Οσο και αν σύμφωνα με τον τίτλο της τηλεοπτικής εκπομπής της «Καλύτερα δεν γίνεται», η Ναταλία Γερμανού θεωρεί πως η προσπάθεια για τη βελτίωση του ψυχαγωγικού προϊόντος που και η ίδια παρέχει, πρέπει να είναι διαρκής. Γιατί «η ψυχαγωγία είναι με έναν τρόπο λειτούργημα, και θα εξηγήσω τι εννοώ για να μην πέσουν να με φάνε. Η ψυχαγωγική εκπομπή οφείλει να κάνει κάτι πολύ σοβαρό και ουσιαστικό: Να διασκεδάσει τον τηλεθεατή, να τον κάνει για 2-3 ώρες να ξεχάσει τα προβλήματά του, να ησυχάσει, να χαλαρώσει, να ξεκουραστεί. Αν η ψυχαγωγία γίνεται σωστά είναι εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση. Αυτός όμως πρέπει να είναι ο σκοπός».
Ο οποίος σκοπός σήμερα επιτελείται;
«Πώς; Κουτσομπολεύοντας τις άλλες εκπομπές και αναπαράγοντας τους τσακωμούς των επωνύμων; Χωρίς να ευλογώ τα γένια μας, θέλω να πιστεύω πως η δική μας εκπομπή στον Alpha δεν αρκείται στην κλειδαρότρυπα. Κάνουμε μια αξιοπρεπή προσπάθεια, προσθέτοντας στο lifestyle διάφορα ενδιαφέροντα θέματα. Πάντως, και δεν θα αρέσει σε πολλούς αυτό που θα πω, φοβάμαι πως τα τελευταία χρόνια η ελληνική τηλεόραση με αυτά που παρουσιάζει έχει σε μεγάλο βαθμό σταματήσει να ψυχαγωγεί. Κυρίως αναπαράγει τις διαφωνίες και τους τσακωμούς των celebrities, αυτά που κάνει το ένα μπαλκόνι με το άλλο, προς τέρψιν των τηλεθεατών»
Τελικά, όλο αυτό το κουτσομπολιό διασκεδάζει τους τηλεθεατές;
«Ασχολούμαι πολύ με τα social media, κυρίως με το Twitter. Εκεί μέσα βλέπω πως οι τηλεθεατές είναι διχασμένοι. Αλλοι σχολιάζουν με ενδιαφέρον γάμους, βαφτίσεις και διαζύγια και άλλοι αντιδρούν. Αναρωτιέμαι μήπως τα τελευταία δέκα με δεκαπέντε χρόνια εκπαιδεύσαμε τον κόσμο σε μια αρκετά ευτελή ψυχαγωγία».
Θα σας ενδιέφερε να κάνετε πιο σοβαρά ρεπορτάζ, να μην ασχολούσασταν αποκλειστικά με την ψυχαγωγία;
«Ο μπαμπάς μου με αποκαλούσε γελώντας «άνθρωπο του βαριετέ», καθώς είχε άλλα όνειρα για εμένα. Ηθελε να γίνω μια.. κανονική δημοσιογράφος με τα ρεπορτάζ μου και με τις συνεντεύξεις μου, και να μην ασχολούμαι μόνο με την ψυχαγωγία. Δεν του έδωσα αυτή τη χαρά».
Γιατί; Δεν σας ενδιέφεραν π.χ. η ερευνητική δημοσιογραφία ή το κοινωνικό ρεπορτάζ;
«Και τώρα αν μου πείτε να βγω από το στούντιο και να ακολουθήσω π.χ. τους νταλικέρηδες καταγράφοντας την καθημερινότητά τους, θα το κάνω με χαρά».
 
Γιατί δεν το κάνατε;
«Ενας από τους λόγους που λοξοδρόμησα από αυτά που ήθελαν (και πιθανώς ήθελα) για εμένα, ήταν πως δεν επιθυμούσα να μπω σε σύγκριση με τον πατέρα μου, γιατί τότε ήμουν χαμένη από χέρι».
 
