Η πριμαντόνα φορούσε Haute Couture
Η συνεργασία του Ρικάρντo Τίσι της Burberry με τη Μαρίνα Αμπράμοβιτς για τους «Επτά θανάτους της Μαρίας Κάλλας» αποτελεί μία ακόμα επιβεβαίωση της στενής, μακροχρόνιας σχέσης του κόσμου της όπερας και του θεάματος με τον κόσμο της μόδας.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Πώς μπορείς να μετατρέψεις την αναβίωση ενός «δύσκολου» και όχι δημοφιλούς στο ευρύ κοινό έργου, όπως το «Καπρίτσιο» του Ρίχαρντ Στράους, σε μείζον καλλιτεχνικό αλλά και κοσμικό γεγονός; Δίνεις τον πρωταγωνιστικό ρόλο σε μία από τις πιο λαμπερές σταρ της όπερας, εν προκειμένω στην ντέιμ Κίρι Τε Κάναουα, και αναθέτεις τα κοστούμια της σε ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα της μόδας, δηλαδή στον Τζιάνι Βερσάτσε. Αυτό έκαναν στη Βασιλική Οπερα του Λονδίνου τον Ιανουάριο του 1990, καταφέρνοντας με την πολυσυζητημένη συνεργασία Τε Κάναουα – Βερσάτσε να αναδείξουν τη νέα παραγωγή της τελευταίας όπερας του γερμανού συνθέτη ως το απόλυτο πολιτιστικό highlight της χρονιάς. Στις φωτογραφίες που έκαναν τον γύρο του κόσμου η νεοζηλανδή ντίβα, η οποία φορώντας ένα μαύρο μακρύ φόρεμα γεμάτο πολύχρωμα κεντήματα έμοιαζε να βγαίνει από πίνακα του Γκούσταβ Κλιμτ, παρέδιδε μαθήματα σκηνικής γοητείας και κομψότητας. Ο δε Βερσάτσε, ο δημιουργός που είχε δηλώσει πως «σχεδιάζοντας κοστούμια στην όπερα μπορείς κι εσύ να τραγουδάς», είχε για άλλη μία φορά εντυπωσιάσει με την ποιότητα της έμπνευσής του, λαμπρός συνεχιστής της παράδοσης που θέλει τους μεγάλους μόδιστρους να αγαπούν με πάθος το θέατρο, την όπερα και το κλασικό μπαλέτο και να εμπνέονται από εκείνα. Ξεκινώντας από την Κοκό Σανέλ και φθάνοντας στον Ρικάρντο Τίσι της Burberry, τον διάσημο ιταλό σχεδιαστή που σε συνεργασία με τη Μαρίνα Αμπράμοβιτς εμπνεύστηκε προσφάτως όλα τα κοστούμια της παράστασης «Οι επτά θάνατοι της Μαρίας Κάλλας» – παραγωγή που αν όλα πάνε καλά θα δούμε μέσα στο καλοκαίρι από την Εθνική Λυρική Σκηνή.
Από την Κοκό Σανέλ στον Καρλ Λάγκερφελντ
Η ιστορία μας, μια ιστορία με πολύ χρώμα, πολλή ομορφιά και πολύ χρήμα, μας γυρίζει περίπου έναν αιώνα πίσω: Το 1922 παρουσιάζεται για πρώτη φορά στο Παρίσι με τη μορφή θεατρικού δρωμένου η «Αντιγόνη», ένα κείμενο του Ζαν Κοκτό, επενδεδυμένο με μουσική του Αρθουρ Χόνεγκερ, το οποίο λίγα χρόνια μετά ο Χόνεγκερ θα το μετέτρεπε σε όπερα. Τα σκηνικά ήταν του Πάμπλο Πικάσο και τα κοστούμια της Κοκό Σανέλ. Δύο χρόνια μετά, το 1924, η Κοκό Σανέλ υπέγραψε και τα κοστούμια για το μπαλέτο «Le train bleu», πάνω σε μια ιστορία του Ζαν Κοκτό, έργο που παρουσίασαν τα Ρωσικά Μπαλέτα του Σεργκέι Ντιαγκίλεφ στο Théâtre des Champs-Élysées του Παρισιού. Μεταξύ 1923 και 1937 η μεγάλη κυρία της μόδας σχεδίασε και άλλα κοστούμια για τα διάσημα μπαλέτα. Στα επόμενα χρόνια, ο ένας μετά τον άλλον μεγάλοι μόδιστροι ακολούθησαν το παράδειγμά της, με τον κόσμο της όπερας να κερδίζει κυρίως το ενδιαφέρον τους. Ο Καρλ Λάγκερφελντ σχεδίασε τα κοστούμια για τα «Παραμύθια του Χόφμαν», του Οφενμπαχ, στο Teatro Comunale της Φλωρεντίας το 1980, για τους «Τρώες» του Μπερλιόζ στη Σκάλα του Μιλάνου το 1982 και για τη «Νόρμα» του Μπελίνι στην Οπερα του Μόντε Κάρλο το 2009. O Τζιάνι Βερσάτσε σχεδίασε μεταξύ άλλων κοστούμια για τον «Ντον Πασκουάλε» του Ντονιτσέτι (1984) και τη «Σαλώμη» του Ρίχαρντ Στράους (1987) στη Σκάλα του Μιλάνου, καθώς και για το μπαλέτο του Μορίς Μπεζάρ «Διόνυσος». To 1983, πάλι στη Σκάλα του Μιλάνου, το ζεύγος Μissoni έβαζε τη δική του υπογραφή στα κοστούμια της «Λουτσία ντι Λαμερμούρ» του Ντονιτσέτι. Ο οίκος Missoni ανέλαβε το 2016 και τα κοστούμια για μια παραγωγή της όπερας του Κλάουντιο Μοντεβέρντι «Ορφέας», που παρουσιάστηκε στην Ιαπωνία και με την οποία γιορτάστηκε η 150ή επέτειος των διμερών σχέσεων της Ιταλίας με τη Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου.
