Ελομίδα Βισβίκη: «Η Ελλάδα δεν είναι απλώς ένας τόπος διακοπών»
Mια Ελληνίδα, από καταγωγή και από άποψη, σκοπεύει να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο ακούμε μουσική και θέλει να γίνει η χώρα μας ένα δυναμικό hub τεχνολογίας.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Βρίσκονται στην Ελλάδα τους τελευταίους τρεις µήνες, µε στόχο να µείνουν µόνιµα, όσο τουλάχιστον το επιτρέπει η «νοµαδική» ζωή τους. Η Ελληνίδα Ελοµίδα Βισβίκη και ο Δανός Λαρς Ράσµουσεν έχουν ιδρύσει τη δική τους µουσική εταιρεία Weav Music, η οποία έχει έδρα και δραστηριοποιείται στη Νέα Υόρκη και σκοπεύουν να αλλάξουν τον τρόπο που ακούµε µουσική, ιδίως όταν γυµναζόµαστε – ήδη έχουν βρει επενδυτές για να το πράξουν. Εκείνη έχει εργαστεί στον τραπεζικό τοµέα, στη διαφήµιση και έχει επιδοθεί σε εθελοντισµό που άπτεται θεµάτων υγείας. Εκείνος έφτιαξε το Google Maps, το πούλησε στην Google και άλλαξε για πάντα τον τρόπο µε τον οποίο βρίσκουµε τον δρόµο µας. Οσο µιλάµε µέσω zoom µε την ιδιαίτερα φωτεινή Ελοµίδα, θα εµφανιστεί στην οθόνη και ο πάντα χαµογελαστός Λαρς. Θα χαιρετήσει µε σπαστά ελληνικά, εξάλλου έχει αρχίσει εδώ και καιρό τα µαθήµατα. «Η ζωή µου θα είναι πολύ καλύτερη για εµένα µόλις µάθω τη γλώσσα» θα πει. Αν όλα πάνε καλά, αυτό θα συµβεί και σε όσους εµπλακούν στο ενδιαφέρον πρότζεκτ τους, το οποίο θέλουν να αναπτύξουν και επί ελληνικού εδάφους.
Σε τι ακριβώς συνίσταται αυτό το πρότζεκτ;
«Είναι ένα νέο format που προσφέρει τη δυνατότητα σε ένα ηχογραφηµένο τραγούδι να αλλάζει την ώρα που το ακούµε και να προσαρµόζεται αυτόµατα σε διάφορα biometrics, όπως οι κινήσεις του σώµατός µας, οι σφυγµοί της καρδιάς ή η αναπνοή µας. Παραδείγµατος χάριν, αν πάµε για τρέξιµο, το τέµπο της µουσικής συγχρονίζεται µε τον διασκελισµό του δροµέα – κάθε βήµα καταλήγει σε ένα beat της µουσικής. Σαν να ήταν ο καλλιτέχνης παρών και να προσάρµοζε την ενορχήστρωση του τραγουδιού του και να είναι τέλεια για αυτό που κάνουµε τη δεδοµένη στιγµή που το ακούµε. Με την adaptive music, όπως λέγεται η τεχνολογία που αναπτύσσουµε, ένα ηχογραφηµένο τραγούδι µπορεί να περιέχει περισσότερη πληροφορία, πολλές διασκευές που συνυπάρχουν σαν υλικό όλες µαζί. Και επειδή η τεχνολογία των smartphones ή άλλων connected devices είναι πλέον πολύ ανεπτυγµένη – µπορούν να µετρήσουν τον ρυθµό της καρδιάς µας ή τον διασκελισµό µας και να αντιλαµβάνονται σε πραγµατικό χρόνο τι κάνουµε – υπάρχει η δυνατότητα επί τόπου να µας δίνεται η µουσική µε τον καταλληλότερο ρυθµό για αυτό που κάνουµε».
