Η ενότητα στη διαφορά
Μια σειρά ετερογενών ιστοριών για τη μοναξιά, την εργασιακή ανασφάλεια και την ταυτότητα που έχουν γραφτεί η καθεμία στη δική της κλίμακα
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Μετά το βιβλίο του Ευρωκομμουνισμός. Από την κομμουνιστική στην ευρωπαϊκή Αριστερά (2015) και τη συμμετοχή του σε συλλογικούς τόμους με θέματα πολιτικής επιστήμης, ο Γιάννης Μπαλαμπανίδης επανακάμπτει στον δημόσιο λόγο με μια συλλογή διηγημάτων, που σηματοδοτεί και την πρώτη λογοτεχνική του εμφάνιση. Γεννημένος στη Θεσσαλονίκη το 1980, ο Μπαλαμπανίδης ανήκει σε μια γενιά η οποία ήρθε στον κόσμο από τα τέλη της δεκαετίας του 1970 μέχρι και τις αρχές της δεκαετίας του 1980, ονομάστηκε Generation X και έχει ως απαραγνώριστο γνώρισμά της την αναφορά στις πιο διαφορετικές «ετικέτες»: από τη διεθνοποίηση και την ανοδική φορά της ατομικής ανεξαρτησίας στο οικονομικό ή στο οικογενειακό επίπεδο μέχρι την πρώιμη εμπλοκή με τους υπολογιστές και το Διαδίκτυο, την εξάπλωση της ανεργίας και των εργασιακών κρίσεων, τον συνδυασμό της νωθρότητας με τη μοναχικότητα και τη μελαγχολία και τη βασανιστική αναζήτηση της ταυτότητας και του ανήκειν. Τα ίδια ισχύουν σε έναν βαθμό και για τα παιδιά της γενιάς της χιλιετίας, για τους κατιόντες της Generation X, αλλά ας μην πάμε τόσο μακριά.
Αναφέρθηκα διά μακρών στα κοινωνιολογικά χαρακτηριστικά της γενιάς του Μπαλαμπανίδη γιατί τα βρίσκουμε διάχυτα και στη λογοτεχνία του, ως αναλογικές αποκρυσταλλώσεις, αν μπορώ να το πω έτσι, της επιστημονικής του σκέψης (η κριτική έχει συσχετίσει τα πεζά του με αμφότερες τις προρρηθείσες γενιές). Με τοπία που καλύπτουν ολόκληρο τον πλανήτη (από την Πενσιλβάνια και τη Βόρεια Θάλασσα ως τη Μεσόγειο και την Ιαπωνία), ο συγγραφέας πλέκει σε αργό και επίμονο ρυθμό, σε ρυθμό largo κατά τη μουσική υπόδειξη του τίτλου του βιβλίου του, μια σειρά ετερογενών ιστοριών, οι οποίες έχουν γραφθεί η καθεμία στη δική της κλίμακα: ιστορίες που επιζητούν, όπως και η γενιά του συγγραφέα, την ενότητα μέσα στη διαφορά.
Γυναικείες μορφές με φόντο ένα πηλιορείτικο τοπίο, μαρμαρωμένοι κάτοικοι μιας πολίχνης των Τρικάλων, παιδικές αναμνήσεις από τη Σκιώνη της Χαλκιδικής, γραφειοκράτες και άνθρωποι χωρίς ιδιότητες εν Ελλάδι και αλλού, αθηναϊκές στοές, ρωσίδες πιανίστες με παλαιικούς τρόπους, γερασμένοι ντετέκτιβ που συμφωνούν για το πώς θα συγκαλύψουν τα ευρήματά τους, ερωτικές συνευρέσεις στα Highlands της Σκωτίας, χρονικά μετανάστευσης, πνιγμών, χαμένων εργατοωρών και οδυνηρών οικογενειακών περιπετειών, αναδιάρθρωση εργασίας και αποσάθρωση σωμάτων και ψυχών σε εταιρείες και εργοστάσια στις ΗΠΑ, γεροναυτικοί ενόσω οραματίζονται νησιά και ακτές που βυθίζονται σε θάλασσες της υδρογείου και Ροβινσώνες που συγχέουν το πρόσωπο μάνας και κόρης σε μια απομονωμένη μεσογειακή ακρογιαλιά.
Τα διηγήματα του Μπαλαμπανίδη δίνουν προτεραιότητα στον χρόνο και στη μνήμη, προβάλλουν τον έρωτα, τη μοναξιά και τον θάνατο, θρηνούν για τις απώλειες που επιφέρουν στο υλικό αλλά και στο ψυχικό πεδίο οι εργασιακές μεταβολές και την ίδια ώρα συνομιλούν με ποικίλα λογοτεχνικά είδη και αναπτύσσουν διάφορες γλώσσες (το αισθητικό γούστο της γενιάς του): από τη μια πλευρά η επιστημονική φαντασία, το φανταστικό, το νουάρ, το παράδοξο και η παρωδία και από την άλλη μεριά μικρά ή μεγαλύτερα (πάντοτε, όμως, πυκνά) κράματα ρεαλισμού, παραμυθητικής αφήγησης και μαγικού ρεαλισμού ή παραπομπές σε κόμικς και σε τηλεοπτικές σειρές, που αιφνιδίως στρέφουν το βλέμμα στη Γένεσι, στον Στράβωνα και στον Ρόμπερτ Μούζιλ.
Ανάμειξη, μεταγωγή και περιαγωγή ή περιφορά: μια διαρκής προσπάθεια για συνένωση και συστέγαση ενός υλικού που θα αποκτήσει την πλήρη σημασία του (σημασία μονίμως ασταθή και φυγόκεντρη) μόνο όταν αναγνωρίσουμε όχι τις διαφορές των συστατικών του, αλλά τη δύναμη της συγκολλητικής τους ουσίας. Αυτό είναι το φρέσκο πνεύμα των διηγημάτων του Μπαλαμπανίδη, που αναζητούν τη φρεσκάδα τους και πάλι όχι στην πατροπαράδοτη ακολουθία της διαδοχής και της αντικατάστασης του παλαιού από το καινούργιο, αλλά στην πλάγια (και άκρως τελεσφόρα) οδό της επινοητικής σύμπηξης.
{SYG}Γιάννης Μπαλαμπανίδης {SYG}{TIT}Largo{TIT}{EKD}Εκδόσεις Πόλις, 2020,σελ. 160, τιμή 14 ευρ{EKD}ώ

