Ιώβη Φραγκάτου
Η ταλαντούχα ηθοποιός, που εφέτος θα βρεθεί για πέμπτη φορά στην Επίδαυρο, μιλάει για την ιεροτελεστία του αρχαίου δράματος.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Είναι πολυάσχολη. To ξυπνητήρι της τις τελευταίες ημέρες χτυπάει στις 6 το πρωί. Γιατί σε μία ώρα θα πρέπει να βρίσκεται στην πρόβα και να μεταμορφωθεί σε εύθραυστη Χίλντα, καθώς πρωταγωνιστεί στο ιψενικό δράμα «Αρχιμάστορας Σόλνες» που ανεβάζει ο Γρηγόρης Βαλτινός τον Οκτώβριο στο θέατρο Ιλίσια σε σκηνοθεσία Αθανασίας Καραγιαννοπούλου. Υστερα πάλι τρέχει κατευθείαν στην πρόβα των «Χοηφόρων», καθώς συμμετέχει στον Χορό και στο καινοτόμο εγχείρημα του Εθνικού Θεάτρου, το οποίο αποφάσισε εφέτος να παρουσιάσει ολοκληρωμένη την «Ορέστεια» του Αισχύλου (αποτελείται από τις τραγωδίες «Αγαμέμνων», «Χοηφόροι» και «Ευμενίδες»), τη μοναδική σωζόμενη τριλογία του αρχαίου δράματος.
Η ταλαντούχα Ιώβη Φραγκάτου στα 30 της χρόνια μετρά στο βιογραφικό της συνεργασίες με κορυφαίους σκηνοθέτες όπως ο Γιάννης Χουβαρδάς και ο Τσέζαρις Γκραουζίνις. Δεν είναι τυχαίο ότι εφέτος θα βρεθεί για πέμπτη φορά στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου, έχοντας αναπτύξει μια ιδιαίτερη σχέση με το αρχαίο δράμα. «Η δομή της αρχαίας τραγωδίας, η μουσικότητα, η διαχρονικότητά της και η ιεροτελεστία με την οποία πρέπει κανείς να την προσεγγίσει εμπεριέχει κάτι το μεταφυσικό. Την αντιμετωπίζω με σεβασμό αλλά και χωρίς φόβο» αναφέρει μιλώντας στο ΒΗΜΑgazino. «Πρόκειται για μια ανεπανάληπτη εμπειρία για τον ηθοποιό, η οποία απαιτεί από εκείνον να έχει πνευματική διαύγεια, σωματική αντοχή και ενεργοποιημένα στο 100% όλα τα ένστικτά του».
Οπως αναφέρει, η πρώτη φορά που πάτησε ως ηθοποιός στην ορχήστρα της Επιδαύρου δεν ξεχνιέται – ήταν το 2015 με τις «Τρωάδες» σε σκηνοθεσία Σωτήρη Χατζάκη, όπου συμμετείχε στον Χορό. «Ηταν μεγάλο το σοκ και το δέος. Εκτός από την πρώτη εμπειρία στο αρχαίο θέατρο, εκείνη τη χρονιά πήγα για πρώτη φορά και στο Θεραπευτήριο, όπου ξεναγήθηκα από έναν χαρισματικό αρχαιολόγο. Εκτοτε η βόλτα αυτή έγινε «θεσμός» και όταν βρίσκομαι εκεί φροντίζω να παίρνω και άλλους μαζί μου, για να γνωρίσουν αυτό το υπέροχο μέρος».
Οπως αποκαλύπτει ακολουθεί μια συγκεκριμένη «ιεροτελεστία»: «Τις τρεις τελευταίες ημέρες τρέχω κατά μήκος του θεάτρου και πηγαίνω για ύπνο για τουλάχιστον μισή ώρα στο θεραπευτήριο, προτού πάω στο ομαδικό ζέσταμα της γενικής πρόβας ή των παραστάσεων».
