτερης ταινίας. Αλλά ήταν και η χρονιά του «Black Panther», μιας ταινίας που τα παλαιότερα χρόνια αν είχε την τύχη να μπει στην κούρσα των Οσκαρ θα περιοριζόταν σε αυστηρά τεχνικές κατηγορίες, όπως π.χ. των οπτικών εφέ και του μοντάζ ήχου· με τίποτε δεν θα τη βλέπαμε υποψήφια για το Οσκαρ καλύτερης ταινίας.
Αλλά τι ενώνει τις παραπάνω τρεις ταινίες, που μαζί με το «Bohemian Rhapsody» (μια ταινία που υμνεί το πάθος ενός γνήσιου καλλιτέχνη, του Φρέντι Μέρκιουρι, που όμως πέθανε από AIDS) ακούστηκαν περισσότερο από όλες τις υπόλοιπες στην απονομή της 24ης Φεβρουαρίου; Πέραν της καλλιτεχνικής ή μη αρτιότητάς τους (ασφαλώς ζήτημα του καθενός), οι ταινίες αυτές συνάδουν στο «αντι-Τράμπ» κλίμα που το Χόλιγουντ έχει δημιουργήσει από τότε που ο Ντόναλντ Τραμπ κάθισε στην καρέκλα του προέδρου των ΗΠΑ.
Το Χόλιγουντ έχει τη δύναμη να στέλνει και πολιτικά μηνύματα μέσω των βραβεύσεών του: το «Πράσινο βιβλίο», μια ιστορία φυλετικής διαφοράς με αίσιο τέλος στην Αμερική του 1962. Η «Roma», μια επιστροφή του Κουαρόν στις αναμνήσεις της παιδικής του ηλικίας μέσω της οποίας υμνεί την αγάπη σε όλον τον κόσμο, ανεξαρτήτως χρώματος, κοινωνικής τάξης και χρήματος· η απάντηση ενός ευαίσθητου καλλιτέχνη απέναντι στη βαρβαρότητα της ιδέας των τειχών που πρεσβεύει ο Ντόναλντ Τραμπ για να χωρίσει τις Ηνωμένες Πολιτείες από το Μεξικό. Οσο για το «Black Panther», είναι η πρώτη μεγάλη παραγωγή με πρωταγωνιστή υπερήρωα μαύρου χρώματος και ακόμη και ο τίτλος της ακούγεται προκλητικός, αφού παραπέμπει στη μαύρη εξτρεμιστική οργάνωση των δεκαετιών του 1960 και του 1970.
Αγάπη vs Μίσους
Και όλα αυτά σε μια σχετικά λιτή, σοβαρή και σύντομη τελετή στην οποία το «μοίρασμα» των χρωμάτων του δέρματος στους παρουσιαστές των βραβείων έβγαζε μάτι. Λευκοί, μαύροι, Ασιάτες, Λατίνοι, ίσα μοιρασμένοι. Ηταν άραγε τυχαίο που ο μαύρος ηθοποιός Σάμιουελ Λ. Τζάκσον επελέγη για να ανοίξει τον φάκελο με τον νικητή στην κατηγορία του Οσκαρ καλύτερου διασκευασμένου από ξένο υλικό; Νικητής κανείς άλλος από τον Σπάικ Λι, τον μέντορα και φίλο του Τζάκσον, τον άνθρωπο που επιλέγοντάς τον για τον «Πυρετό της ζούγκλας» τον βοήθησε όσο κανείς άλλος στην καριέρα του. Ο Λι μοιράστηκε το βραβείο με τους συνεργάτες του, έναν μαύρο (Κέβιλν Γουίλμοτ) και δύο λευκούς (Τσάρλι Γουακτέλ, Ντέιβιντ Ραμπίνοβιτς). Και ο ευχαριστήριος λόγος του δίνει νομίζω με ακρίβεια τον τόνο και το κλίμα των εφετινών Οσκαρ: «Ας κινητοποιηθούμε όλοι μαζί για να βρεθούμε στη σωστή πλευρά της Ιστορίας» είπε ο οργισμένος σκηνοθέτης αναφερόμενος στις επερχόμενες εκλογές στις ΗΠΑ το 2020… «Ας κάνουμε την ηθική επιλογή ανάμεσα στην αγάπη και το μίσος».
Φυσικά, όλα τα παραπάνω μάς φέρνουν αντιμέτωπους με ένα διαφορετικού τύπου, καίριο ερώτημα: πόσο δίκαιο είναι να θυσιάζεται η καθαρή καλλιτεχνική αξία μιας ταινίας στον βωμό του σοβαρού πολιτικού μηνύματος μιας άλλης; Η «Ευνοούμενη» έχασε σε τρεις κατηγορίες στις οποίες κανονικά έπρεπε να κερδίσει: μοντάζ (από το «Bohemian rhapsody») και σκηνογραφία και κοστούμια (από το «Black Panther»). Δύσκολο το ερώτημα, δύσκολη και η απάντησή του. Το σίγουρο πάντως είναι πως όταν ο Ρόμαν Πολάνσκι έφτασε στα Οσκαρ με την «Τσάιναταουν» ήταν 42 χρόνων, τρία χρόνια μικρότερος από όσο είναι σήμερα ο Λάνθιμος. Και 28 χρόνια αργότερα κέρδισε τελικά το Οσκαρ σκηνοθεσίας για τον «Πιανίστα», όχι την καλύτερή του ταινία. Οσο για τον Λάνθιμο, έχει προ πολλού κατακτήσει το Χόλιγουντ, με ή χωρίς Οσκαρ. Ηδη βρίσκεται στο pre production της επόμενης αμερικανικής ταινίας του, «Pop. 1280», την αμερικανική εκδοχή ενός μυθιστορήματος του Τζιμ Τόμπσον που γύρισε πρώτος ο Μπερτράν Ταβερνιέ το 1983 με τίτλο «Το ξεκαθάρισμα».