Για τι τραγούδια µιλάµε;
«Για την ώρα, δουλεύουµε µε πολύ γνωστά τραγούδια, top hits καλλιτεχνών όπως οι Outkast, Clean Bandit, Shakira, Portugal. The Man, G-Easy, Flo Rida, Galantis, Camila Cabello, Lizzo, κ.ά. Εχουµε διασκευάσει γύρω στα 1.000 τραγούδια από καλλιτέχνες αυτού του επιπέδου. Τα πήραµε, συνεργαστήκαµε µε µουσικούς παραγωγούς και εφαρµόσαµε σε αυτά την τεχνολογία µας. Μετά ζητήσαµε από τις δισκογραφικές που έχουν τα δικαιώµατα να τα δείξουν στους καλλιτέχνες. Δεν ακούσαµε κανένα «όχι». Αντίθετα, λάβαµε πολύ ενθουσιώδη σχόλια και πλέον έχουµε πακέτα εκκαθάρισης δικαιωµάτων (blanket licenses) µε διεθνείς µουσικές εταιρείες που µας δίνουν τη δυνατότητα να µετατρέπουµε ένα τραγούδι σε adaptive µορφή χωρίς να χρειάζεται να ζητούµε ρητή έγκριση από κάθε δηµιουργό ξεχωριστά. Εννοείται, βέβαια, ότι ένας καλλιτέχνης µπορεί να µας ζητήσει να κάνουµε αλλαγές ή και να µη χρησιµοποιήσουµε καθόλου τη µουσική του. Είναι σηµαντικό πάντως να ξεκαθαρίσω ότι αυτή είναι µια µεταβατική φάση για την τεχνολογία µας. Στο µέλλον, και αυτό είναι το µεγάλο όραµα, θα είναι οι ίδιοι οι δηµιουργοί των τραγουδιών που θα λανσάρουν τα τραγούδια τους σε adaptive µορφή. Εµείς, για την ώρα, διευκολύνουµε την υιοθέτηση της τεχνολογίας µας δηµιουργώντας έναν ικανό αριθµό τραγουδιών προς χρήση από τους καταναλωτές. Αυτό θα φέρει επιπλέον έσοδα στους µουσικούς και συνεπώς κίνητρα για να ασχοληθούν προσωπικά».
Σε τι φάση βρίσκεται αυτή η τεχνολογία;
«Εχουµε αναπτύξει το core technology, καθώς και τα εργαλεία για τους µουσικούς παραγωγούς. Τώρα είµαστε σε διαπραγµατεύσεις µε µεγάλα fitness brands για να ενσωµατώσουν την τεχνολογία µας στα δικά τους προϊόντα προς τους καταναλωτές. Εχουµε επίσης δηµιουργήσει µια πρώτη εφαρµογή για τον καταναλωτή – η οποία δεν είναι τελικό προϊόν, αλλά ένα «δείγµα τού τι µπορεί να κάνει η τεχνολογία µας. Ξεκινήσαµε από τον χώρο του fitness γιατί η ανάγκη για µουσική που να προσαρµόζεται στην κίνησή µας είναι µεγάλη και είναι δύσκολο να επιτευχθεί µε τα σηµερινά µέσα. Οµως αυτή η τεχνολογία µπορεί να εφαρµοστεί και σε άλλους τοµείς, όπως στα βιντεοπαιχνίδια, στα social platforms, στον χώρο του ΑR/VR, στον χορό, στις διαφηµίσεις κ.α. Οπουδήποτε υπάρχει ανάγκη για το περιεχόµενο της µουσικής να συγχρονίζεται αυτόµατα στο context που θα την ακούσουµε».