Με την τριλογία της «Ορέστειας» έχει αναπτύξει μια ιδιαίτερη σχέση, καθώς προτού συναντήσει εφέτος τις «Χοηφόρους» την περυσινή χρονιά ήταν η Κασσάνδρα στον «Αγαμέμνονα», στην παράσταση που σκηνοθέτησε ο Λιθουανός Τσέζαρις Γκραουζίνις. «Είναι απίστευτο που συνδέονται οι τραγωδίες μεταξύ τους και που εφέτος ουσιαστικά είμαι στη συνέχεια της περυσινής παράστασης. Η τριλογία της «Ορέστειας» έχει έναν βασικό στόχο, νομίζω: να αναδείξει το αδιέξοδο στο οποίο φτάνουν οι κοινωνίες μέσα από πεποιθήσεις που τις οδηγούν σε ηθική κατάπτωση. Η ανάγκη για ανανέωση, έτσι ώστε να πάψει η βία και η κοινωνία να αναγεννηθεί μέσα σε ένα κλίμα ήπιας συνύπαρξης, επανέρχεται, δυστυχώς, διαχρονικά στο προσκήνιο. Σε ό,τι αφορά τους έλληνες σκηνοθέτες, θεωρώ ότι σε αυτή την τριλογία βλέπουν την εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας, η οποία πάντα επιβιώνει, μέσα από τα θραύσματα διαφόρων ιστορικών περιόδων. Είναι έντονες, για παράδειγμα, οι αναφορές στην «Oρέστεια» στον «Θίασο» του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Στη δική μας περίπτωση, κεντρικό ζήτημα είναι η τύχη των μελλοντικών γενεών, μετά τη χρεοκοπία του παλαιού κόσμου».
Η πρώτη «παράσταση» της ζωής της ήρθε σε ηλικία επτά ετών. «Ηταν σε μια μεγάλη αυλή όπου μαζί με τα άλλα γειτονόπουλα είχαμε μετατρέψει τις βούρτσες των μανάδων μας σε μικρόφωνα και τις πασμίνες τους σε κοστούμια». Η σκέψη να ασχοληθεί με την υποκριτική φαίνεται ότι πάντα υπήρχε μέσα της. «Αλλά μάλλον δεν είχα το θάρρος να το εκφράσω». Η στιγμή ήρθε το 2007, όταν είδε την παράσταση «Ταξίδι μιας μεγάλης μέρας μέσα στη νύχτα» με τον Δημήτρη Καταλειφό και τη Ράνια Οικονομίδου. «Ηταν η στιγμή που ένιωσα σίγουρη. Η εμπειρία αυτής της παράστασης μου το επιβεβαίωσε! Και όταν αργότερα πέρασα στη Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, όπου είχα δάσκαλο τον Δημήτρη Καταλειφό, ένιωσα πραγματικά ότι είχα πάρει τη σωστή απόφαση. Βεβαίως, η καρμική μου σχέση με αυτό το έργο συνεχίστηκε όταν, χρόνια μετά τη σχολή, έπαιξα τον ρόλο της Καθλίν δίπλα στη Ρένη Πιττακή, την οποία λατρεύω».
Αγαπημένοι της ξένοι ηθοποιοί είναι η Μέριλ Στριπ και ο Ντάνιελ Ντέι-Λιούις. Στον ελεύθερο χρόνο της ασχολείται με το πιάνο και το τραγούδι. «Οπως καταλαβαίνετε, επειδή συνδυάζονται με τη δουλειά μου, έχω την τύχη να μπορώ να τα εξασκώ καθημερινά». Διαθέτει άλλωστε μια υπέροχη φωνή. Ιδιαίτερη είναι και η σχέση που διατηρεί με τη μόδα. Δεν είναι τυχαίο ότι είναι απόφοιτος της σχολής Βελουδάκη με ειδίκευση στην ενδυματολογία θεάτρου και στο σχέδιο μόδας. «Παρακολουθώ τις τάσεις και έχω ιδιαίτερη αδυναμία σε ό,τι εμπεριέχει αβανγκάρντ στοιχεία. Πιστεύω ότι η μόδα είναι αλληλένδετη με την αισθητική και η αισθητική είναι κάτι που με αφορά και επηρεάζει την καθημερινότητά μου. Από σχεδιαστές μου αρέσει πολύ η Μαίρη Κατράντζου. Βάζει χαρακτήρα σε αυτό που κάνει και τα prints της με τα έντονα χρώματα είναι πολύ κοντά σε αυτό που εγώ θεωρώ όμορφο και ελκυστικό».
Λίγο προτού κλείσει η κουβέντα μας τη ρωτώ για τη σχέση της με την πολιτική. «Κατηγορούν τη γενιά μας ως απολιτίκ» παρατηρώ. «Ο καθένας βλέπει τον ρόλο του στην κοινωνία με τον δικό του τρόπο και ειδικά οι νέοι, σύμφωνα με τις συνθήκες που δημιούργησαν οι προηγούμενες γενιές – συνθήκες κρίσης και ασφυξίας. Και στο σημείο αυτό οι νέοι έχουν παράπονα, κενά και θυμό. Αλλά και προοπτική, ελπίζω τουλάχιστον…» απαντά.
INFO
«Ορέστεια»: Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου, 28-29 Ιουνίου 2019 («Αγαμέμνων», σκηνοθεσία: Ιώ Βουλγαράκη, «Χοηφόροι», σκηνοθεσία: Λίλλυ Μελεμέ, «Ευμενίδες», σκηνοθεσία: Γεωργία Μαυραγάνη).