O «Αττίλας» φορούσε Prada
Ο Αρμάνι το 1979 έντυσε την υψίφωνο Τζάνις Μάρτιν στη μονόπρακτη όπερα του Αρνολντ Σένμπεργκ «Erwartung», ενώ ο Βαλεντίνο έδωσε ακόμα περισσότερη λάμψη στο σκηνοθετικό ντεμπούτο της Σοφία Κόπολα στην όπερα, με την «Τραβιάτα» του Βέρντι, σχεδιάζοντας τα (αρκετά παραδοσιακά) κοστούμια σε παραγωγή που παρουσιάστηκε το 2016 στην Οπερα της Ρώμης. O ίδιος έχει συνεργαστεί και με το New York City Ballet – με το οποίο έχει συμπράξει και η δική μας Μαίρη Κατράντζου. Ο Μαρκ Μποάν, σχεδιαστής στον οίκο Dior τις δεκαετίες ’60, ’70 και ’80, έντυσε την «Εύθυμη χήρα» του Λέχαρ, τον «Ντον Τζοβάνι» του Μότσαρτ, τον «Ορφέα και Ευρυδίκη» του Γκλουκ και την όπερα «Πελλέας και Μελισσάνθη» του Ντεμπισί. Ο Κριστιάν Λακρουά «χρωμάτισε» με τον δικό του, παθιασμένο τρόπο τους τραγικούς έρωτες της «Κάρμεν» του Μπιζέ, την «Αγριππίνα» του Χέντελ, τη «Θαΐδα» του Μασνέ και την όπερα «Οι Καπουλέτοι και οι Μοντέκοι» του Μπελίνι. Ο Γαλλοτυνήσιος Aζεντίν Αλαϊά υπέγραψε τα κοστούμια των «Γάμων του Φίγκαρο» του Μότσαρτ. Η Μιούτσια Πράντα φιλοτέχνησε τα κοστούμια για μία παραγωγή του «Αττίλα» του Βέρντι που ανέβηκε τον Φεβρουάριο του 2010 στη Μετροπόλιταν Oπερα της Νέας Υόρκης. Χιλιάδες κρύσταλλα Swarovski κέντησαν πάνω στα πληθωρικά κοστούμια του «Ελεύθερου σκοπευτή» του Βέμπερ οι Ολλανδοί Viktor & Rolf, σε παραγωγή του 2009 στο Μπάντεν-Μπάντεν. Τη σκηνοθεσία της παράστασης είχε αναλάβει ο Ρόμπερτ Ουίλσον. Την ίδια χρονιά, ο Τομ Φορντ έκανε το ντεμπούτο του στον κόσμο του μελοδράματος υπογράφοντας τα κοστούμια για τη μοντέρνα όπερα «The Letter» του Πολ Μόραβεκ στη Σάντα Φε. Ο Εμανουέλ Ουνγκαρό σχεδίασε εντυπωσιακά κοστούμια για τη «Σεμίραμι» του Ροσίνι, τη «Μεγαλοψυχία του Τίτου» του Μότσαρτ και την «Καταδίκη του Φάουστ» του Μπερλιόζ, ενώ η Ζάντρα Ρόουντς έντυσε το 2000 στο Σαν Ντιέγκο τους ήρωες του «Μαγικού αυλού» του Μότσαρτ, και ακολούθως τους «Αλιείς μαργαριταριών» του Μπιζέ και την «Αΐντα» του Βέρντι σε παραστάσεις που παίχτηκαν σε διάφορες μεγάλες πόλεις των ΗΠΑ. Για το μπαλέτο έχουν σχεδιάσει ρούχα, μεταξύ άλλων, η Καρολίνα Ερέρα, ο Ζαν-Πολ Γκοτιέ και ο Τούρκος Ερντέμ. Από τα θεατρικά κοστούμια των Ρωσικών Μπαλέτων του Ντιαγκίλεφ εμπνεύστηκε ο Ιβ Σεν Λοράν για να παρουσιάσει το 1976 μία από τις πιο εντυπωσιακές συλλογές του, την «Opéras – Ballets Russes».
