Η χρονιά της αμηχανίας

Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Πάει το 2021 και δεν ξέρω τι να ευχηθώ για το 2022. Οχι ότι φταίει το νέο έτος. Φταίει ότι έχω την αίσθηση πως αυτό που πέρασε είναι η πιο περίεργη χρονιά που θυμάμαι. Πιο μπερδεμένη ακόμα κι από το 2020, που είχε χαρακτηριστεί η πιο παράξενη χρονιά της ανθρωπότητας. Αλλά ας τα πάρουμε με τη σειρά.
Στο μέλλον, στα βιβλία της Ιστορίας το 2020 θα καταγραφεί ως η χρονιά που ο δυτικός μας κόσμος έζησε ένα σοκ: έναν πόλεμο με θύματα, ωστόσο έναν πόλεμο με έναν αόρατο εχθρό. Εναν πόλεμο από αυτούς που δεν πιστεύαμε πως υπάρχουν.
Ξεκίνησαν όλα στα τέλη του 2019 με κάτι παράξενες ειδήσεις από την Κίνα – για έναν ιό τρομακτικά μεταδοτικό που οδηγούσε την κινεζική κυβέρνηση στην απόφαση να επιβάλει καραντίνες και απαγορεύσεις κυκλοφορίας σε πόλεις με παράξενα ονόματα και πληθυσμό πιο μεγάλο από αυτόν της χώρας μας. Θα έπρεπε να ανησυχούμε με τις ανταποκρίσεις, αλλά τα προηγούμενα χρόνια είχε γίνει τόσο μεγάλο εμπόριο κινδυνολογίας που τα νέα από την Κίνα μάς φάνηκαν πραγματικά κινέζικα, δηλαδή ακατανόητα – δεν δώσαμε σημασία. Ολα μάς φαίνονταν υπερβολές: είχαμε ακούσει ανάλογες από ταmedia και όταν οι ειδικοί μάς μιλούσαν για τη δολοφονικότητα του Εμπολα, για τη γρίπη των πτηνών, των χοίρων κ.τ.λ. Και μετά ο ιός ήρθε. Και τρομαγμένοι από την ταχύτητα εξάπλωσής του και τα θύματα που σκορπούσε στο πέρασμά του κλειδωθήκαμε στα σπίτια μας για να δώσουμε μάχη με τον εχθρό, με τις πιτζάμες. Οταν βγήκαμε, χαρήκαμε την ελευθερία μας, πλην όμως κυκλοφορούσαμε καλοκαιριάτικα με έναν φόβο πως τίποτα δεν τελείωσε, αφού έλειπαν εμβόλια και θεραπείες. Ολο το 2020 πέρασε με τον ήχο του ακορντεόν: κλεινόμασταν πολύ και βγαίναμε λίγο – κάναμε πέρυσι Πρωτοχρονιά με λίγους φίλους και με μια δόση παράξενης ενοχής. Ημασταν φοβισμένοι, βλέπαμε λιγοστούς ανθρώπους, κυκλοφορούσαμε οι περισσότεροι ελάχιστα – άλλωστε όλα ήταν τα βράδια κλειστά. Μαζί με το 2021 έφτασαν τα εμβόλια και η μεγάλη ελπίδα ότι θα επιστρέψουμε σε μια κανονική ζωή. Το 2021 που ξεκινούσε έμοιαζε με το τέλος του εφιάλτη. Αλλά δεν ήταν έτσι.
Μετά τον φόβο που επικράτησε το 2020 ακολούθησε το έτος του παραλογισμού: έτσι θα τον θυμάμαι τον χρόνο που φεύγει. Από τη μία υπήρχε ο κορωνοϊός, που μεταλλαγμένος συνέχισε να δημιουργεί προβλήματα, και από την άλλη άρχισε να εξαπλώνεται ένας ιός παράνοιας απέναντι στον οποίο δεν υπάρχει ούτε εμβόλιο ούτε φυσικά θεραπεία.
Ολα όσα τον χαρακτήρισαν τον χρόνο που αποχαιρετάμε ήταν αδύνατο να τα προβλέψεις. Ξαφνικά ξεκίνησε μια επιστημονική συζήτηση για τα εμβόλια, τη δημιουργία(!) τους και την αποτελεσματικότητά τους, στην οποία έπαιρναν μέρος όλοι: πολιτικοί και λοιμωξιολόγοι, ταξιτζήδες και αθλητές, μανάδες και φιλάνθρωποι παπάδες, αργόσχολοι που περνάνε την ημέρα τους στο Facebook και ερευνητές. Ολοι έγιναν ένα – και έγιναν κουλουβάχατα. Προέκυψαν ομάδες που κανένας δεν μπορούσε να φανταστεί πως υπάρχουν. Αρνητές της επιστήμης που έχουν τελειώσει το πανεπιστήμιο των social media. Διακινητές fake news. Εξεγερμένοι παλαιοημερολογίτες. Χουλιγκάνοι που βλέπουν στις νοσοκόμες τα όργανα της παγκόσμιας τάξης. Δικηγόροι που ξέρουν από διασωληνώσεις. Υπερασπιστές του Συντάγματος που απάγουν γυμνασιάρχες. Οσο ψύχραιμος και αν είσαι παρακολουθώντας όλα αυτά, αισθάνεσαι ότι ξαφνικά άνοιξε το κουτί της Πανδώρας και βγήκαν από αυτό όχι τα κακά του κόσμου, αλλά ένας ολόκληρος κόσμος κακός, ανάλγητος και σκοτεινός, ο οποίος ένας Θεός ξέρει πού ήταν κρυμμένος. Αλλά δεν είναι αυτό το μόνο παράδοξο του 2021. Μακάρι να ήταν μόνο αυτό.