Και αυτός όμως έκανε ψυχαγωγία.
«Ναι, και μάλιστα πολύ καλά, με το «Αλάτι και πιπέρι». Ομως, αν τον ρωτούσες τι ήταν, σου απαντούσε «είμαι συγγραφέας».  Αν έπρεπε να κρατήσει μια ιδιότητα κρατούσε εκείνη του γραφιά».
Είστε από τα λίγα παιδιά επωνύμων που δεν τα «κατάπιε» ο μύθος του γονιού και που έκανε δική του, αυτόνομη πορεία.  
«Γιατί κατάλαβα από την αρχή πως αν ο πατέρας μου ήταν μιας Rolls-Royce που ανέβαινε την Κηφισίας με τα χίλια, εγώ ήμουν ένα Autobianchi που πάντα θα αγκομαχούσε πίσω του. Είπα «δεν με παίρνει να τον ακολουθήσω, ας πάρω τον παράδρομο». Ετσι, από τον παράδρομο έκανα τη δική μου διαδρομή».
Το Mega ήταν μια από τις στάσεις σας σε αυτή τη διαδρομή. Γράφτηκαν πολλά αυτές τις μέρες για το «μαύρο». Εσείς πώς αντιδράσατε;
«Δάκρυσα. Θυμήθηκα τα νιάτα μου. Πόσο ευτυχισμένη ήμουν με τις 2 καμερούλες μου και με τον Κώστα Καπετανίδη, που δεν είχαμε κανένα άγχος για την τηλεθέαση… Τι ωραία που περνούσαμε το ’93 και το ’95. Αυτά νοστάλγησα, και ένιωσα απέραντο θυμό για όλους όσοι ευθύνονται για το τέλος του».
Φόρεσαν πολλοί πλερέζες θρηνώντας αυτό το τέλος.   
«Οι πλερέζες ήταν δύο ειδών. Οσοι ψυχαγωγήθηκαν από το Mega – εκείνοι που επειδή εξακολουθούσαν να βλέπουν τις επαναλήψεις του βοήθησαν το κανάλι να πέσει με το κεφάλι ψηλά – ήταν ειλικρινείς. Πράγματι στεναχωρήθηκαν. Θα μου επιτρέψετε όμως να μην πιστέψω πως στενοχωρήθηκαν και τα άλλα κανάλια. Πώς θα μπορούσαν, σε ένα τόσο ανταγωνιστικό περιβάλλον;».
Μιας και έφτασε η κουβέντα στον ανταγωνισμό, πώς τα πάτε με τις θεαματικότητες;
«Μεγάλα κανάλια, μεγάλες φουρτούνες. Τα τέσσερα χρόνια που εργάστηκα στο «Ε» ήμουν πιο ήσυχη και άνετη. Το μόνο που χρειαζόταν ήταν να κάνω συμπαθητικά νούμερα και να πουλάω σωστά τα προϊόντα του telemarketing. Τώρα, η ευθύνη και το άγχος είναι πολύ μεγαλύτερα».
Ολα αυτά τα χρόνια που σας παρακολουθώ μου δίνετε την εντύπωση περισσότερο ανθρώπου που κάνει μια δουλειά επειδή του την πρότειναν, παρά εκείνου που την κάνει γιατί τη σκέφτηκε, την ήθελε και τη διεκδίκησε. Είστε πράγματι έτσι;
«Ναι. Ισως πάσχω από ευθυνοφοβία. Είναι ένα πολύ κακό ελάττωμα, ειδικά αν έχεις διανύσει τόσα χιλιόμετρα στην τηλεόραση. Πρέπει να τολμάς να παίρνεις την ευθύνη πάνω σου, με κίνδυνο να φας τα μούτρα σου. Ε, και τι έγινε; Η αλήθεια είναι πως το «Η Γερμανού ξανάρχεται» στον AΝΤ1 ήταν δική μου πρόταση. Επρόκειτο για μια εκπομπή που ενώ την έστησε το κανάλι άψογα, φτιάχνοντας το τέλειο πλατό, βρίσκοντας τον ιδανικό σκηνοθέτη και οργανώνοντας γύρω μου την πιο άξια ομάδα, τελικά βγήκα και δεν ήμουν εγώ καλή! Μαζεύτηκα πάλι στο καβούκι μου και είπα «ας κάνω αυτά που μου λένε». Ισως με μπλόκαρε ο φόβος. Ομως, πιστεύω πως στο μέλλον θα κάνω και κάποια πράγματα που έχω στο μυαλό μου».
Στίχους εξακολουθείτε να γράφετε;
«Τα έχω βρει λίγο σκούρα τελευταία. Ολο και κάτι σκαρώνω, όμως η δισκογραφία βρίσκεται σε τέλμα. Ποιος θα πει τα τραγούδια, ποιος θα ασχοληθεί με την κυκλοφορία του CD…».
Κάνετε και ραδιόφωνο, εδώ και 20 χρόνια είστε στον Sfera. Το προτιμάτε από την τηλεόραση;
«Δεν μπορείς να βιοποριστείς πια από το ραδιόφωνο. Επιλέγω όμως την τηλεόραση κυρίως επειδή το τηλεοπτικό όνειρό μου δεν το έχω ολοκληρώσει. Αν και είναι ένα ανθρωποφάγο μέσο. Στο ραδιόφωνο είμαι πιο χαλαρά, αφού κανένας δεν ασχολείται με την εμφάνισή μου. Η τηλεόραση σε εκθέτει μέσα από έναν μεγεθυντικό φακό».
Αυτό θα πρέπει να είναι πολύ αγχωτικό. Πώς διαχειρίζεστε την έκθεση;
«Υπάρχουν δύο δρόμοι: Ή αποφασίζεις «θα ζυγίζω 100 κιλά, θα έχω 150 ατέλειες αλλά αυτή είμαι», ή προσέχεις τον εαυτό σου. Επειδή εγώ δεν είμαι πιτσιρίκα ώστε να πω «αυτή είμαι» αποφάσισα να φροντίζω την εικόνα μου. Πρέπει, λοιπόν, να είμαι καλά βαμμένη, να έχω δυνατά φώτα, να προσέχω τη διατροφή μου, να γυμνάζομαι τέσσερις φορές την εβδομάδα. Ο χρόνος δεν μου κάνει χατίρια. Για να είναι φίλος μου πρέπει να τον καλοπιάνω. Αν και, όποιον δρόμο και αν ακολουθήσεις, θα βρεθούν εκείνοι που θα σ’ τα ψάλουν, αυτό είναι το μόνο σίγουρο. Τα ακούω λοιπόν κι εγώ μέσα από τα social media: «Πώς είσαι έτσι μποτοξαρισμένη!», «Πώς είναι έτσι τα χείλια σου!» και άλλα τέτοια ευγενικά. Δεν υπάρχει σωτηρία!».
 
Είστε τελικά ένας ευτυχισμένος άνθρωπος;
«Θα ήμουν αχάριστη αν έλεγα πως δεν είμαι!».