Η κυρία Σταματία Χατζηγιαννάκη θυμάται τη μεγάλη πλημμύρα του 1960. «Εγώ τότε έμενα Μαρωνείας μαζί με τη μάνα μου και τα αδέλφια μου» διηγείται. «Hμουν 20 χρονών κοπελίτσα. Ηταν Κυριακή βράδυ κι όλη μέρα έβρεχε. Η μάνα μου και οι γειτόνισσες είχαν πάει στη Μητρόπολη στο κήρυγμα του Δέσποτα. Βγαίνουν να πάνε σπίτι και τους λένε ότι η Μαρωνείας πλημμύρισε. Πήγαν τότε στον κινηματογράφο Αστέρια και έμειναν εκεί τη νύχτα» συνεχίζει. «Γύρω στις 9 άρχισε να βρέχει πολύ. Τότε ήρθε ο αδελφός μου στο σπίτι. Είχε τόσο πολύ νερό που με τον αδελφό μου φοβηθήκαμε και ανεβήκαμε στη συκιά που είχαμε στην αυλή. Δεν σταματούσε να βρέχει. Ανοίγει τότε η γειτόνισσα από δίπλα το παράθυρο και πηδάμε τον τοίχο ανάμεσα στα σπίτια και μπαίνουμε σπίτι της. Το σπίτι της ήταν ψηλό κι όλη η γειτονιά είχε μαζευτεί εκεί. Ηταν η κυρία Δάφνη με τα τρία της παιδιά. Ο άντρας της είχε παγιδευτεί στον φούρνο. Ηταν η Αϊσέ, η γιαγιά, με τον Αμέτ τον παππού, την κόρη της με τον άντρα της και τα τρία της παιδιά, τον Μαμέρ, το Ρετζέπ και τον Ισμαήλ. Ηταν κι άλλοι που δεν τους θυμάμαι.

Κάποια στιγμή ακούμε έναν θόρυβο. Κοιτάμε έξω και τι να δούμε! Είχε πέσει ο στύλος της ΔΕΗ. Ετσι που έπεσε τα νερά παγιδευτήκαν και ο δρόμος φούσκωνε. Είχε τόσο πολύ νερό που ο αδελφός μου πήγε κολυμπώντας απέναντι να βρει τον γείτονά μας γιατί ανησυχούσε. Ηρθαν πίσω και οι δυο κολυμπώντας. Ξημερώματα ακούμε ξανά έναν θόρυβο. Βγαίνουμε έξω και τι να δούμε! Το σπίτι μας έπεσε! Το σπίτι μας ήταν παλιό, οθωμανικό, με υπόγειο. Το υπόγειο γέμισε νερό και το σπίτι παρασύρθηκε από το ρέμα!

Οταν πια ξημέρωσε, ήρθε η μάνα μου. Οταν είδε το σπίτι μας, λιποθύμησε! Οταν βλέπω τώρα πλημμύρες και καταστροφές στην τηλεόραση, θέλω να κλαίω. Τόσο πολύ λυπάμαι τον κοσμάκη…».