Μέσα στη χρονιά έγινε απολύτως κατανοητό πως το τίμημα της καραντίνας και των υποχρεωτικών περιορισμών ήταν η έκρηξη των ψυχικών νοσημάτων. Μέσα στο 2021 είχαμε μερικά αληθινά άγρια εγκλήματα, από αυτά που στη χώρα μας δεν έχουμε συνηθίσει: τα μάτια πολλών γύρισαν ανάποδα. Οσο οι μήνες προχωρούσαν, ολοένα και περισσότερο καταλάβαινες πως κάτι γενικά δεν πάει καλά. Το ένιωθες βλέποντας κόσμο να τσακώνεται για ψύλλου πήδημα στον δρόμο, το ένιωθες ακούγοντας ανθρώπους να ουρλιάζουν στις τηλεοράσεις, το ένιωθες παντού γιατί παντού επικρατούσε μια διάχυτη ένταση που συνεχώς μεγάλωνε. Σε μια τέτοια χρονιά ήταν λογικό να πληθύνουν και οι αποκαλύψεις, να καταθέσουν πολλοί δημόσια όσα κουβαλούσαν στα εσώψυχά τους, να βγουν στο φως τα άπλυτα της σόουμπιζ – πόση καταπίεση να αντέξεις όταν σε καταπιέζουν ολοένα και περισσότεροι νέοι φόβοι; Τουλάχιστον ξορκίζεις τους παλιούς!
Αλλα είχε και χειρότερα. Ξαφνικά άρχισαν πάλι τα κρούσματα να ανεβαίνουν, προέκυψε η μετάλλαξη Ομικρον και η αισιοδοξία άφησε τη θέση της στην αμηχανία και η αμηχανία ήταν αυτό που χαρακτήρισε τη χρονιά που αποχαιρετούμε. Το τελευταίο διάστημα, κυκλοφορώντας λίγο περισσότερο (ειδικά έπειτα από μια αίσθηση ασφάλειας που απέκτησα χάρη στην τρίτη δόση του εμβολίου, την «αναμνηστική») συναντώ ολοένα και περισσότερους γνωστούς μου που με κοιτάζουν αμήχανα – πιστεύω το ίδιο λένε και αυτοί για εμένα. Ολους είχα να τους δω πάνω από έναν χρόνο, όλοι μού μοιάζουν σαν κάτι στο μεταξύ να τους έχει συμβεί. Ξέρω ότι το ίδιο συμβαίνει και με τους δικούς σας χαμένους γνωστούς που ξαναβρήκατε. Σας ρωτούν τι κάνετε και τι κάνουν οι δικοί σας, περιμένοντας πως θα τους μιλήσετε για κάτι άσχημο. Μερικοί εκπλήσσονται όταν τους λέτε ότι όλα πάνε καλά και το δείχνουν – άλλοι εκπλήσσονται και απλώς δεν το δείχνουν. Κατά βάθος οι άνθρωποι περιμένουν να ακούσουν τα χειρότερα για να παρηγορηθούν μάλλον για τα δικά τους βάρη – αυτά που κουβαλάνε στην καρδούλα τους.
Oπως τα γράφω αυτά κάνοντας αυτή την παράξενη ανασκόπηση αισθημάτων της χρονιάς, βρίσκω τελικά την ευχή που έψαχνα: σας εύχομαι, μας εύχομαι, να διώξουμε τη νέα χρονιά αυτή τη συσσωρευμένη αμηχανία που προκαλεί μόνο βάρος και ίσως και μια παράξενη μοναξιά, που νομίζουμε πως τη θεραπεύουν το πληκτρολόγιο, το Instagram, το messenger, οι ώρες μπροστά στην τηλεόραση. Σας εύχομαι, μας εύχομαι, έναν χρόνο αργότερα να μη θυμόσαστε πώς ήταν ο κόσμος το 2021, όχι γιατί έσβησαν οι εικόνες του, αλλά γιατί βρέθηκε ο τρόπος ο κόσμος αυτός να θεραπευτεί από την αρρώστια που κουβαλάει. Αν το 2021 η ευχή ήταν να μην ξανακλειδωθούμε, το 2022 εύχομαι να σταματήσουμε να νιώθουμε πως ζούμε με συντροφιά αυτό το μεγάλο βασανιστικό αόρατο τίποτα που μας στερεί την ομορφιά του κόσμου και μας κάνει να τον κοιτάζουμε αμήχανα. Σαν να περιμένουμε να μας πει πως δεν είναι καλά…

