«Η επόμενη μέρα ανήκει στην έκπληξη»
Η καταξιωμένη συγγραφέας και καθηγήτρια Ψυχολογίας μιλάει για την παράξενη, νέα ηρωίδα της και το ταξίδι της γραφής στην εποχή της νόσου COVID-19
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Το γουργουρητό του γάτου της, του Φρυσία, ακούγεται ανεπαίσθητα από το βάθος του δωματίου. «Δεν είναι πάντα τόσο κοινωνικός» σημειώνει με εκείνη την εύθραυστη, πλούσια σε χρωματισμούς φωνή της. Αφορμή για τη συνάντησή μας είναι η έκδοση του νέου της βιβλίου Οι παράξενες ιστορίες της κυρίας Φι. Η Φωτεινή Τσαλίκογλου αυτή τη φορά έπλασε τη μυστηριώδη κυρία Φι και μας τη συστήνει μέσα από 50 συν μία καλειδοσκοπικές ιστορίες. Την κυρία Φι που ενδίδει στο απροσδόκητο, που μοιάζει να κατέχει ολόκληρη τη σοφία του κόσμου, που κατανοεί την ανθρώπινη αδυναμία και ασπάζεται τα λόγια του Πασκάλ: «Μα δεν υπάρχει κανένας σοβαρός λόγος να μην πιστεύει ένας άνθρωπος στο θαύμα».
Κυρία Τσαλίκογλου, πώς γεννήθηκε αυτό το νέο βιβλίο; Υπήρξε κάποια αφορμή;
«Η αληθινή ιστορία της νεαρής Νάλιας από την Ινδία που εξαφανίστηκε από το σπίτι με τον σύντροφο της. Τρεις μέρες αργότερα μέσα σε ένα σακί βρέθηκε η σορός μιας κοπέλας με αλλοιωμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου της. Οι γονείς πίστεψαν πως ήταν η Νάλια, πως τη στραγγάλισε ο νεαρός φίλος της. Προχώρησαν με συντριβή στην αποτέφρωσή της. Μόνο που την επόμενη μέρα εκείνη επέστρεψε σπίτι αγκαλιά με τον φίλο της. Οι γονείς είχαν θρηνήσει ένα άγνωστο κορίτσι. Η απροσδόκητη αυτή ιστορία ήταν η σπίθα που γέννησε την κυρία Φι. «Μη βιάζεστε να βγάλετε συμπεράσματα» και «μην εμπιστεύεστε τα αλλοιωμένα χαρακτηριστικά ενός προσώπου που σας θυμίζει ένα άλλο πρόσωπο» σχολίασε η κυρία Φι. Η ματιά της στα πράγματα είναι λοξή. Με ειρωνεία και αστείρευτη συμπόνια προσεγγίζει τον κόσμο και φροντίζει τον γιο της που πάσχει από παρατεταμένη θλίψη. «Μη χάνεις το κουράγιο σου» του λέει. «Tα εξαφανισμένα κορίτσια κάποτε επιστρέφουν. Το θέμα είναι τι γίνεται με τα άλλα, εκείνα που λόγω βιασύνης σπεύσαμε να θρηνήσουμε». Μεταπλάθει τα γεγονότα της ζωής σε μια άλλη, πέραν του πραγματικού, πραγματικότητα».
Η νόσος, η πάθηση, η μοναξιά, οι μεγάλες απώλειες, η αμφισβήτηση της επιστήμης, η ισότητα των φύλων και η αυτοχειρία, οι τετράποδοι φίλοι και η προδοσία είναι μερικά μόνο από τα θέματα που διατρέχουν τις μόλις 151 σελίδες του βιβλίου σας. Σας ενδιέφερε η συμπύκνωση;
«H συμπύκνωση είναι ένα μεγάλο στοίχημα. Δοκίμασα, για πρώτη νομίζω φορά, χωρίς περιστροφές και δισταγμούς, να οδηγήσω σαν ένα βέλος τη γραφή μου στην καρδιά των πραγμάτων. Η κυρία Φι με έκανε να συναντηθώ με μια καταγωγή. Με το μικρό μικρό του ανθρώπου όταν ξεκινά το ταξίδι του στη ζωή. Τόσο μικρό και ταυτόχρονα τόσο ανοιχτό στις αισθήσεις, στις μυρωδιές, στις προλεκτικές αλήθειες του κόσμου».
Βρίσκεται το βιβλίο σας σε έναν δημιουργικό διάλογο με τις «Ιστορίες του κυρίου Κόυνερ» του Μπέρτολτ Μπρεχτ, όπως έχει ειπωθεί;
«Είναι κάτι που έχει ειπωθεί για το βιβλίο από υποψιασμένους αναγνώστες του. Το βιβλίο ανήκει στους αναγνώστες του. Στη δική τους ματιά. Δεν είχα τον Μπρεχτ πάντως στον νου μου, τουλάχιστον συνειδητά. Ενα μεγάλο κομμάτι όσων γράφουμε ανήκει στο ασυνείδητο. Ο Μπρεχτ, από την εφηβική μου ηλικία, μαζί με τη «Μεταμόρφωση» του Κάφκα ήταν το ξάφνιασμα, το παραξένεμα που με έμπασε στην αγάπη της ανάγνωσης. Κατάλαβα από νωρίς ότι τίποτα δεν είναι αυτό που φαίνεται, αλλιώς ο κόσμος θα ήταν πολύ φτωχός».