Πώς γεννήθηκε αυτή η ιδέα;
«Από την αγάπη για τη µουσική. Θυµάµαι µια φορά άκουγα φίλους µουσικούς να κάνουν πρόβες για µια συναυλία. Αν δεν απατώµαι, ήταν οι µουσικοί της Ελλης Πασπαλά. Επαιζαν µια γνωστή µπαλάντα και ξαφνικά, στη µέση του τραγουδιού, άρχισαν να αλλάζουν τον ήχο και να το παίζουν µε µια πιο upbeat, τζαζ διασκευή. Η αλλαγή αυτή µε ξάφνιασε και µου άρεσε πάρα πολύ! Μου είπαν ότι στις ζωντανές εµφανίσεις συχνά παίζουν µε διαφορετικό τρόπο τα τραγούδια για να δώσουν κάτι καινούργιο στο κοινό. Αυτό εντυπώθηκε στο µυαλό µου. Καιρό αργότερα διάβασα µια έρευνα από το Πανεπιστήµιο Μπρουνέλ µε επικεφαλής τον δρα Κώστα Καραγιώργη που µιλούσε για το πώς όταν ο ρυθµός της µουσικής είναι συγχρονισµένος µε την κίνηση του σώµατος φέρνει µεγαλύτερες επιδόσεις στα σπορ χάρη στις ενδορφίνες που παράγονται στον εγκέφαλο. Αλλά πώς γίνεται ένα τραγούδι να αλλάζει αυτόµατα και να σε ακολουθεί στις κινήσεις σου; Εκεί είναι που έγινε το «κλικ» και είπα ότι αυτό θα έπρεπε να υπάρχει ως τεχνολογία. Να µπορούν οι καλλιτέχνες µέσα από ένα ηχογραφηµένο τραγούδι να κάνουν ό,τι θα έκαναν αν το έπαιζαν ζωντανά. Η µουσική θα έφτανε σε εµάς τέλεια για αυτό που κάνουµε τη δεδοµένη στιγµή».
Από την ιδέα πώς αποφασίσατε να περάσετε στην πράξη;
«Πρέπει να πω ότι είµαι απλώς πάρα πολύ τυχερή. Ετυχε να βρίσκοµαι σε ένα περιβάλλον πάρα πολύ έξυπνων ανθρώπων των οποίων η προδιάθεση ήταν όχι να παραπονιούνται για κάτι αλλά να βλέπουν πώς µπορούν να το κάνουν καλύτερο. Ο Λαρς έχει µονίµως αυτόν τον τρόπο να βλέπει τη ζωή. Οταν µου ήρθε η ιδέα ζούσαµε στην Αγγλία και η πρώτη αντίδρασή του ήταν: «Ελα να το δούµε αν γίνεται. Ελα να δούµε αν υπάρχει τέτοια τεχνολογία. Αλλιώς να τη φτιάξουµε». Το έβλεπα από τότε που ήταν στη Facebook και πιο πριν στην Google. Βρισκόταν σε έναν κόσµο όπου προσπαθείς µε κάθε τρόπο να αναδείξεις τη δηµιουργικότητα του εργαζοµένου, όχι να του πεις «έκανες λάθος». Το λάθος είναι αδιάφορο, είναι απλώς µια επιβεβαίωση ότι πρέπει να δεις αλλιώς ένα πρόβληµα. Αρχίσαµε λοιπόν να δουλεύουµε πάνω σε αυτή την ιδέα παράλληλα µε την κύρια εργασία µας. Για µεγάλο διάστηµα ήταν σε φάση επώασης, αλλά όσο πιο πολύ ασχολούµασταν τόσο πιο πολύ µας κέρδιζε. Στο τέλος του 2016, την περίοδο που γεννήθηκε και το µωρό µας, αποφασίσαµε να αφιερώσουµε όλον τον χρόνο µας σε αυτό».
Γιατί να έρθετε λοιπόν στην Ελλάδα;
«Γιατί η πανδηµία άλλαξε τα δεδοµένα της εργασιακής ζωής. Τώρα ξέρουµε ότι δεν χρειάζεται µεγάλοι αριθµοί ανθρώπων να µετακινούνται καθηµερινά για να δουλέψουν όλοι µαζί, στον ίδιο χώρο, την ίδια στιγµή. Βέβαια η πανδηµία ήταν η αφορµή για µια σκέψη που είχε ήδη αρχίσει να σχηµατοποιείται στο µυαλό µας. Δεν νοµίζω ότι υπάρχει Ελληνίδα ή Ελληνας που δεν θα γυρνούσε πίσω στη χώρα µας αν είχε εξασφαλισµένα τα προς το ζην. Γιατί είναι πάρα πολύ ωραία η Ελλάδα. Οι άνθρωποι είναι ζεστοί, υπάρχει φιλότιµο, επαφή και συναισθήµατα. Είναι ένα πολύ ωραίο περιβάλλον για να µεγαλώσεις τα παιδιά σου και να έχεις την οικογένειά σου. Πρέπει να πω ότι και ο Λαρς βοήθησε γιατί ήταν πολύ θετικός. Μου είπε: «Με όσους Ελληνες έχω δουλέψει ανά τον κόσµο ήταν όλοι τους εξαιρετικοί. Γιατί να µην πάµε να δηµιουργήσουµε κάτι αντίστοιχο µε αυτό που έχουµε στη Νέα Υόρκη στη χώρα σου;»».
