Η λάτιν ψυχή της Ρένας Μόρφη
Η δημοφιλής τραγουδίστρια μιλάει στο «Βήμα» για τη συνεργασία της με το κορυφαίο μεξικανικό συγκρότημα Los Angeles Azules, τα μαθήματα που έχει πάρει από το «Μουσικό Κουτί» και το κόστος της πανδημίας
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που η Ρένα Μόρφη μάς παρουσίασε το ιδιαιτέρως εντυπωσιακό βιντεοκλίπ για το τραγούδι «Μέχρι το πρωί», μια ελληνική διασκευή της μεγάλης επιτυχίας «Mis Sentimientos» των Los Αngeles Azules. Ακόμη πιο εντυπωσιακό ωστόσο είναι το γεγονός ότι η δημοφιλής τραγουδίστρια συνέπραξε επί της ουσίας με το κορυφαίο μεξικανικό συγκρότημα. Η ίδια περιγράφει το παρασκήνιο της συνεργασίας ως εξής: «Οι Los Angeles Azules είναι αυτή τη στιγμή το νούμερο ένα συγκρότημα στο Μεξικό – και στην Κεντρική Αμερική γενικότερα – και ασχολούνται κατά βάση με την cumbia, έναν παραδοσιακό ρυθμό με τεράστια απήχηση σε αυτές τις χώρες. Τυχαία μέσω του Spotify τους έμαθα: ήμουν στην Ισλανδία, έψαχνα μεξικανικά τραγούδια για να νιώσω ζεστασιά και το συγκεκριμένο κομμάτι μού έκανε εντύπωση. Μου φάνηκε πολύ προχωρημένο, στη μελωδία του, στη δομή του και στο πώς παιζόταν. Αυτή ήταν η αφορμή να εντρυφήσω στη μουσική τους, αποφάσισα να έρθω σε επαφή μαζί τους, να τους δείξω δική μου δουλειά, διότι μόλις είχα κυκλοφορήσει το «Θ’ ανέβω να σε βρω» με τον Μάρκο Κούμαρη, που είναι μια ελληνική cumbia. Νομίζω ότι κάποιοι λάτιν ρυθμοί, διαχρονικά, από την εποχή του Χιώτη μέχρι σήμερα, ταιριάζουν απόλυτα με τη διάθεσή μας ως λαού και με το κλίμα του τόπου μας. Σκέφτηκα ότι θα ήταν ωραίο να βάλουμε ελληνικούς στίχους και σε ένα τέτοιο τραγούδι. Ανταποκρίθηκαν με μεγάλη θέρμη και με τίμησε πολύ αυτό. Μου έστειλαν το ορχηστρικό, έπαιξαν οι ίδιοι δηλαδή, πρόκειται για κανονική σύμπραξη. Υπάρχει η σκέψη και η ελπίδα να συνεχίσουμε να συνεργαζόμαστε. Εύχομαι να έχω κι άλλες ιδέες να τους προτείνω. Εχω βέβαια έρθει σε επαφή και με άλλα συγκροτήματα. Εχω ηχογραφήσει ένα τραγούδι που δεν έχει κυκλοφορήσει ακόμη στην Αβάνα της Κούβας, με ντόπιους μουσικούς, κι εκεί έμαθα πολλά και γνώρισα σημαντικούς καλλιτέχνες».
Η αγάπη για τη λάτιν μουσική
Η Ρένα πάντως παρακολουθεί εδώ και χρόνια τη λάτιν μουσική κουλτούρα, πολύ προτού το «Despacito» ανοίξει διάπλατα την πόρτα για τη διεθνή κυριαρχία της ισπανόφωνης ποπ. «Μιλάμε πράγματι για μια σκηνή που έχει κατακτήσει τον κόσμο και αισθάνομαι προσωπικά μια μικρή ικανοποίηση γιατί δεν καβάλησα απλώς ένα κύμα που ήταν της μόδας. Βασίστηκα στην αγάπη που είχα από πάντα για το λαϊκό τραγούδι, όχι μόνο το ελληνικό αλλά και αυτών των μακρινών χωρών, για καλλιτέχνες όπως η Eydie Gormé και οι Trio Los Panchos, ωστόσο δεν έχω μείνει σε αυτή τη ρετρολαγνεία των διασκευών. Εβλεπα πώς εξελισσόταν και είδα ότι τραγούδια σε μια γλώσσα που τη μιλούν εκατομμύρια άνθρωποι αλλά δεν είναι τα αγγλικά μπορούν να ακουστούν σε όλη την υφήλιο». Στις εμφανίσεις που έκανε πριν το lockdown τραγουδούσε μάλιστα ακόμη και το εθιστικό «Χ (EQUIS)» των Nicky Jam και J Balvin: «Τον J Balvin ειδικά τον λατρεύω, το άλμπουμ του «Colores» είναι καταπληκτικό. Δεν είναι τυχαίο το ότι βρίσκεται στην κορυφή. Υπάρχουν και άλλα ενδιαφέροντα ονόματα όπως ο Bad Bunny από το Πόρτο Ρίκο, ο οποίος ραπάρει με έναν πολύ ιδιαίτερο, πολύ γοητευτικό τρόπο». Της εξομολογούμαι πως μία από τις δικές μου αγαπημένες τραγουδίστριες είναι η Μεξικανή Νατάλια Λαφουρκάδε. «Εχει συνεργαστεί με τους Los Αngeles Azules στο αριστούργημα «Nunca es suficiente», ένα φανταστικό τραγούδι, πάρα πολύ συγκινητικό» μου απαντά και συμπληρώνω γραπτώς πως το συγκεκριμένο βιντεοκλίπ έχει συγκεντρώσει στο YouTube περισσότερα από 1,2 δισεκατομμύρια views.
