«Πάλι εδώ;». Με αυτή τη φράση, όπως διαβάσαμε προ ημερών στις εφημερίδες, υποδέχθηκε στη δεύτερη ακρόαση που είχε με τη νέα  πρωθυπουργό της Βρετανίας Λιζ Τρας ο επίσης νέος βασιλιάς Κάρολος, μη μπορώντας προφανώς να αποκρύψει την απορία του για το ότι δεν έχει ακόμη παραιτηθεί μετά την καταστροφική πολιτική που εξήγγειλε.

Μια πολιτική που έχει οδηγήσει τη χώρα σε ένα απίστευτο χάος, καθώς μάλιστα συμπληρώνονται δύο χρόνια από το περιώνυμο Brexit, που όχι μόνο δεν επανέφερε τα μεγαλεία της πρώην αυτοκρατορίας (όπως ισχυρίζονταν οι υποστηρικτές του) αλλά κατέστησε τη Βρετανία την ευρωπαϊκή χώρα με τα σοβαρότερα οικονομικά προβλήματα.

Λέτε να είχαν δίκιο οι κακές γλώσσες στο Λονδίνο που είχαν υποστηρίξει ότι η Ελισάβετ, που είχε ορκίσει έναν Ουίνστον Τσόρτσιλ, δεν άντεξε μετά τη συνάντηση που είχε με την Τρας, με τη γνωστή θλιβερή κατάληξη μία ημέρα μετά;

Υπερβολικές κακίες ίσως, αλλά είναι ενδεικτικό και αυτό του κλίματος που επικρατούσε πριν από την παραίτηση της Τρας. Σε μια περίοδο που η κρίση στις δυτικές κοινωνίες, κυρίως λόγω της ενεργειακής απειλής, αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο, κλονίζοντας ηγεσίες και κόμματα εξουσίας.

Ακόμη και ο άλλοτε πανίσχυρος Εμανουέλ Μακρόν στη Γαλλία βρίσκεται αντιμέτωπος με μια τεράστια αναταραχή στο εσωτερικό της χώρας του, ενώ η πρόταση δυσπιστίας που κατέθεσε στη Βουλή η αντιπολίτευση για τον προϋπολογισμό μπορεί, αν υπερψηφισθεί, να οδηγήσει σε πτώση της κυβέρνησης και νέες βουλευτικές εκλογές.

Τη στιγμή μάλιστα που ακόμη και ο περιώνυμος γαλλογερμανικός άξονας σταμάτησε να λειτουργεί, μετά την αναβολή της προγραμματισμένης για την ερχόμενη εβδομάδα κοινής συνεδρίασης των Υπουργικών Συμβουλίων των δύο χωρών, λόγω των γνωστών προβλημάτων στις σχέσεις  Παρισιού και Βερολίνου. Με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται και για την περαιτέρω πορεία της ΕΕ, στη σημερινή εξαιρετικά κρίσιμη συγκυρία.

Αλλά και από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού τα πράγματα δεν πάνε καλύτερα, για τον Μπάιντεν τουλάχιστον, καθώς οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το Δημοκρατικό Κόμμα θα χάσει την πλειοψηφία στο Κογκρέσο στις ενδιάμεσες εκλογές της 8ης Νοεμβρίου, με αποτέλεσμα να μην μπορεί ουσιαστικά ο αμερικανός πρόεδρος να κυβερνήσει τη επόμενη διετία.

Και όλοι αντιλαμβάνονται τι μπορεί να σημαίνει αυτό, όταν οι ΗΠΑ βρίσκονται αντιμέτωπες με τη σκλήρυνση της κινεζικής πολιτικής, ιδιαίτερα στο ευαίσθητο ζήτημα της Ταϊβάν και με τη Ρωσία και τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία.

Ενώ παράλληλα οι μισοί περίπου Αμερικανοί θεωρούν ότι η δημοκρατία στη χώρα τους βρίσκεται σε κρίση και ότι στις επερχόμενες εκλογές είναι πιθανό να νοθευθούν τα αποτελέσματα! Γεγονός που σημαίνει ότι οι ανάλογοι ψευδείς ισχυρισμοί Τραμπ για τις προηγούμενες προεδρικές εκλογές έχουν πιάσει τόπο. Και το ερώτημα είναι αν αυτό θα τον βοηθήσει να επανέλθει στην εξουσία το 2024.