Τι θέλετε ακριβώς να κάνετε εδώ;
«Θέλουµε ένα µεγάλο κοµµάτι της τεχνολογίας µας να αναπτύσσεται στην Ελλάδα µε έλληνες engineers αλλά και συνεργάτες από το εξωτερικό που θα έρθουν να δουλέψουν εδώ. Νοµίζω ότι είναι η καταλληλότερη περίοδος. Ολες οι χώρες του Νότου έχουν καταλάβει ότι αυτό είναι µία από τις ευκαιρίες που δηµιουργήθηκαν από τον κορωνοϊό και έχουν θεσπίσει ευνοϊκά µέτρα για να προσελκύσουν τους ψηφιακούς νοµάδες. Πιστεύω ότι αν δηµιουργήσουµε τις κατάλληλες υποδοµές, θα καταφέρουµε να γυρίσουν πολλοί αξιόλογοι νέοι άνθρωποι που έφυγαν από την Ελλάδα την περίοδο της κρίσης. Ισως πιο σηµαντικό ακόµα είναι να δηµιουργήσουµε ένα τεχνολογικό hub ώστε οι άνθρωποι να έρχονται και να ξαναέρχονται να δουλέψουν εδώ. Οπως γίνεται στη Σίλικον Βάλεϊ. Κανείς δεν πάει να ζήσει όλη τη ζωή του εκεί. Aλλά συχνά ξαναγυρνά εκεί».
Τι είδους υποδοµές δηλαδή;
«Υποδοµές που θα βοηθούν κάποιον να µπαίνει εύκολα µέσα στην ελληνική ζωή. Αν δεν είσαι Ελληνας, είναι πάρα πολύ δύσκολο να συνεννοηθείς, να µιλήσεις µε το Δηµόσιο… Είναι όλα φτιαγµένα από Ελληνες για Ελληνες και είναι µάλιστα δύσκολα και για τους ίδιους τους Ελληνες. Ας πούµε στην Εσθονία, αν είσαι ξένος σε συνοδεύει µια ηλεκτρονική ταυτότητα που σε βοηθά στις συναλλαγές σου µε τις διάφορες υπηρεσίες. Δεν είναι πολύ δύσκολο να γίνει αυτό. Το ίδιο πρέπει να γίνει για να µπορεί κάποιος να βρίσκει εύκολα ένα σπίτι, µια ασφάλεια ζωής. Ακόµα και µεγάλες ξένες ασφαλιστικές εταιρείες δεν έχουν τα έντυπά τους στα αγγλικά. Χρειάζεται να κάνουµε λίγη δουλειά ώστε να αντιληφθεί ο κόσµος ότι δεν είµαστε απλώς ένας τόπος διακοπών. Εάν δεν βοηθήσουµε τους ανθρώπους να καταλάβουν τη χώρα µας καλύτερα θα µείνουµε πίσω, και η τεχνολογία είναι ένας πολύ σηµαντικός αναπτυξιακός παράγοντας για να τον προσπεράσουµε».
Τι είπατε στην τηλεδιάσκεψη που είχατε εν µέσω καραντίνας µε τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη;
«Μας ρώτησε τι είναι εκείνο που θα χρειαζόµασταν. Εµείς ήµασταν στην Αµερική, είχαµε κάνει µια προεργασία για να έρθουµε εδώ, αλλά αν δεν ήµουν εγώ Ελληνίδα θα ήταν αδύνατον να το πράξουµε. Τα υπόλοιπα µέλη της οµάδας, ως µη Ελληνες, δεν θα είχαν βγάλει ποτέ άκρη. Το λέω µε πολλή αγάπη. Το ότι ήµουν Ελληνίδα και καταλάβαινα τι µπορώ να κάνω διευκόλυνε πολύ τα πράγµατα. Αυτό δεν θα έπρεπε να είναι έτσι».