Η παρουσία στο «Μουσικό Κουτί»
Η καλλίφωνη Βολιώτισσα έχει ξεχωρίσει εφέτος και χάρη στη σαγηνευτική της παρουσία στην επιτυχημένη εκπομπή «Μουσικό Κουτί» με κεντρικό παρουσιαστή τον Νίκο Πορτοκάλογλου. «Εχω μάθει πάρα πολλά» σχολιάζει σχετικά. Τη ρωτάω ποια στιγμή από τα γυρίσματα θα της μείνει αξέχαστη. «Μου είναι δύσκολο να επιλέξω. Είχα τη χαρά να τραγουδήσω με τον Λάκη Παπαδόπουλο, τον Μανώλη Μητσιά, τη Σαβίνα Γιαννάτου, την Αλκηστη Πρωτοψάλτη, τον Μάριο Φραγκούλη, αλλά και με νεότερους όπως η Ελεωνόρα Ζουγανέλη, ο Χρήστος Μάστορας και τόσοι ακόμη. Η ιστορία του καθενός, οι δεξιότητες, το ταλέντο, ο χαρακτήρας του, όλα με κάνουν κάθε φορά να νιώθω και λίγο πιο πλήρης. Είναι σαν να κάθεται στον καναπέ το ελληνικό τραγούδι και να του κάνουμε ψυχογράφημα». Την επιπλέον αναγνωρισιμότητα την έχει εισπράξει κάπως; «Για να είμαι ειλικρινής με αγχώνει και λίγο διότι δεν έχουμε τη δυνατότητα να δούμε πώς μεταφράζεται αυτό εμπράκτως στις συναυλίες – εκεί όπου ο κόσμος μάς γνωρίζει αληθινά, ουσιαστικά. Στην εκπομπή το κοινό βλέπει ένα μικρό κομμάτι της μουσικής μου προσωπικότητας, θα ήθελα ιδανικά να ακούει και τους δίσκους μου για να καταλαβαίνει ποια ακριβώς είμαι και είναι κρίμα που λόγω των συνθηκών δεν έχουμε τη δυνατότητα να κάνουμε συναυλίες ώστε να με δουν όσοι με γνώρισαν από την τηλεόραση ελεύθερη επάνω στη σκηνή. Οφείλω να πω βέβαια πως το «Μουσικό Κουτί» είναι μια ιδέα του Νίκου Πορτοκάλογλου, ένα δικό του εγχείρημα και είμαι πάρα πολύ τυχερή και χαρούμενη που μου έχει δώσει την ευκαιρία να μαθητεύσω στο πλευρό του. Παραμείναμε δημιουργικοί σε ένα διάστημα που πολλοί συνάδελφοί μας βρέθηκαν σε πολύ δυσμενή θέση. Αυτή η πολιτιστική αδράνεια έχει βαρύ κόστος». Η καραντίνα δυστυχώς ανέκοψε επίσης τη φόρα της δεύτερης δισκογραφικής της δουλειάς, «κάτι που μου στοίχισε ψυχολογικά, γιατί αισθάνομαι ότι η «Σάμπα Τσικίτα» ήταν ένα μεγάλο βήμα στη δική μου εξέλιξη, μια ολοκληρωμένη δουλειά ηχογραφημένη ζωντανά, που σε κάθε τραγούδι μπορείς να ακούσεις την ψυχή και τη δεξιοτεχνία των συντελεστών της. Το αντιμετωπίζω βέβαια σαν να έχει παγώσει ο χρόνος και όταν μου δοθεί η ευκαιρία θα παρουσιάσω το άλμπουμ στο κοινό σαν να είχε κυκλοφορήσει χθες».