Eνα γκαλά για τρεις
Το 2008 η Μετροπόλιταν Oπερα της Νέας Υόρκης εγκαινίασε την 125η περίοδο λειτουργίας της με γκαλά στο οποίο η σουπερστάρ υψίφωνος Ρενέ Φλέμινγκ εμφανίστηκε σε τρεις ρόλους: Ως Βιολέτα στη δεύτερη πράξη της «Τραβιάτα» του Βέρντι, ντυμένη από τον Κριστιάν Λακρουά, ως «Μανόν» στην τρίτη πράξη της ομώνυμης όπερας του Μασνέ, ντυμένη από τον Καρλ Λάγκερφελντ, και ως Κοντέσα στην τελική σκηνή του «Καπρίτσιου» του Ρ. Στράους, ντυμένη από τον Τζον Γκαλιάνο. Η βραδιά, εκτός από θρίαμβος για τη σημαντική τραγουδίστρια, ήταν ένα ακόμα ορόσημο στην καριέρα των μεγάλων μόδιστρων. Και μια επιβεβαίωση της σταθερής δημιουργικής σχέσης που έχει αναπτυχθεί τις τελευταίες δεκαετίες ανάμεσα στην όπερα (και στο μπαλέτο) και στον κόσμο της μόδας. (Παρεμπιπτόντως, ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον βιβλίο για όποιον ενδιαφέρεται για το θέμα είναι το «Σχεδιαστές μόδας στην όπερα» της Eλενας Ματθαιοπούλου από τις εκδόσεις Καπόν, με παρουσιάσεις-συνεντεύξεις κορυφαίων μόδιστρων που ασχολήθηκαν με το είδος και με πλούσιο εικονογραφικό υλικό.)
Σοπράνο και… μοντέλα
Βεβαίως δεν είναι μόνο οι μεγάλοι σχεδιαστές που φλερτάρουν με την όπερα, είναι και οι μεγάλες ερμηνεύτριες του λυρικού θεάτρου που πάντα φλέρταραν με τη μόδα. Οι πριμαντόνες, γυναίκες με ταλέντο και λάμψη που σταδιοδρόμησαν στις μεγάλες σκηνές, μπορεί να βάσισαν τις καριέρες τους κυρίως στις ακριβοπληρωμένες φωνές τους, πάντα όμως έδιναν μεγάλη σημασία και στην εικόνα, φροντίζοντας με επιμέλεια την εμφάνισή τους και ξοδεύοντας περιουσίες ολόκληρες για το ντύσιμό τους. Από την εποχή μυθικών σήμερα τραγουδιστριών όπως η Λίνα Καβαλιέρι, η Μέρι Γκάρντεν, η Φράνσες Aλντα, η Τζεραλντίν Φαράρ και η Γκρέις Μουρ, στην εποχή της Ντόροθι Κίρστεν, της Ράιζ Στίβενς, της Ρενάτα Τεμπάλντι, της Μαρίας Κάλλας, αλλά και ως τις μέρες μας, οι διάσημες σοπράνο και μεσόφωνοι φόρεσαν τους μεγάλους σχεδιαστές και τους ανέβασαν στη σκηνή με τα ρεσιτάλ και τις συναυλίες τους. Αυτό συνεχίζουν να κάνουν οι ντίβες της νέας εποχής, με επικεφαλής την Aννα Νετρέμπκο, η οποία παράλληλα με την ακριβοπληρωμένη καριέρα της έχει στήσει μια εξαιρετικά δραστήρια «επιχείρηση» διαφήμισης-προώθησης επώνυμων ρούχων και κοσμημάτων μέσα από τους λογαριασμούς της στο Facebook και στο Instagram: Η ρωσίδα πριμαντόνα ανεβάζει καθημερινά δεκάδες φωτογραφίες όπου ποζάρει, περπατάει, παίζει με τον γιο της, μαγειρεύει, τραγουδάει, χαλαρώνει δίπλα σε πισίνες κ.λπ. φορώντας τις δημιουργίες των μεγάλων σχεδιαστών που την ντύνουν και τη στολίζουν κάθε στιγμή της ημέρας. Η Κάρμεν Τζανατάζιο, εκτός από πρέσβειρα του οίκου Bulgari, προωθεί τα ρούχα του Αντόνιο Ρίβα. Η δε Σόνια Γιόντσεβα ξεκίνησε προσφάτως διαγωνισμό από τον δικό της λογαριασμό στο Facebook, καλώντας τους βούλγαρους σχεδιαστές να επιμεληθούν τις τουαλέτες που θα φορέσει στην κοινή εμφάνισή της με τον Πλάθιντο Ντομίνγκο το καλοκαίρι στη Σόφια. Στόχος, όπως γράφει η ίδια, «είναι να βοηθήσω τους ταλαντούχους βούλγαρους δημιουργούς να παρουσιάσουν τις δεξιότητές τους στο ευρύ κοινό». Δεδομένου ότι, στις ημέρες μας, μια διεθνής καριέρα εκτός από το όποιο ταλέντο απαιτεί και έξυπνο μάρκετινγκ, η διάσημη υψίφωνος έχει ως φαίνεται καταλάβει απόλυτα πώς παίζεται το παιχνίδι.