Το δίπολο μητέρας – παιδιού κυριαρχεί στο βιβλίο. Η παιδική ηλικία μάς καθορίζει;
«Η πατρίδα μας είναι η παιδική μας ηλικία. Μεγαλώνοντας μέσα στα όνειρα, στα βιβλία, στους έρωτές μας, θα ταξιδέψουμε στον επινοημένο γενέθλιο τόπο μας. Θα είναι ο πιο αληθινός τόπος που επισκεφθήκαμε ποτέ».
Πρόσφατα επανεκδόθηκε από τις εκδόσεις Καστανιώτη το βιβλίο σας «Μήπως;» που περιείχε τις συζητήσεις σας με τη Μαργαρίτα Καραπάνου, κόρη της επίσης συγγραφέως Μαργαρίτας Λυμπεράκη. Αν δεν κάνω λάθος και μία ιστορία της κυρίας Φι είναι αφιερωμένη σε εκείνη…
«Εν τέλει κατάφερα, με την άδεια της κυρίας Φι, να έλθω σε επαφή με νέες εκδοχές για το καλό και το κακό και να ξαναγράψω αλλιώς την ιστορία της Μαργαρίτας. Ναι, η Ρίτα μαμά σε όλη της τη ζωή μοιάζει να νοιάζεται πιο πολύ για τον εαυτό της, παρά για την κόρη της. Ομως στην πραγματικότητα προετοιμάζει την κόρη της για το δώρο ενός αμέριμνου πένθους. Η κόρη της δεν θα έχει να θρηνήσει μια δοτική, σπλαχνική μητέρα-θυσία, πράγμα που θα έκανε το πένθος αβίωτο. Η Μαργαρίτα θα δώσει τον τελευταίο ασπασμό σε μια εγωκεντρική μητέρα, κερδίζοντας έτσι ένα ανάλαφρο σαν φτερό πένθος. Ο Ιούδας είναι ο πιο πιστός μαθητής του Χριστού, αν ακούσουμε τον Μπόρχες. Παίρνει επάνω του όλο το βάρος της προδοσίας. Δεν διεκδικεί κανέναν όμορφο ρόλο για την υστεροφημία του. Η απόλυτα ανιδιοτελής πράξη».
Αλήθεια, η σχέση σας με τη γραφή πώς ξεκινά;
«Με έναν θάνατο στην εφηβεία μου».
Τι χρειάζεστε για να γράψετε;
«Τη λύπη για κάτι που έχει χαθεί. Την ψευδαίσθηση ότι με κάθε πρόσωπο, με κάθε λέξη που πλάθεις ανασταίνεις μια απουσία».
Διαβάζετε ποτέ τα παλιά σας βιβλία;
«Οχι. Για να μη συναντηθώ με τις ατέλειές τους και θελήσω να τα γράψω ξανά από την αρχή. Μακάρι να είχαμε πολλές ζωές».
Αλήθεια, αυτές τις ημέρες της υποχρεωτικής καραντίνας καταφύγατε στη γραφή;
«Ανταλλάσσω σχεδόν κάθε μέρα με μια καλή μου φίλη γράμματα διαδικτυακά. Μοιραζόμαστε σκέψεις, εικόνες, μυρωδιές, παλιές φωτογραφίες. Είναι ένα πείραμα. Θα δούμε πού θα μας βγάλει. Γι’ αυτό και δεν λέω περισσότερα».
Η κυρία Φι πώς θα αντιμετώπιζε αυτή την κατάσταση;
«Με ειρωνεία, χιούμορ και ευλάβεια. Τελευταία ανακάλυψα κάτι ακόμα για την κυρία Φι. Η έλλειψη δεν τη λυγίζει. Αυτό που δεν υπάρχει δεν την καταβάλλει. Το μυστικό της είναι η καταφυγή της σε μια μικρή λέξη. Στη λέξη «ακόμα». Ετσι, αυτό που δεν υπάρχει μεταμορφώνεται σε «αυτό που δεν υπάρχει ακόμα»».
Η εμπειρία της πανδημίας θα μας αλλάξει;
«Κάποιοι ισχυρίζονται ότι θα γίνουμε καλύτεροι και μια καινούργια κανονικότητα θα ανατείλει. Λυπάμαι που δεν ενδίδω στην καλοσύνη τέτοιων προβλέψεων. Το ίδιο είναι πανίσχυρο και ευφάνταστο. Αγαπά τις μεταμφιέσεις. Οσο πιο πολύ αλλάζει όμως τόσο παραμένει ίδιο. Τα πάντα θα κάνει, ώστε να συνεχίσει την ηγεμονία του. Αν θα το καταφέρει, δεν το γνωρίζω. Η επόμενη μέρα ανήκει στην έκπληξη».

