Κουνέλλης Μιστράλ: Φωτογραφίες: Aurelio Amendola. Κείμενα: Bruno Cora, Chiara d’ Afflitto, Κατερίνας Κοσκινά, Pier Giovani Castagnoli, Renaud Camus. Εκδόσεις Bolis και Alpha Τράπεζα Πίστεως, Αθήνα 1996, σελ. 174. Γ. Μαυροΐδης: Εκδόσεις Αδάμ, Αθήνα 1996, σελ. 215. Χρύσανθου Χρήστου: Ζωγραφική 20ού αιώνα. Εκδοτική Αθηνών, 1996, σελ. 272.


Τα τελευταία χρόνια ανθεί με εξαιρετικά δείγματα δουλειάς η κατηγορία των φωτογραφικών λευκωμάτων, για τα οποία έχει επικρατήσει και ο ξενόφωνος όρος coffee table books. Με τη θετική της έννοια υπονοεί βιβλία που προσφέρουν αισθητική απόλαυση ή έστω που μιλάνε περισσότερο μέσα από την εικόνα και λιγότερο μέσα από τα κείμενα. Με την αρνητική έννοια πρόκειται για βιβλία που είναι περισσότερο διακοσμητικά και περιμένουν αφημένα σε ένα χαμηλό τραπέζι το ξεφύλλισμα σε στιγμές αμηχανίας. Η δεύτερη πλευρά αυτού του όρου θα πρέπει από την πρώτη στιγμή να απορριφθεί για τα δύο πρώτα βιβλία, που το καθένα τους προσεγγίζει το θέμα του, που δεν είναι άλλο από την παρουσίαση του έργου του καλλιτέχνη, με εντελώς διαφορετικό τρόπο.


Το πρώτο έχει έναν εκτενή πρόλογο – ανάλυση του έργου του Κουνέλλη από τον Μπρούνο Κορά και συντομότερα κείμενα άλλων κριτικών τέχνης, ενώ το δεύτερο αφήνει το έργο να μιλήσει μετά από ένα τηλεγραφικά γραμμένο βιογραφικό σημείωμα (αλήθεια, δύσκολα θα γινόταν συντομότερο) και έναν εξίσου ολιγόλογο πρόλογο από τον ίδιο τον καλλιτέχνη, τον Γιώργο Μαυροΐδη. Αλλωστε ο ίδιος ο Γ. Μαυροΐδης εξηγεί την απουσία του λόγου στο βιβλίο του: «Αναλύσεις, μελέτες εικαστικές αλλά και άλλες γίνονται πολλές, αλλά οι περισσότερες που βλέπουν το φως σπανιότατα το βλέπουν γιατί παραμελούν το κύριο, την ουσία της Τέχνης». Εξαίρεση αποτελεί μια σημείωση λίγων αράδων του Ανδρέα Εμπειρίκου και είναι κατανοητή μόνο σε όσους γνωρίζουν τη φιλία και την εκτίμηση που έτρεφε ο ένας άνδρας για τον άλλον.


Ετσι λοιπόν, πιστός στις αρχές του και στην περίπτωση αυτής της έκδοσης, ο Γιώργος Μαυροΐδης προτίμησε να αφήσει το στήσιμο και την επιμέλειά της στον Βασίλη Φωτόπουλο. Πολύ απλά θα έλεγε κανείς ότι σε αυτό το βιβλίο παρουσιάζεται η διαδρομή του καλλιτέχνη από τα πολύ νεανικά του χρόνια ως σήμερα με όλες τις διακυμάνσεις, τα πάθη και τις αγωνίες του. Είναι έργα τα οποία, λέει ο Εμπειρίκος «.. δεν έγιναν με την συνήθη χρήσιν της οράσεως ή με τον ούριον άνεμον μιας εμπνεύσεως μόνον, μα προ παντός και κυρίως διά της ενατενίσεως εκείνης που οδηγεί εις την ενόρασιν…».


Κατά περίεργο τρόπο κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τον τόμο που εκδόθηκε για τον Γιάννη Κουνέλλη. Παρ’ όλο που εδώ ο γραπτός λόγος συνυπάρχει με την εικόνα, είναι η δύναμη της εικόνας ή για να ακριβολογούμε η δύναμη της φωτογραφίας του Αουρέλιο Αμέντολα που παίζοντας τον ρόλο του ενδιάμεσου ανάμεσα στη σύνθεση και στον αναγνώστη κερδίζει το ενδιαφέρον του, για να τον μεταφέρει στη συνέχεια στην ανάλυση του έργου.


Πρόκειται για μια τετραλογία, τέσσερις σταθμούς στη διαδρομή της δουλειάς του Κουνέλλη των πέντε τελευταίων ετών. Σωστότερα θα έλεγε κανείς πως είναι τέσσερις μετουσιώσεις χώρων σε αντίστοιχους διαφορετικούς τόπους. Είναι η γνωστή μας έκθεση στο φορτηγό πλοίο «Ιόνιο» που οργανώθηκε από το Ιδρυμα Ι. Φ. Κωστόπουλου στον Πειραιά το 1994, η έκθεση των «Χειμερινών τοπίων» που έγινε στην Πιστόια έναν χρόνο νωρίτερα, η σύνθεση στη Σαλάρα της Μπολόνια και τέλος η επέμβασή του στις αίθουσες του κάστρου στο Plieux στη Νότια Γαλλία. Με τη «Ζωγραφική του 20ού αιώνα» του ακαδημαϊκού κ. Χρύσανθου Χρήστου ολοκληρώνεται, παρά έναν τόμο, η 15τομη σειρά της Εκδοτικής Αθηνών για την ελληνική τέχνη. Απομένει ο τόμος για τα «Αργυρά και χάλκινα έργα τέχνης» της Ιουλίας Βωκοτοπούλου, της αξέχαστης αρχαιολόγου που άφησε βαθιά τα ίχνη της φωτεινής της παρουσίας στα αρχαιολογικά μας πράγματα. Το βιβλίο βρίσκεται τώρα στο στάδιο της τελευταίας επεξεργασίας και θα κυκλοφορήσει στις αρχές του νέου χρόνου.


Στο έργο το αφιερωμένο στη ζωγραφική του αιώνα μας ο κ. Χρήστου, μέσα από ένα ευρύ φάσμα ζωγράφων που ο αριθμός τους ξεπερνά τους 100, καταγράφει τις τάσεις και τα ρεύματα που εκδηλώθηκαν. Χωρίς να επιδιώκεται η αποτίμηση της επιμέρους προσφοράς του κάθε καλλιτέχνη στην εσοδεία του αιώνα, πράγμα που άλλωστε δεν είναι και ο σκοπός αυτού του τόμου, ο συγγραφέας έχει επιλέξει τα έργα εκείνα που δείχνουν τις τάσεις, τους σταθμούς και το πνεύμα που επικράτησε στο έργο του κάθε δημιουργού.