Σε ραγδαία ανατροπή των ισορροπιών στην ευαίσθητη περιοχή της ευρύτερης Μέσης Ανατολής οδηγεί η επιδίωξη της Τουρκίας να αναδειχθεί σε αυτόνομη περιφερειακή υπερδύναμη. Το γεγονός αυτό προκαλεί ήδη έντονες αντιδράσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες αντιλαμβάνονται ότι χάνουν τα ισχυρά ερείσματα τα οποία είχαν οικοδομήσει στην περιοχή αυτή, ενώ και στην Ευρωπαϊκή Ενωση επικρατεί έντονος προβληματισμός, καθώς ενισχύονται οι απόψεις εκείνων που θεωρούν ότι η στροφή της Αγκυρας οφείλεται στην άρνηση των Ευρωπαίων να δεχθούν στους κόλπους τους τη μουσουλμανική αυτή χώρα. Ετσι, μετά τα γνωστά γεγονότα με αφορμή την ανθρωπιστική αποστολή στη Γάζα, η Τουρκία μαζί με τη Βραζιλία αρνήθηκαν να συνταχθούν με τα υπόλοιπα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας στην απόφαση για την επιβολή κυρώσεων στο Ιράν. Προχθές μάλιστα, σε απάντηση προφανώς της στάσης της ΕΕ, ο κ. Ερντογάν ανακοίνωσε τη δημιουργία ζώνης ελεύθερου εμπορίου με τη Συρία, τον Λίβανο και την Ιορδανία.

Σαφές είναι ότι βρίσκεται σε πλήρη εφαρμογή το νέο στρατηγικό δόγμα για τον ρόλο που καλείται να παίξει στον σημερινό κόσμο η Τουρκία. Ενα δόγμα του οποίου εμπνευστής είναι, ως γνωστόν, ο υπουργός Εξωτερικών κ. Νταβούτογλου. Η ουσία της νέας αυτής πολιτικής είναι ότι η Τουρκία δεν μπορεί να λειτουργεί πλέον σαν προκεχωρημένο φυλάκιο της Δύσης στην Ανατολή, ούτε σαν γέφυρα μεταξύ Ανατολής και Δύσης, αλλά ως μια αυτόνομη περιφερειακή δύναμη, με ενεργό ρόλο στη διαμόρφωση των εξελίξεων στην περιοχή της, χωρίς να απαρνείται τους ευρωατλαντικούς και ευρωπαϊκούς δεσμούς της. Οικοδομείται έτσι ένα σύστημα περιφερειακής ισχύος στο κέντρο του οποίου είναι η Τουρκία και αυτό είναι που ενοχλεί ιδιαίτερα την Ουάσιγκτον. Μια πρώτη γεύση της νέας αυτής πολιτικής είχε δοθεί ήδη από το 2003, όταν η Αγκυρα δεν επέτρεψε τη διέλευση από το έδαφός της των αμερικανικών δυνάμεων που σκόπευαν να ανοίξουν το βόρειο μέτωπο στον πόλεμο του Ιράκ. Ακολούθησε η εντυπωσιακή ρήξη με το Ισραήλ, που ανέβασε αυτομάτως το γόητρό της στον αραβικό κόσμο, παρ΄ όλο που η Τουρκία ήταν η πρώτη μουσουλμανική χώρα που το αναγνώρισε και είχε αναπτύξει προχωρημένη στρατιωτική συνεργασία μαζί του.

Η Αγκυρα αρνείται τις κατηγορίες ότι η νέα πολιτική που εφαρμόζει αποτελεί ένα είδος αντιποίνων στην αρνητική στάση της ΕΕ απέναντί της. Δεν υπάρχει όμως αμφιβολία ότι στόχος είναι να ανατραπούν τα δεδομένα που ίσχυαν ως σήμερα και αντί η Τουρκία να έχει την ανάγκη των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρώπης να έχουν αυτές την ανάγκη της Τουρκίας, λόγω του σημαντικού ρόλου που παίζει στην περιοχή. Σε αυτό αποσκοπεί και η υλοποίηση της πολιτικής των «μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες», η οποία έχει ήδη θετικά αποτελέσματα, καθώς βελτιώθηκαν θεαματικά οι σχέσεις με το Ιράν και τη Συρία, οι οποίες στο παρελθόν εθεωρούντο εχθρικές χώρες, ενώ επιχειρείται και η εξομάλυνση των σχέσεων με την Αρμενία. Μένει φυσικά η πολιτική αυτή να εφαρμοστεί και απέναντι στην Ελλάδα, όπου πέρα από τις γνωστές ρητορείες και διαβεβαιώσεις αγνών προθέσεων δεν έχει γίνει απολύτως τίποτα.