Τις τελευταίες μέρες του χρόνου περισσεύουν η ένταση και η νευρικότητα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Η τουρκική προκλητικότητα προβληματίζει, καθώς ξεπερνά τα όποια ανεκτά όρια και εκδηλώνεται με υπερπτήσεις μαχητικών αεροσκαφών πάνω από κατοικημένες ελληνικές περιοχές, θέτοντας ευθέως ζήτημα κυριαρχίας σε συγκεκριμένες περιοχές του Αιγαίου.

Εξηγείται έως έναν βαθμό. Η Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν διάγει τις καλύτερες των ημερών της. Τα αυτοκρατορικά σχέδια του τούρκου προέδρου εμφανώς δεν βγαίνουν.

Εκεί που υπολόγιζε ότι θα αναβιώσει την οθωμανική αυτοκρατορία, θα ελέγχει τις πετρελαιοφόρες ζώνες της Μέσης Ανατολής, θα ορίζει τη διέλευση φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, θα διευρύνει τις ζώνες επιρροής της στα Βαλκάνια και θα εκπροσωπεί τον ισλαμικό κόσμο, απειλείται με περιθωριοποίηση και απομόνωση.

Αυτή τη στιγμή η γειτονική χώρα τείνει να χάσει τον κοσμοπολιτισμό της και να μετατραπεί σε μια ιδιόρρυθμη μουσουλμανική χώρα, κάτι σαν μια πολυπληθέστερη Αλγερία, όπως ευφυώς σχολίασε έμπειρος ξένος διπλωμάτης.

Τα ερείσματά της προς τη Δύση περιορίζονται, οι σχέσεις με τις ΗΠΑ είναι κλονισμένες, οι συμμαχίες στην ευρύτερη περιοχή είναι δύσκολες έως ανύπαρκτες και τα αντισταθμιστικά παζάρια με τη Ρωσία μάλλον περιπλέκουν τη θέση της παρά την ενισχύουν.

Δεν είναι τυχαίο ότι αμερικανοί διπλωμάτες θεωρούν την Τουρκία «μειοψηφία του ενός».

Οι ΗΠΑ είναι ακριβές ότι δεν θέλουν να κλείσουν εντελώς την πόρτα προς τη γείτονα, αλλά αντιλαμβάνονται την ταλάντευση και τα λοξοκοιτάγματα προς τον Βορρά.

Θεωρούν την Τουρκία ασταθή σύμμαχο και γι’ αυτό μεταφέρουν στρατηγικό βάρος στην Αθήνα, διευρύνοντας τα πεδία στρατιωτικής και οικονομικής συνεργασίας.

Σύμφωνα με διεθνείς διπλωματικές πηγές, η νευρικότητα των τελευταίων ημερών πηγάζει κυρίως από την αδυναμία της γείτονος να εμποδίσει την τριμερή συνεργασία Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ και ιδιαιτέρως να ανακόψει τα διεθνοπολιτικά σχέδια για τον μεγαλύτερο υποθαλάσσιο αγωγό φυσικού αερίου στον κόσμο, ο οποίος φέρει την επωνυμία «East Med». Θα εκκινεί από το Ισραήλ, θα μεταβαίνει στην Κύπρο και από εκεί μέσω της Κρήτης θα περνά στη Δυτική Πελοπόννησο, θα συνεχίζει στην Ηπειρο και μέσω της Αδριατικής θα μεταφέρει το φυσικό αέριο στην Ιταλία και από εκεί στην υπόλοιπη Ευρώπη.

Ολοι μπορούν να αντιληφθούν τη στρατηγική και οικονομική σημασία του συγκεκριμένου αγωγού. Στον βαθμό που επιβεβαιωθούν τα κοιτάσματα της Νοτιοανατολικής Μεσογείου, θα δημιουργηθούν προϋποθέσεις ενεργειακής απεξάρτησης της Ευρώπης από τη Ρωσία και η Τουρκία που φανταζόταν εαυτήν πλούσια και μεγάλη θα περιπέσει σε υποδεέστερη θέση.

Επειδή λοιπόν φθάνει ο χρόνος υπογραφής της σχετικής πολιτικής συμφωνίας – πιθανώς να συμβεί τον προσεχή Φεβρουάριο –, η Τουρκία εκδηλώνει όλη της τη νευρικότητα και επιθετικότητα απέναντι στην Ελλάδα.

Το ζήτημα που εγείρεται είναι πώς την αντιμετωπίζει η χώρα μας. Η ύψωση των τόνων από τον υπουργό Αμυνας είναι συνήθης και επαναλαμβανόμενη. Δεν προκαλεί καμία εντύπωση, παρά εξηγείται από την κατάστασή του.

Ομως από την πλευρά του ναυάρχου και αρχηγού ΓΕΕΘΑ Ευάγγελου Αποστολάκη είναι ασυνήθιστη και πιθανώς προέκυψε ως αντίδραση σε συγκεκριμένες πληροφορίες για προετοιμασία ενδεχόμενου θερμού επεισοδίου και ως εκ τούτου δικαιολογημένη.

Ωστόσο και πάλι σε αυτές τις περιπτώσεις τα λόγια περισσεύουν και μιλούν κυρίως οι πράξεις. Η ελληνική πλευρά έχει πολλούς λόγους να μην ακολουθεί την τουρκική προκλητικότητα με λόγια.

Αντιθέτως, οφείλει μεθοδικά και σιωπηλά να χτίζει ισχυρές συμμαχίες και να διαμορφώνει συνθήκες αποτροπής οποιουδήποτε επεισοδίου.